Την θέση πως δύσκολα μπορούν να αξιοποιηθούν πληροφορίες και δεδομένα που προκύπτουν από τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα που έχουν σταλεί από Ισπανούς ανακριτές στην κυπριακή Αστυνομία, σχετικά με τα στημένα παιχνίδια, καθώς τον χρόνο που έγινε η απομαγνητοφώνηση υπήρχε πλήρης διασφάλιση του συνταγματικού δικαιώματος, εξέφρασε ο νομικός Ηλίας Στεφάνου.
 
Ο κ. Στεφάνου, μιλώντας στην εκπομπή «Ατζέντα» στον ACTIVE, ανέφερε αρχικά πως δεν πρέπει να πετροβολούνται οι ανακριτές. «Αυτό που συζητούν, τα νομικά ζητήματα δηλαδή, που αφορούν άποψη που στο τέλος θα αποφασιστεί από το δικαστήριο, είναι κάτι το όχι τόσο εύκολο και αντιλαμβάνομαι πως είναι ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα να αποφασίσει ως προς τη νομική εξέλιξη».
 
Πρόσθεσε επίσης πως «με το να πετροβολούνται οι ανακριτές οι οποίοι είχαν κάποιες πληροφορίες, στις οποίες η νομική κατάσταση των πραγμάτων δεν είναι ξεκάθαρη ούτε σε εμάς τους νομικούς, είναι κατά την άποψή μου άδικο».
Εξηγώντας το τι ισχύει, ο κ. Στεφάνου είπε πως «επί του νομικού, είναι δεδομένο σε όλους αφού έχουν διαφανεί ότι υπήρξαν πληροφορίες, οι οποίες είχαν σταλεί ως πληροφορίες, στους Κύπριους ανακριτές από ισπανούς. Αυτές οι πληροφορίες είναι δεδομένο ότι αποτελούσαν απομαγνητοφώνηση τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ δύο προσώπων. Το ένα πρόσωπο αντιλαμβάνομαι ότι βρισκόταν εκτός Κύπρου και το άλλο εντός. Αυτή η επικοινωνία καταγράφηκε σε χαρτί και εστάλη. Άρα η βάση αυτού του εγγράφου που είχε κάποιες πληροφορίες, ήταν αποτέλεσμα επικοινωνίας».
 
 
Συνεχίζοντας, ο κ. Στεφάνου είπε πως «στην Κύπρο, βάση του Συντάγματος, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο των υπόπτων, αλλά και οποιουδήποτε πολίτη, είναι πάνω από όλα. Έχουν υποχρέωση όλες οι αρχές να διασφαλίζουν τα συνταγματικά δικαιώματα. Σε αυτά τα πλαίσια μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις επιτρέπεται η αποκάλυψη της επικοινωνίας του οποιοσδήποτε πολίτη που βρίσκεται στην Κυπριακή Δημοκρατία».
 
Όσον αφορά την περίοδο που έγινε η συνδιάλεξη και την ισχύ του νόμου, ο κ. Στεφάνου, είπε πως «σε εκείνον τον χρόνο που συζητάμε τώρα, ακόμη δεν είχε τεθεί σε ισχύ νόμος». Μάλιστα, όπως είπε, η έναρξη της ισχύς του νέου νόμου γίνεται όταν διοριστούν τα τρία πρόσωπα που θα αποτελούν την Επιτροπή για σκοπούς διασφάλισης των ενεργειών της Κύπρου. «Άρα μέχρι σήμερα ισχύει η προστασία του 17 του Συντάγματος, όπου δεν επιτρέπεται η αποκάλυψη της ουσίας της επικοινωνίας. Δηλαδή του περιεχομένου του τι είπαν. Επιτρέπονται μόνο στοιχεία για το ποιος μίλησε με ποιον, τι ώρα, κτλπ.».
Εξηγώντας για το τι ισχύει σήμερα, είπε πως «η ουσία της επικοινωνίας είναι ότι δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτεται. Και η προστασία είναι για όλους τους πολίτες. Εάν λοιπόν, οι δύο που μιλούσαν βρίσκονταν σε ισπανικό έδαφος και υπάρχει διάταγμα ισπανικού δικαστηρίου ή είναι νόμιμο να λαμβάνεται αυτή η επικοινωνία, τότε δεν υπάρχει ζήτημα παραβίασης του συνταγματικού δικαιώματος». Όμως, εξήγησε, «εάν το δεύτερο πρόσωπο βρισκόταν στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και είναι εναντίον του που επιζητείται η επικοινωνία, τότε έχω την ταπεινή εισήγηση ότι κανένας, ούτε ανακριτής, ούτε καμία Αρχή, μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την πληροφορία». Διότι, όπως είπε, «είναι δεδομένο ότι αυτό αποτελεί αποτέλεσμα παρακολούθησης προσώπου που βρισκόταν στη Δημοκρατία και χωρίς διάταγμα». Αυτό αλλάζει βέβαια εάν και εφόσον υπάρχει διάταγμα κυπριακού δικαστηρίου.
 
 
Το ίδιο το Σύνταγμα ανέφερε, απαγορεύσει αξιοποίηση του περιεχομένου. «Πώς μπορούν, λοιπόν, οι ανακριτές να πάρουν μία κατάθεση που μπορεί να είναι και ενοχοποιητική; Πρέπει το δικαστήριο να πάει χρονικά πίσω και να δει εάν αυτή η πληροφορία που άρχισε την αλυσίδα, είναι νόμιμη ή όχι; Εάν είναι παράνομη, οτιδήποτε λήφθηκε ως μαρτυρία μετά είναι παράνομο», διερωτήθηκε.
 
Μάλιστα, ο κ. Στεφάνου εξέφρασε την άποψη πως πρόκειται για «δύσβατα νομικά ζητήματα, τα οποία και δεν είναι εύκολο να απαντηθούν. «Ως πληροφορίες, εάν έρθουν, θα πρέπει να διερευνηθούν, αλλά δεν μπορούμε χωρίς την ορθή νομική βάση και τεκμηρίωση, να προχωρούμε».
 
Τέλος, τόνισε πως κατά την άποψή του, σημασία έχει το πότε έγινε η  απομαγνητοφώνηση και εάν την ώρα εκείνη υπήρχε διάταγμα.
 
Πηγή: philenews