Αρμόδια πρόσωπα διαψεύδουν κατηγορηματικά ότι στο έκτακτο Κέντρο Κρίσεων για την διαχείριση της πύρινης λαίλαπας στην ημιορεινή Λεμεσό, υπήρξαν οποιεσδήποτε διαφωνίες ή πρόβλημα διεύθυνσης των επιχειρήσεων.
Στο πλαίσιο της έρευνας του «Φ» προκειμένου να διαπιστώσει ευθύνες για τα αίτια της φονικής πυρκαγιάς που οδήγησε στην απώλεια δυο ανθρώπινων ζωών και την καταστροφή δεκάδων οικιών, μοιραία οδηγηθήκαμε στο θέμα διεύθυνσης/διοίκησης σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Σ΄ αυτό το πλαίσιο μαρτυρίες που τέθηκαν ενώπιόν μας έκαναν λόγο για εντάσεις που υπήρξαν στο κέντρο κρίσεων (είχε στηθεί αρχικά στον Άγιο Αμβρόσιο, πριν μεταφερθεί λόγω επέκτασης της πυρκαγιάς) στις κρίσιμες στιγμές το απόγευμα της Τετάρτης.
Στην προσπάθειά μας να λάβουμε απαντήσεις, επικοινωνήσαμε χθες με την υπουργό Γεωργίας, Μαρία Παναγιώτου, υπό την πολιτική ευθύνη της οποίας βρίσκεται το Τμήμα Δασών.
Μας ξεκαθάρισε πως από τις πρώτες στιγμές βρέθηκε στο σημείο και διαβεβαίωσε πως δεν υπήρξε «καμία ένταση μεταξύ υπηρεσιακών κι ανθρώπων που συντόνιζαν για να τύχει διαχείρισης η πυρκαγιά». Το επανέλαβε και διευκρίνισε πως υπήρχαν παράπονα πολιτών, οι οποίοι αγωνιούσαν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν καταγράφηκαν συμπεριφορές που να επηρεάσουν τα επιχειρησιακά σχέδια που βρίσκονταν σε εξέλιξη. Ήταν κάθετη.
Το ίδιο έντονος και σαφής ήταν ο αρχιπύραρχος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, Νίκος Λογγίνος, με τον οποίο επικοινωνήσαμε για να του θέσουμε υπόψιν του τη μαρτυρία. «Δεν υπήρξε καμία διαφορά, όλα κύλησαν σύμφωνα με τα πρωτόκολλα, που καθορίζουν ως υπεύθυνο τον αρχιπύραρχο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για τις επιχειρήσεις. Και ναι, αναλαμβάνω την όποια ευθύνη. Εδώ είμαι για να αναλαμβάνω ευθύνες, κι αν προκύψουν θα αναληφθούν από εμένα προσωπικά. Δεν έχω να κρύψω τίποτα», μας δήλωσε ο κ. Λογγίνος και στη συνέχεια τοποθετήθηκε στα σημεία που του θέσαμε.
Οι ρίψεις
Μετά από ερώτημά μας, ο κ. Λογγίνος τοποθετήθηκε για το θέμα των ρίψεων από πτητικά μέσα, ως ο υπεύθυνος στη διαχείριση όπως αναφέρουν τα πρωτόκολλα (σ.σ. σχέδια «ΙΚΑΡΟΣ» και «ΠΥΡΣΟΣ»). Για τις ρίψεις νερού ηγέρθη θέμα μέσω μαρτυριών πολιτών. Οι τελευταίοι ανέφεραν ότι δεν είδαν πτητικά μέσα να επιχειρούν σε περιοχές όπου η πυρκαγιά έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Ξεκαθάρισε πως τίποτα δεν αφέθηκε στην τύχη. Εξήγησε ότι ενεργοποιήθηκε αμέσως το σχέδιο «ΠΥΡΣΟΣ 2», που τίθεται σε ισχύ όταν χρειάζεται να επιχειρήσουν πάνω από πέντε πτητικά μέσα. Αυτό σύμφωνα με τον αρχιπύραρχο έγινε στις 13:50. Συμπλήρωσε ότι υπήρχε ετοιμότητα από την Τρίτη, αφού υπήρχε και γνώση των μετεωρολογικών δεδομένων και ήταν σε θέση επιφυλακής. Διευκρίνισε πως τα πτητικά μέσα διοικητικά πλέον υπάγονται στην Εθνική Φρουρά (Μονάδα Αερομεταφερόμενων Ειδικών Επιχειρήσεων), χωρίς να αφαιρείται η επιχειρησιακή διεύθυνση από τον ίδιο.

Απαντώντας σε ερωτήματά μας, ανέφερε, μεταξύ άλλων: «Υπό κανονικές συνθήκες υπάρχει ο καθορισμένος από εμάς Αξιωματικός Ελέγχου Εναέριων Μέσων που ελέγχει τις ρίψεις και με τον οποίο βρίσκομαι σε επαφή για οδηγίες. Μετά την άμεση ενεργοποίηση του “ΠΥΡΣΟΣ 2”, με εμπλοκή πάνω από πέντε πτητικά μέσα, αναλαμβάνει καθήκοντα το στράτευμα και ορίζεται υπεύθυνος αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς από εδάφους για το θέμα των ρίψεων, ενώ ταυτόχρονα αναλαμβάνει ελικόπτερο του στρατεύματος να υπερίπταται και να δίδει επίσης οδηγίες για τις ρίψεις στα άλλα πτητικά μέσα («Άρης»). Όλοι, όμως, είναι σε επαφή μαζί μου. Έρχονται πληροφορίες, τις ιεραρχούμε και δίδουμε τις εντολές. Υπάρχει πλήρης συντονισμός μεταξύ όλων».
Θέσαμε ευθέως το ερώτημα που προκύπτει από μαρτυρίες πολιτών που δεν έβλεπαν να γίνονται επιχειρήσεις με μέσα αεροπυρόσβεσης. Ο αρχιπύραρχος απάντησε υποδεικνύοντας πως επηρεάστηκαν 13 κοινότητες, θέλοντας να δείξει ότι ήταν τεράστιο το μέτωπο της πυρκαγιάς και δίδονταν συνέχεια οδηγίες ανάλογα με τις πληροφορίες, οι οποίες τύγχαναν ιεράρχησης.
Ο επίγειος συντονισμός
Για τις επίγειες επιχειρήσεις διαβεβαίωσε ότι υπήρξε απόλυτος συντονισμός με τον διευθυντή του Τμήματος Δασών, Σάββα Ιεζεκιήλ. Ανέφερε ενδεικτικά ότι στις 13:57 μίλησε μαζί του και δόθηκαν οδηγίες ώστε το Τμήμα Δασών με τους δασοπυροσβέστες να αναλάβει την περιοχή περιμετρικά των χωριών, ενώ η Πυροσβεστική Υπηρεσία στη δικαιοδοσία της οποίας ενέπιπτε η πυρκαγιά ανέλαβε την κατάσταση εντός των κοινοτήτων.
Εξήγησε ότι ανάλογα με τις πληροφορίες έδιδε εντολές: «Αξιολογούσαμε τα μηνύματα διαρκώς, δίδαμε συγκεκριμένες εντολές για περιπτώσεις ηλικιωμένων που χρειάζονταν βοήθεια ή για τραυματίες από εγκαύματα. Υπήρξε ιεράρχηση αναγκών. Με το Τμήμα Δασών υπήρξε συνεργασία χωρίς κανένα πρόβλημα. Έχουμε ημερολόγιο ενεργειών και είναι όλα καταγεγραμμένα».
Ο αρχιπύραρχος κάκισε και τη στάση εμπλεκόμενων με την τοπική αυτοδιοίκηση: «Πηγαίνοντας στα χωριά δεν είδα ούτε κι έναν κοινοτάρχη. Διατέθηκε από την κυβέρνηση €1 εκατ. για να γίνουν καθαρισμοί δρόμων και άλλων χώρων, ώστε να ληφθούν προληπτικά αντιπυρικά μέτρα. Δεν έκαναν τίποτα. Ήταν ευθύνη των Επαρχιακών Διοικήσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ρωτήσαμε ξεκάθαρα αν το μοντέλο μπορεί να αποδώσει από τη στιγμή που εμπλέκονται πολλές ανεξάρτητες υπηρεσίες (Πυροσβεστική Υπηρεσία, Τμήμα Δασών, Εθνική Φρουρά, Πολιτική Άμυνα) και αν μπορεί να γίνει ικανοποιητική κεντρική διαχείριση. Ήταν κατηγορηματικός ότι δεν υπάρχει θέμα συντονισμού και υπέδειξε και πάλι τις ιδιάζουσες συνθήκες που υπήρχαν σ΄ αυτή την πυρκαγιά.

Θέση για ευθύνη της Αστυνομίας σε σχέση με το ζεύγος ηλικιωμένων
Μαρτυρία για το θάνατο των ηλικιωμένων εγείρει ερωτηματικά για την Αστυνομία Κύπρου. Στην εκπομπή του ΡΙΚ «Από Μέρα Σε Μέρα» μίλησε ο κοινοτάρχης Συλίκου, Νίκος Αρέστη.
Το ζεύγος των ηλικιωμένων ήταν απόδημοι και προσφάτως επαναπατρισθέντες που διέμεναν στη Συλίκου. Ανέφερε πως μετά που έλαβε μήνυμα για εκκένωση του χωριού, φρόντισε να ηχήσουν οι καμπάνες εκκλησίας της κοινότητας. Ειδοποίησε τον κόσμο να αποχωρήσει από το δρόμο της Τριμίκλινης. Πρόσθεσε πως από λάθος το ζεύγος πήρε το δρόμο Πλατρών – Λεμεσού. Κι ανέφερε στη συνέχεια πως ενώ η Αστυνομία είχε λάβει μέτρα για να μην διέρχονται οδηγοί από τη Λεμεσό προς Πλάτρες, δεν έκανε το ίδιο για την αντίθετη κατεύθυνση.
Υπονόησε ξεκάθαρα ότι αν υπήρχαν αστυνομικοί να ανακόψουν αυτοκίνητα από τις Πλάτρες προς Λεμεσό, η τραγωδία θα αποφευγόταν. Ο «Φ» ζήτησε θέση της Αστυνομίας. Τη μεταφέρουμε αυτούσια: «Στο πλαίσιο της διερεύνησης του αφύσικου θανάτου των δυο προσώπων, καθώς και για τα αίτια της πυρκαγιάς, εξετάζονται όλοι οι παράμετροι που αφορούν στο περιστατικό αυτό». Ρωτήσαμε αν η έρευνα της Αστυνομίας είναι αυτή που διεξάγει το Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Λεμεσού, με την απάντηση να είναι θετική.

Οι θέσεις του Υπουργείο Εσωτερικών για τα εγειρόμενα ζητήματα
- Νωρίτερα ζητήσαμε επικοινωνία με τον υπουργό
Και χθες υπήρξαν αναφορές περί αδυναμίας της υπαγόμενης στο Υπουργείο Εσωτερικών, Πολιτικής Άμυνας, να ανταποκριθεί στο ρόλο της για να επέμβει αποτελεσματικά στο έργο της. Προχθές ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Γονέων Μέσης Εκπαίδευσης, Λοΐζος Κωνσταντίνου, στον αέρα ενημερωτικής εκπομπής του ΡΙΚ, αναφέρθηκε σε κατασκήνωση ανηλίκων στη Λόφου και πως τα παιδιά φυγαδεύτηκαν λόγω ενεργειών των γονέων, διατυπώνοντας τη θέση πως η Πολιτική Άμυνα ήταν αμέτοχη.
Στην εκπομπή συμμετείχε και ο εκπρόσωπος Τύπου της Πολιτικής Άμυνας, Παναγιώτης Λιασίδης. Δεν απάντησε επί της ουσίας. Ούτε νωρίτερα το έπραξε όταν υπήρξε υποβολή ερωτήματος από το συνάδελφο Τάσο Χριστοδούλου.
Χθες, επίσης, αφέθηκαν σαφείς αιχμές για τον τρόπο που χειρίστηκαν φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης το θέμα των προληπτικών μέτρων για αντιπυρική προστασία (καθαρισμός δρόμων και άλλων σημείων).
Ο Φ» αποτάθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών ζητώντας επικοινωνία με τον υπουργό, Κωνσταντίνο Ιωάννου, για τα εγειρόμενα ζητήματα (βρισκόταν σε σύσκεψη γύρω στις 16:00 που είχαμε υποβάλει αίτημα).
Ο κ. Ιωάννου χθες είχε επιστρέψει στην Κύπρο από το εξωτερικό όπου βρισκόταν. Εν τέλει μας μεταφέρθηκαν επισήμως οι ακόλουθες θέσεις από το Υπουργείο: «Με σκοπό να γίνει μια αποτύπωση της κατάστασης, ο Υπουργός Εσωτερικών είχε τηλεφωνική επικοινωνία με Κοινοτάρχες των χωριών που έχουν πληγεί και ενημερώθηκε για το πώς βίωσαν οι ίδιοι την ανταπόκριση της Πολιτικής Άμυνας. Επιπρόσθετα, δόθηκαν οδηγίες στην Πολιτική Άμυνα για να προβεί σε καταγραφή των ενεργειών της Δύναμης και του δικτύου εθελοντών της στο πλαίσιο της υλοποίησης του σχεδίου “Πολύβιος”, καταγράφοντας όλα τα βήματα όπως αυτά ακολουθήθηκαν για την εκκένωση των χωριών. Στη βάση της ενημέρωσης που συλλέγεται από τους πολίτες και τους Κοινοτάρχες, αλλά και από την ενημέρωση της Πολιτικής Άμυνας, θα γίνει η αξιολόγηση και να διαπιστωθεί πού υπήρξαν κενά και ποια είναι τα τρωτά της διαδικασίας που πρέπει να βελτιωθούν».