Ανατροπές επεφύλασσε, μεταξύ άλλων, το κατηγορητήριο σε σχέση με τη δολοφονία του 41χρονου Τουρκοκύπριου, Τανσού Σιντάν, στις Κεντρικές Φυλακές. Κατά τη χθεσινή διαδικασία για παραπομπή της υπόθεσης στο Κακουργιοδικείο σε βάρος επτά προσώπων, επιβεβαιώθηκε το σενάριο για τον κύριο ύποπτο του εγκλήματος. Κι αυτό γιατί ο 29χρονος κουρδικής καταγωγής, Βεϊσί Μπαντούρ, κατηγορήθηκε για φόνο εκ προμελέτης. 

Όμως, υπήρξε και το στοιχείο της έκπληξης σε ό,τι αφορά το κατηγορητήριο. Συγκεκριμένα, σ’ αυτό περιλαμβάνονται και αδικήματα που αφορούν κατοχή, προμήθεια και χρήση σκληρών ναρκωτικών ουσιών. Μεταξύ αυτών και μεθαμφεταμίνη. Τα εν λόγω αδικήματα αφορούν τέσσερα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ο Βεϊσί Μπαντούρ. Οι άλλοι τρεις είναι, επίσης, κρατούμενοι στις Φυλακές, οι οποίοι κατηγορούνται για την υπόθεση. Για τη συσχέτιση της δολοφονίας με χρήση ναρκωτικών, οι ανακριτές του ΤΑΕ Λευκωσίας δεν είχαν δώσει καμία ένδειξη εδώ και έναν μήνα που εμφανίζονται στο Δικαστήριο. 

Οι άλλοι οκτώ κρατούμενοι στις Κεντρικές Φυλακές, που είχαν συλληφθεί για παρεμφερή αδικήματα σε σχέση με τη δολοφονία του Σιντάν, απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες. Κάποιοι εξ αυτών αναμένεται να συμπεριληφθούν στη λίστα μαρτύρων κατηγορίας. 

Επιπλέον, ανάμεσα στους επτά κατηγορούμενους περιλαμβάνονται και οι τρεις δεσμοφύλακες, οι οποίοι είχαν συλληφθεί ως ύποπτοι για σοβαρά αδικήματα. Βάσει του κατηγορητηρίου, οι δύο εξ αυτών έχουν πιο βεβαρημένη θέση αντιμετωπίζοντας τρεις κατηγορίες που αφορούν ανθρωποκτονία, πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος. Πρόκειται για τους δύο λειτουργούς των Φυλακών που στις 27/10 είχαν ανταποκριθεί στο κάλεσμα (βλ. κουμπί ειδοποίησης) του 41χρονου Σιντάν, λίγες ώρες πριν αποβιώσει, αλλά μεταπείστηκαν από τον Μπαντούρ να αποχωρήσουν από τον χώρο με τη δέσμευση ότι θα τον περιέθαλπε ο ίδιος. Ο τρίτος δεσμοφύλακας, προϊστάμενος της βάρδιας, κατηγορείται για πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος. Και οι τρεις δεσμοφύλακες αφέθηκαν ελεύθεροι με όρους. Συγκεκριμένα, ο Δικαστής Λούκας Πασχαλίδης, όρισε προσωπική εγγύηση 20.000 ευρώ για έκαστο κι έδωσε οδηγίες για δέσμευση των ταξιδιωτικών τους εγγράφων, να συμπεριληφθούν τα ονόματά τους στον κατάλογο stop list και να παρουσιάζονται τρεις φορές την εβδομάδα σε οικείο Αστυνομικό Σταθμό. Να σημειωθεί ότι οι τρεις κατηγορούμενοι δεσμοφύλακες έδειχναν ανακουφισμένοι, ιδιαίτερα ο τρίτος κατηγορούμενος. Έξω από το κτήριο των ποινικών υποθέσεων βρίσκονταν συγγενικά τους πρόσωπα και συνάδελφοί τους, ενώ η συγκίνηση ήταν έκδηλη στα πρόσωπά τους. Οι δύο πρώτοι δεσμοφύλακες εκπροσωπήθηκαν από τον δικηγόρο Ηλία Στεφάνου, ενώ ο τρίτος από τις Ιωάννα Νεοφύτου και Λουίζα Μούζουρου. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Παίρνουν κατηγορητήριο οι ύποπτοι για φόνο Cidan

Η υπόθεση ορίστηκε ενώπιον Κακουργιοδικείου για τις 20/12 (09:00), όπου τα επτά πρόσωπα θα απαντήσουν στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν. Συνοπτικά οι κατηγορίες:

>> 1ος ύποπτος (Βεϊσί Μπαντούρ) – Φόνος εκ προμελέτης.

>> 2ος και 3ος ύποπτος – Ανθρωποκτονία.

>> 4ος ύποπτος – Παράνομη κατοχή και προμήθεια ναρκωτικών τάξεως Α’ (μεθαμφεταμίνη).

>> 1ος, 2ος και 3ος ύποπτος – Παράνομη κατοχή και χρήση ναρκωτικών τάξεως Α’.

>> 4ος ύποπτος – Παράνομη κατοχή και χρήση ναρκωτικών τάξεως Β’.

>> 5ος και 6ος ύποπτος (δεσμοφύλακες) – Ανθρωποκτονία, Πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος.

>> 7ος ύποπτος (δεσμοφύλακας, προϊστάμενος της βάρδιας) – Πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος.

Το κίνητρο

Σε ό,τι αφορά το κίνητρο της δολοφονίας, οι ανακριτές φέρονται να εξασφάλισαν μαρτυρία, η οποία παρουσιάζει τον Μπαντούρ να στοχοποίησε τον 41χρονο Τανσού Σιντάν στη βάση πληροφορίας. Συγκεκριμένα, τρίτο πρόσωπο φέρεται να ανέφερε πως το θύμα είχε στείλει μήνυμα στη γυναίκα του Μπαντούρ.

Να σημειωθεί ότι η θέση του 29χρονου είναι βεβαρημένη βάσει του οπτικού υλικού που ανέλυσαν οι ανακριτές Λευκωσίας. Με βάση την παρουσίαση της υπόθεσης από τον αξιωματικό του ΤΑΕ Λευκωσίας, Γιάννο Γιαννακού, ο Βεϊσί Μπαντούρ φέρεται ως ο εγκέφαλος της υπόθεσης. Συγκεκριμένα, στις 26/10 το πρωί και 36 ώρες πριν διαπιστωθεί ο θάνατος του 41χρονου, ο Μπαντούρ τον καλεί στο κελί του, με το θύμα να μεταφέρεται υποβασταζόμενο οκτώ ώρες αργότερα πίσω στον χώρο κράτησής του. Επίσης, ο 29χρονος σύμφωνα με το οπτικό υλικό φαίνεται να κτυπά με μανία (με τη χρήση κλειδαριάς) το θύμα περίπου λίγες ώρες πριν χάσει τη ζωή του στις 27/10. Τη συγκεκριμένη στιγμή, ο 41χρονος Τουρκοκύπριος είχε πατήσει το κουμπί ειδοποίησης για δεύτερη φορά, προκειμένου να βοηθηθεί από δεσμοφύλακες.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Με την οικογένεια του Cidan συναντήθηκε ο Τ/κ ηγέτης

Ο Βεϊσί Μπαντούρ χθες γύρω στις 15:00 παραδόθηκε από την Αστυνομία στις Κεντρικές Φυλακές. Προηγήθηκε επιστολογραφία μεταξύ του Τμήματος Φυλακών και του υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης σε σχέση με τον χώρο κράτησής του. Συγκεκριμένα, προχθές στάλθηκε επιστολή από το Τμήμα Φυλακών προς το Υπουργείο. Η διεύθυνση του σωφρονιστικού ιδρύματος επικαλούμενη τον υπερπληθυσμό στις Φυλακές, αιτήθηκε όπως ο 29χρονος μεταφερθεί σε αστυνομικά κρατητήρια. Η Αστυνομία, όμως, απάντησε χθες (επίσης, μέσω Υπουργείου) πως ο καταλληλότερος χώρος κράτησής του υπό τις περιστάσεις είναι οι Φυλακές.

Ο Μπαντούρ κρατείτο στις Κεντρικές Φυλακές ως υπόδικος για υπόθεση κατοχής πυροβόλου όπλου από τις 7 Απριλίου του 2022. Ο 29χρονος κατηγορείται πλέον και για τη δολοφονία του Τανσού Σιντάν, αλλά και τον εμπρησμό στα κρατητήρια Λακατάμιας στις 15 Νοεμβρίου. Θυμίζουμε ότι οι Αρχές είχαν τεθεί σε επιφυλακή μετά τη φωτιά που έθεσε σε ρουχισμό που βρισκόταν μέσα στον χώρο κράτησής του.

Του έφταιξαν οι δημοσιογράφοι

Τα έβαλε με τους δημοσιογράφους χθες ο 29χρονος κατηγορούμενος -πλέον- για φόνο εκ προμελέτης του 41χρονου Τουρκοκύπριου, Τανσού Σιντάν, στις Κεντρικές Φυλακές (27/10). 

Στη χθεσινή διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για παραπομπή της υπόθεσης στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, μίλησε επιθετικά σε συνάδελφο δημοσιογράφο υπονοώντας ότι δεν τον αντιμετώπισε σωστά. Λίγο πριν από την αποχώρησή του στράφηκε και προς το μέρος άλλης συναδέλφου χαιρετώντας ευγενικά και αναφέροντας ότι έχει παράπονα από τα Μ.Μ.Ε. Μάλιστα, με τη βοήθεια μεταφράστριας, προανήγγειλε ότι θα καταγγείλει τους δημοσιογράφους στα αρμόδια σώματα, υποστηρίζοντας ότι δεν είχε την ανάλογη αντιμετώπιση.

Η αντίδρασή του σε βάρος δημοσιογράφων δεν ήταν κάτι που προκάλεσε έκπληξη. Όπως έγραψε και χθες ο «Φ», την περασμένη Τετάρτη και λίγο μετά από επίσκεψη που δέχθηκε από τη σύντροφό του προκάλεσε εκ νέου κινητοποίηση της Αστυνομίας. Άρχισε να συμπεριφέρεται επιθετικά και να φωνάζει για συγκεκριμένα δημοσιεύματα σε σχέση με τις έρευνες της Αστυνομίας το περασμένο Σάββατο στον χώρο κράτησής του και τον εντοπισμό ποσού κάτω από το στρώμα του. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του «Φ», δεν περιορίστηκε στις φωνές, αλλά έσπρωξε αστυνομικούς και ξέσπασε σε έπιπλα στον χώρο επισκέψεων των κρατητηρίων όπου βρισκόταν. Εν τέλει περιορίστηκε στον χώρο από δύο μέλη της Αστυνομίας μέχρι να ηρεμήσει, ενώ στη συνέχεια οδηγήθηκε στον χώρο κράτησής του. 

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Οι προεκτάσεις

Οι κατηγορίες για κατοχή, προμήθεια και χρήση ναρκωτικών στις Κεντρικές Φυλακές, έχει και προεκτάσεις. Απόδειξη αποτελεί και η ανακοίνωση των επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, Γιώργου Σαββίδη και Σάββα Αγγελίδη, λίγο μετά τη χθεσινή δικαστική διαδικασία. Οι τελευταίοι επισημαίνουν πως πρέπει να γίνουν διορθωτικές κινήσεις στο σωφρονιστικό ίδρυμα.

Αν και οι θέσεις τους δεν χαρακτηρίζονται ως λανθασμένες, εντούτοις δεν περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι σε άλλες περιπτώσεις οι εν λόγω αξιωματούχοι παρουσιάζονται ιδιαίτερα φειδωλοί με τέτοιας υφής υποθέσεις.

Επιπλέον, προκαλεί εντύπωση η χρονική στιγμή της τοποθέτησης των Σαββίδη και Αγγελίδη, καθώς στην παρούσα φάση όλοι αναμένουν την απόφασή τους για το πόρισμα Αιμιλιανίδη σε σχέση με τις καταγγελίες της διεύθυνσης του σωφρονιστικού ιδρύματος το περασμένο καλοκαίρι.

Το σίγουρο είναι πως αν από το 2021, όταν επισημαίναμε κάποια κακώς κείμενα στις Φυλακές, υπήρχε αναγνώριση των προβλημάτων από τους αρμόδιους, τώρα δεν θα ήμασταν αντιμέτωποι με την καχυποψία.