Εκπλήξεις επεφύλασσαν οι Βρετανοί από την εποχή της αποικιοκρατίας στο Τμήμα Δημοσίων Έργων αλλά και στον εργολάβο κατασκευής του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου, έναντι της Βουλής των Αντιπροσώπων, αν ληφθεί υπόψιν, πως όταν άρχισαν οι εκσκαφές εντοπίστηκαν κολόνες σε βάθος περίπου εννέα μέτρων.

Η έκπληξη έγκειται στο ότι, δεκαετίες μετά, οι κολόνες εντοπίστηκαν όχι κάτω από το παλαιό Γενικό Νοσοκομείο, το οποίο κατεδαφίστηκε στο πλαίσιο κατασκευής του Μουσείου, αλλά κάτω από τον ασφαλτοστρωμένο χώρο στάθμευσης, όπου ουδείς είχε υπόψιν ή θυμόταν να υπήρχαν κτηριακές εγκαταστάσεις.

Σημειώνεται, πως σε τμήμα του υπογείου χώρου στάθμευσης θα διαμορφωθούν οι αποθήκες, τα εργαστήρια καθώς και χώροι εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Μουσείου.

Οι χώροι στάθμευσης θα είναι μεν κάτω από το επίπεδο του εδάφους αλλά θα είναι ανοικτοί και ορατοί από το επίπεδο του ισογείου, οπόταν ουσιαστικά δεν θα θεωρούνται υπόγειοι με τη στενή έννοια της λέξης. Ένας από τους βασικούς λόγους που δεν διαμορφώνονται υπόγειοι καλυμμένοι χώροι, αφορά την ασφάλεια των πολύτιμων εκθεμάτων του Μουσείου.

Στο ίδιο επίπεδο κάτω από το όριο της γης και συγκεκριμένα στο πρώτο υπόγειο, θα διαμορφωθεί και καφετερία η οποία θα διαθέτει ανοικτούς χώρους και θα λειτουργεί και σε ώρες, που δεν θα είναι ανοικτό το Μουσείο.

Η μηχανικός του έργου κ. Εύα Ιορδάνου ερωτηθείσα σχετικά, έκανε αναφορά σε «απρόβλεπτες συνθήκες υπεδάφους» και συγκεκριμένα σε όγκους μπετόν, με τη μορφή στρογγυλής κολόνας. Σημειώνεται, πως αν στους σχεδιασμούς δεν προβλεπόταν η δημιουργία υπόγειων χώρων στάθμευσης, οι κολόνες θα έμεναν για πάντα θαμμένες χωρίς να γίνουν αντιληπτές. Ωστόσο, η πρόνοια για υπόγειους χώρους στάθμευσης οδήγησε σε εκσκαφές σε βάθος 14 μέτρων. Βεβαίως, το βάθος μειώθηκε ένεκα της θεμελίωσης πάχους περίπου 1,5-2 μέτρα.

Η απροσδόκητη εξέλιξη οδήγησε σε καθυστερήσεις, με τον εργολάβο να διεκδικεί παράταση χρόνου περίπου δυόμιση μηνών κάτι το οποίο ωστόσο θα κριθεί από τα δεδομένα όπως είναι το ημερολόγιο εργοταξίου και άλλοι παράγοντες, αφού όπως υποδεικνύει το Τμήμα Δημοσίων Έργων, θα τηρηθούν οι διαδικασίες ώστε να διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον. Πάντως, το Τμήμα θεωρεί, πως παρά την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στα αρχικά στάδια, οι εργασίες εκτελούνται σε ικανοποιητικούς ρυθμούς χωρίς μεγάλη απόκλιση από το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου.

Την ίδια στιγμή, η κ. Ιορδάνου, απαντώντας σε άλλη ερώτηση του «Φ» ανέφερε, πως οι κατασκευαστικές εργασίες παρακολουθούνται, όχι μόνο από πλευράς χρονοδιαγραμμάτων αλλά και από πλευράς ποιότητας, εκφράζοντας την ικανοποίηση του Τμήματος για τα έως τώρα αποτελέσματα.

Όταν προχθές περάσαμε από το εργοτάξιο διαπιστώσαμε πως σε διάφορα σημεία ολοκληρώθηκε η θεμελίωση, και μέρος των τοίχων αντιστήριξης, ενώ ολοκληρώθηκε εν μέρει και η σιδεροσύνδεση καθώς και άλλες εργασίες, οι οποίες γενικά βρίσκονται στο αρχικό στάδιο, αν ληφθεί υπόψιν, πως καλώς εχόντων των πραγμάτων, συμβατικά το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούλιο του 2026, πλέον ο χρόνος των καθυστερήσεων. Πάντως, «βρέξει χιονίσει», το έργο αναμένεται να παραδοθεί εντός του 2026, ενώ θα τεθεί σε λειτουργία το 2028.

Σε λειτουργία το Μουσείο το 2028

Πιο συγκεκριμένα, οι κατασκευαστικές εργασίες του έργου εκτιμήθηκε ότι θα ολοκληρωθούν εντός 42 μηνών και το συμβόλαιο περιλαμβάνει περίοδο συντήρησης δύο ετών ενώ προνοείται και διαπραγμάτευση για 10ετή συντήρηση. Το έργο θα παραδιδόταν την 9η Ιουλίου, αλλά ένεκα των καθυστερήσεων που έχουν προκύψει, η παράδοση θα παραταθεί.

Στο συμβόλαιο περιλαμβάνονται και εργασίες αποκατάστασης/συντήρησης ενός διατηρητέου κτηρίου και η κατεδάφιση άλλων υφιστάμενων κτιρίων.

Την ολοκλήρωση των εργασιών θα ακολουθήσει 18μηνη περίοδος για την ολοκλήρωση των μουσειογραφικών εργασιών, περιλαμβανομένης και της μεταφοράς και εγκατάστασης των εκθεμάτων, οπόταν η παράδοση του Μουσείου θα γίνει σε 60 μήνες και συγκεκριμένα το 2028.

Το Μουσείο, συνολικού εμβαδού 30.000 τ.μ. (συμπεριλαμβανομένων υπογείων), θα ανεγερθεί σε οικόπεδο 40.000 τ.μ.

Θα περιλαμβάνει μόνιμους εκθεσιακούς χώρους 5.500 τ.μ. που θα φιλοξενούν γύρω στις 6.500 αρχαιότητες, χώρους περιοδικών εκθέσεων 1.000 τ.μ., χώρους εκπαιδευτικών προγραμμάτων, εργαστήρια συντήρησης 2.000 τ.μ., υπόγειους χώρους στάθμευσης, αποθήκες αρχαιοτήτων 5.000 τ.μ., εστιατόριο, καφετέρια, βιβλιοθήκη, αμφιθέατρο, γραφεία, πωλητήριο/ art shop και εκτενή τοπιοτέχνηση των εξωτερικών χώρων. Στα έργα τοπιοτέχνησης θα περιλαμβάνεται και δημόσια πλατεία με σιντριβάνι, η οποία θα σηματοδοτήσει και θα αναβαθμίσει τη νέα, βελτιωμένη εικόνα του αστικού κέντρου.