Ο νεοοθωμανικός αναθεωρητισμός, ενθαρρυμένος από την ουσιαστική ανυπαρξία του ΟΗΕ, όπως αποδείχθηκε περίτρανα και στην περίπτωση του ουκρανικού πολέμου, αλλά και από τη βασική αρχή των Διεθνών Σχέσεων ότι ο ισχυρός επιβάλλει πάντα τις θελήσεις του και ο αδύναμος υποκύπτει, όπως και αυτό δυστυχώς αποδεικνύεται περιτράνως καθημερινά, έχει αναβαθμίσει τους στρατηγικούς του στόχους, προσβλέποντας σε μια κυριαρχία στην Ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, όπου δραστηριοποιείται από αρχαιοτάτων χρόνων ο Ελληνισμός, δηλαδή Ελλάδα και Κύπρος. Η αλαζονεία, την οποία ο νεοοθωμανός σουλτάνος έχει αποκτήσει και την οποία καθημερινά διαχέει urbi et orbi, ότι δηλαδή η Τουρκία είναι ένα μεγάλο έθνος, στο οποίο προστρέχουν όλοι για αγορά οπλικών συστημάτων, και βρίσκονται στην αμυντική πρωτοπορία, όπως τα UAV, του δημιουργεί μια παραμορφωτική εικόνα της πραγματικότητας, λόγω της σοβαρής υποτίμησης των ελληνικών αντανακλαστικών.

  Προωθεί τα σχέδιά του στη Βόρεια Αφρική (Λιβύη), στη Μέση Ανατολή (Ιράκ, Συρία), Καύκασο (Ναγκόρνο-Καραμπάχ), Κύπρο, αφού κατέχει επί 48 έτη το Βόρειο Τμήμα της, ευελπιστώντας πως θα κυριαρχήσει στρατιωτικά ή θα συγκυριαρχήσει διπλωματικά σε ολόκληρο το νησί, εξαλείφοντας έτσι ένα σοβαρό εμπόδιο στην επεκτατική του πολιτική, απειλώντας στη συνέχεια και από τον Νότο το Αιγαίο. Η ρητορική του μίσους που καθημερινά εξαπολύουν οι Τούρκοι ηγέτες προδίδει την πρόθεσή τους για αναβίωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας σε βάρος της χώρας μας με το αφήγημα της γαλάζιας πατρίδας και με την προβολή ισχύος τύπου bullying που ασκεί με τις υπερπτήσεις του πάνω από το Αιγαίο και με την ανέρειστη αξίωση για αποστρατικοποίηση των νήσων. Και αυτή η τακτική είναι μια συνεπής προώθηση της εθνικής στρατηγικής της Τουρκίας να αναδειχθεί στην κυριότερη περιφερειακή υπερδύναμη, και με την υπερφίαλη συμπεριφορά της στηριγμένη στο στρατιωτικό της οπλοστάσιο να μιλά με όρους ισοτιμίας με τις μεγάλες δυνάμεις, κοροϊδεύοντας, κολακεύοντας ή και απειλώντας τις. Ακόμα και την υπεροπλία της πολεμικής της μηχανής η Άγκυρα την εξασφάλισε μέσω ενός σαφώς οριοθετημένου προγράμματος αγορών, συμπαραγωγών και τελικά αυτόνομων παραγωγών με συστηματικότητα και μεθοδικότητα, που την οδήγησε σε θέση ισχύος έναντι των υπολοίπων κρατών και ιδίως της Ελλάδος και της Κύπρου. Η αναγνωρισμένη πια επίδοσή τους στον τομέα των ανεπάνδρωτων ιπτάμενων οχημάτων και αεροσκαφών οδηγεί την Τουρκία στην κατηγορία των προηγμένων αμυντικά κρατών, που είναι σε θέση να πουλήσει αυτού του είδους τα προϊόντα και να χρηματοδοτήσει νέα αμυντικά προγράμματα σε πάρα πολλούς αμυντικούς τομείς.

  Παράλληλα, παίζει τον ρόλο του μεσολαβητή στον ουκρανικό πόλεμο και, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει με UAV τους Ουκρανούς, συζητά για αγορά νέων S-400 με τους Ρώσους και λαμβάνει διαβεβαιώσεις από τις ΗΠΑ ότι θα ενισχύσει τον αεροπορικό της στόλο με F-16. Δεν μπορεί κανείς να μη θαυμάσει τους εξαιρετικούς ελιγμούς του σουλτάνου, αλλά παράλληλα και να μην εκπλαγεί για την αφέλεια των κύκλων αυτών που και στην Αμερική και στην Ελλάδα πιστεύουν ότι υποχωρώντας στις απαιτήσεις του  θα τον κρατήσουν πιστό στο δυτικό άρμα. Η νεοοθωμανική Τουρκία θα βγει και πάλι κερδισμένη από τον ουκρανικό πόλεμο, όπως ακριβώς έβγαινε κερδισμένη και από κάθε σύρραξη, ενώ θα ήταν ευκαιρία τώρα να βρουν οι Κούρδοι την εθνική τους δικαίωση και να σταματήσει η καταπίεσή τους από ένα έθνος, το μοναδικό στην ανθρωπότητα, που διέπραξε τρεις γενοκτονίες τον προηγούμενο αιώνα (Αρμενίων, Ποντίων και Ασσυρίων), μέσω ενός τρομερού δολοφονικού μηχανισμού.

Απέναντι σε αυτή την ολοένα αυξανόμενη πολεμική μηχανή της Τουρκίας, η Ελλάδα και η Κύπρος δεν προβαίνουν από κοινού σε μια αποφασιστική προσπάθεια συγκρότησης αμυντικής βιομηχανίας, ικανής και να εφοδιάζει και να συμπληρώνει τις απώλειες που οπωσδήποτε θα προκύψουν σε ένα πεδίο μάχης. Και η αμέλεια αυτή, γίνεται ακόμα βαρύτερη, αν αναλογισθεί κανείς ότι υπάρχουν δυνατότητες στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, ακόμα και για κατασκευή αμυντικών όπλων με laser, καθώς και προτάσεις από ξένους οίκους για συμπαραγωγές προηγμένων οπλικών συστημάτων, τις οποίες η Ελλάδα, αλλά και η Κύπρος δεν ταξιθετούν με την απαραίτητη προτεραιότητα και ταχύτητα. Η αριθμητική υπεροχή του τουρκικού στρατού, αλλά και η υπεροπλία του, επιβάλλουν, τουλάχιστον στην Κύπρο, να υπάρξουν μαζικές αγορές πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών, π.χ. από τη Γιουγκοσλαβία, για να δημιουργήσουν προϋποθέσεις απαγόρευσης προέλασης των δυνάμεών τους. Σε κάθε περίπτωση πυραυλικά συστήματα κατά στόχων εδάφους, αλλά και ναυτικών στόχων πρέπει να εξασφαλισθούν με μαζικές αγορές ή συμπαραγωγές, αν όχι κατασκευές με σύμπραξη Ελλάδος και Κύπρου, αφού κατά προτεραιότητα αυτές βρίσκονται στο στόχαστρο των τουρκικών σχεδιασμών.

Η προσεχής απόκτηση εγχώριου τουρκικού αεροσκάφους, το οποίο θα παραχθεί μαζικά σε μερικά χρόνια σε συνδυασμό με τα πυραυλικά συστήματα που ήδη διαθέτει η Τουρκία και τα πλοία που ναυπηγεί, θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα στην Ελλάδα και την Κύπρο την ασφάλειά τους, μέσω ισχυρού αμυντικού βιομηχανικού πλέγματος, το οποίο θα δημιουργήσει και οικονομική ανάπτυξη και απασχόληση εργατικού δυναμικού. Αυτή η προτεραιότητα είναι ζωτικής σημασίας, για να γίνει υπολήψιμη δύναμη η Ελλάδα και η Κύπρος στην Ανατολική Μεσόγειο, και να εμποδίσει τους τουρκικούς σχεδιασμούς για πλήρη επικράτηση και καθορισμό του γεωπολιτικού παιγνιδιού στην Ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Αυτό το veto που πρέπει να αντιτάξει ο Ελληνισμός προϋποθέτει βέβαια την ενδυνάμωση του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και ποιοτικά με προηγμένα οπλικά συστήματα και ποσοτικά με προμήθειά τους σε μεγάλους αριθμούς, για να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα.

Είναι καιρός πλέον Ελλάδα και Κύπρος να ενισχύσουν την από κοινού σχεδιαζόμενη άμυνα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου με την αγορά, η μεν Ελλάδα τουλάχιστον με μιας ακόμα μοίρας Rafale, η δε Κύπρος με τη συγκρότηση αεροπορικής δύναμης 20 τουλάχιστον μεταχειρισμένων Rafale, τα οποία για ευνόητους λόγους θα σταθμεύουν στην Κρήτη. Αν εγερθεί αντίρρηση για την οικονομική πτυχή της συγκεκριμένης προμήθειας, τότε ας οργανωθεί μια εθνική οικονομική εξόρμηση, ώστε, αντί τα χρήματα των απειλουμένων Κυπρίων πολιτών να κατατίθενται στα καζίνο της κατεχόμενης Κύπρου, να αξιοποιηθούν στον αμυντικό τομέα. Η πρόνοια είναι αυτή που σώζει τα κράτη από ξένες επιβουλές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αθήνα του Θεμιστοκλή που οργάνωσε έναν ικανότατο στόλο με τα χρήματα των πολιτών και έτσι αντιμετώπισε σθεναρά και νικητήρια την περσική επιβουλή.

  Είναι, δυστυχώς, λυπηρό ότι 48 χρόνια μετά τον Αττίλα, Ελλάδα και Κύπρος δεν προχώρησαν στις απαραίτητες τομές για τη διασφάλιση της αμυντικής τους ισχύος μέσω βιομηχανικών αμυντικών προϊόντων προηγμένης τεχνολογίας, λόγω της αβελτερίας των υπευθύνων και της υπονόμευσης που έτυχαν ανάλογα τέτοια προγράμματα. Η περίπτωση από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 του αντιαεροπορικού-πυραυλικού συστήματος ΑΡΤΕΜΙΣ, του οποίου η παραγωγή σχεδιάστηκε, αλλά ουδέποτε υλοποιήθηκε στο επίπεδο αυτό, αλλά αφαιρουμένων των πυραύλων, παρέμεινε ένα απλό αντιαεροπορικό σύστημα με ένα δίδυμο αντιαεροπορικό πυροβόλο των 30 χιλιοστών, το ΑΡΤΕΜΙΣ 30, είναι χαρακτηριστική. Ουδέποτε ερευνήθηκε πολιτικά ή δικαστικά η περίπτωση αυτή, για την οποία έπρεπε οπωσδήποτε κάποιοι να είχαν λογοδοτήσει. Η περίπτωση των ΤΟΜΑ Λεωνίδας και Κένταυρος, που θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει την εγχώρια πλατφόρμα ανάπτυξης ποικίλων οπλικών συστημάτων είναι μια άλλη θλιβερή ιστορία, που αμαυρώνει περισσότερο την όλη εικόνα.

Είναι ακόμα πιο θλιβερή η περίπτωση της απαξίωσης των ναυπηγοεπισκευαστικών μονάδων μας. Είναι απορίας άξιο πώς η Ελλάδα, που πρώτη παρουσίασε στον κόσμο το 730 π.Χ. την τριήρη, ένα προηγμένης τεχνολογίας οπλικό σύστημα, δεν μπορεί σήμερα να κατασκευάζει τον πολεμικό της στόλο, πράγμα που κάνει η Τουρκία τόσο αποτελεσματικά, ώστε ακόμα και αεροπλανοφόρο να έχει κατασκευάσει. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι ο ελληνικός στόλος είναι αήττητος και η ισχύς του στη θάλασσα είναι αδιαφιλονίκητη.

Αν από τώρα αξιοποιήσουμε τις δυνατότητές μας και δρομολογήσουμε μια συνεργασία εταιρειών, ΑΕΙ και Υπουργείου Άμυνας, με βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους, τότε μπορούμε να ατενίζουμε αισιόδοξα το μέλλον και να αποβάλουμε το φοβικό σύνδρομο που μας διακατέχει απέναντι στην αλαζονική νεοοθωμανική αυτοκρατορία.

Οι αγορές και συμπαραγωγές επίσης προηγμένων οπλικών συστημάτων θέτουν επί τάπητος την αμυντική διπλωματία και τις συμφωνίες με ισχυρά κράτη που επιθυμούν να διαδραματίσουν ρόλο ανασχετικό των νεοοθωμανών στην Ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι το ΝΑΤΟ, το οποίο, αντί να καταργηθεί, ενισχύθηκε δυστυχώς με τις άφρονες ενέργειες του Πούτιν, είναι ένας αμυντικός συνασπισμός που διάκειται ευμενώς απέναντι στην Τουρκία και την επιθετική πολιτική που αυτή ασκεί, αν λάβουμε επίσης υπ’ όψιν ότι η ΕΕ, υπό την πίεση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, δεν έχει αναπτύξει έναν ισχυρό αμυντικό βραχίονα, για να μπορεί να παρεμβαίνει στα διεθνή τεκταινόμενα, απομένει μόνο η Γαλλία, με την οποία μπορεί να συνδεθεί Ελλάδα και Κύπρος με στενότερη αμυντική συμμαχία για αμοιβαίο όφελος και για κυριαρχική παρουσία στην Ανατολική λεκάνη της Μεσογείου.

Οι συμμαχίες βέβαια της Ελλάδος και της Κύπρου με κράτη της Μεσογείου, όπως το Ισραήλ, μπορούν να αναπτυχθούν επωφελώς, πολλώ μάλλον, όταν το εβραϊκό λόμπι ασκεί ισχυρή επιρροή στις ΗΠΑ και, όταν ακόμα το ίδιο το Ισραήλ διαθέτει μια ισχυρότατη αμυντική βιομηχανία που μπορεί να καλύψει τις αμυντικές μας ανάγκες, όπως ήδη βλέπουμε. Αν άμεσα και βραχυπρόθεσμα οι αγορές οπλικών συστημάτων είναι επιβεβλημένες, οι συμπαραγωγές είναι βραχυπρόθεσμα αναγκαίες, για να καταστεί δυνατή μακροπρόθεσμα η παραγωγή ανάλογων εγχώριων αμυντικών συστημάτων.

Πρέπει να γίνει συνείδηση, μέσω της Παιδείας μας, σε όλα τα στρώματα του λαού μας, και κυρίως στους κυβερνώντες σε Ελλάδα και Κύπρο  ότι η εθνική ραθυμία και ο συβαριτισμός στον οποίο τείνουμε να υποδουλωθούμε, θα επιφέρουν πολύ γρήγορα και την εθνική μας υποδούλωση στις ορδές της ασιατικής στέπας, οι οποίες για χρόνια πολλά εποφθαλμιούν μεθοδικά ό,τι πολυτιμότερο έχουμε. Την πεφιλημένη μας Πατρίδα, την Ελλάδα μας.

Συνεπώς, έχουμε χρέος ιερό να επιστρατεύσουμε το επιστημονικό δυναμικό, που ως λαός διαθέτουμε και να προχωρήσουμε τάχιστα στην ανάπτυξη μιας ζηλευτής και αποτελεσματικής αμυντικής βιομηχανίας, για να εξασφαλίσουμε την ιστορική μας παρουσία στο λίκνο τούτο του πολιτισμού, της ελευθερίας και όλων των διαχρονικών αξιών που γέννησε και ανέπτυξε, δια μέσου των αιώνων, το καρποφόρο ελληνικό πνεύμα.

Χρειάζεται μόνο πολιτική βούληση, αποφασιστικότητα και μεθοδικότητα. Και βέβαια ενωτικό πνεύμα όλου του Ελληνισμού, γιατί αυτό στην ουσία απειλείται από τον νεοοθωμανικό αναθεωρητισμό.

Ακράδαντα πιστεύω ότι, εάν ενεργοποιήσουμε το φιλόπατρι πνεύμα του λαού μας, θα επιτελέσουμε και πάλι το «ελληνικό θαύμα», για το οποίο θα έχουμε κάθε δικαίωμα να νιώθουμε ότι επιτελέσαμε το καθήκον μας απέναντι στην ιστορικές μας υποχρεώσεις. και να αισθανόμαστε άξιοι απόγονοι των θυσιών των Ηρώων της εθνικής μας Παλιγγενεσίας!

* Πρόεδρος του Φ. Σ. ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ