Ο Χριστόδουλος Γ. Παχουλίδης γράφει τη συγκλονιστική ιστορία του Αγίου και την αμετάκλητη πίστη του στον Θεό.
Στις 2 Σεπτεμβρίου, η Αγία μας Εκκλησία τιμά και γεραίρει με ύμνους και ωδές πνευματικές τη μνήμη του Αγίου Μάμα, ο οποίος χαίρει μεγάλης εκτίμησης ανάμεσα στον κυπριακό Ελληνισμό. Η φήμη του ως θαυματουργού  Αγίου είναι πολύ διαδεδομένη στο νησί μας και κάπου 66 ιεροί ναοί, παρεκκλήσια και εξωκκλήσια είναι αφιερωμένοι στο όνομά του, σε ολόκληρη την Κύπρο.
Ο Λεόντιος Μαχαιράς, στο χρονικό του αναφέρει για τον Άγιο Μάμα τούτα τα χαρακτηριστικά: «Αν ήταν να γράψω τις γιάσεις του, όσπου νάζουν δεν έφτανα…» 
Ο Άγιος Mάμας ήταν τέκνον μαρτύρων γονέων, του Θεόδοτου και της  Ρουφίνας. Γεννήθηκε μέσα στη φυλακή, στην οποία βρίσκονταν φυλακισμένοι οι γονείς του, για την πίστη τους προς τον Χριστό, στα σκληρά  χρόνια των διωγμών του αυτοκράτορα Αυρηλιανού, (270 – 275 μ. Χ.). Τη μέρα που τον γεννούσε η μητέρα του Ρουφίνα, πέθανε από σκληρά  βασανιστήρια, ο πατέρας του Θεόδοτος. Λίγο μετά τη γέννησή του, πέθανε και η μητέρα του. Το πεντάρφανο βρέφος των μαρτύρων Θεοδότου και  Ρουφίνας, παράλαβε η Άμμια Ματρώνα, μια ενάρετη χριστιανή, υπό την προστασία της και το ανέθρεψε με τα νάματα της χριστιανικής πίστης. Τα  πρώτα ψελλίσματα του βρέφους ήταν: «Μάμα – μάμα» και η ευσεβής θετή του μητέρα του έδωσε το όνομα «Μάμας». 
Μικρό παιδί άρπαξαν τον Μάμα οι απηνείς διώκτες του Χριστιανισμού και τον οδήγησαν ενώπιον του ειδωλολάτρη ηγεμόνα της περιοχής του, του Δημόκριτου. Παρ’ όλα δε, τα πολλά και φρικτά βασανιστήρια και τις ελκυστικές υποσχέσεις που τον υπέβαλαν, για να αρνηθεί τη θεία διδασκαλία του Ναζωραίου, έμεινε αμετακίνητος σ’ αυτήν. Έτσι, έπειτα από διαταγή του τύραννου Δημοκρίτου, ρίχτηκε στη θάλασσα, με δεμένη στον λαιμό του μια σιδερένια σφαίρα. Όμως το παιδί δεν πνίγηκε. Άγγελος Κυρίου έλυσε από πάνω του τη σιδερένια σφαίρα και τα κύματα τον οδήγησαν στη στεριά σώο και ασφαλή. Τότε ο νεαρός Μάμας ανέβηκε σε ένα βουνό της Καισάρειας, έχοντας συντροφιά λιοντάρια και άλλα άγρια ζώα του βουνού αυτού, μέχρι τα 15 του χρόνια. Άρμεγε τα άγρια ζώα και ζούσε από το γάλα τους, και βοηθούσε όλους εκείνους που έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν από αυτόν, για τη χριστιανική πίστη. Όμως ο αρχέκακος διάβολος δεν τον άφησε ούτε εκεί ήσυχο, να συνεχίσει το ιεραποστολικό του έργο. Πάλι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν ενώπιον του χριστιανομάχου άρχοντα. Πάλι υποσχέσεις, αλλά και σκληρά βασανιστήρια. Όμως αυτός έμεινε σταθερός και πιστός στρατιώτης του Χριστού, μέχρι θανάτου και ταπείνωσε και εξευτέλισε την «επηρμένη οφρύν» των ειδωλολατρών, οι οποίοι στο τέλος διέταξαν τον δήμιο να κτυπήσει με σιδερένια τρίαινα τον μάρτυρα στην κοιλιά. Ο δήμιος εκτέλεσε την ανόσια προσταγή των κυρίων του και η αγνή ψυχή του μάρτυρα Μάμα πέταξε στην αγκάλη Εκείνου που τόσον αγάπησε, πόθησε και λάτρεψε και κοντά στην αγκάλη των μαρτύρων γονέων του. 
Ο ναός του Αγίου Μάμα, στην κατεχόμενη τώρα Μόρφου, είναι ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα στην Κύπρο. Είναι δε το Καθολικό της πάλαι ποτέ διαλάμψασας ομώνυμης του ιεράς μονής. Ο ναός αυτός, βυζαντινού ρυθμού, με εξαίρετες φορητές εικόνες, οικοδομήθηκε πάνω στα θεμέλια, περιώνυμου ιερού της Αστάρτης, ή θεάς Μορφώ, το 1190, επί του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κομνηνού. Σύμφωνα με μια παράδοση, οικοδομήθηκε στη θέση μικρού ναΐσκου, που ίδρυσαν οι Σαρακηνομάχοι Βυζαντινοί Ακρίτες που στρατοπέδευαν στο μέρος τούτο, και είχαν προστάτη τους τον Άγιο Μάμα. Μέσα στον ναό υπήρχε και λάρνακα, η οποία πάλιν σύμφωνα με την παράδοση, διέπλευσε τη θάλασσα, από τα απέναντι μέρη της Μικράς Ασίας, την «Καραμανιά», και έφθασε στον κόλπο της Μόρφου, με θαυμαστό τρόπο, και μέσα της περιείχετο λείψανο του Αγίου Μάμα. Το μοναστήρι του Αγίου Μάμα στη Μόρφου ήταν ένα από τα πλέον ξακουστά μοναστήρια στην Κύπρο με αξιόλογη κτηματική περιουσία. Στο μοναστήρι αυτό διέμενε και ο εκάστοτε Μητροπολίτης Κυρηνείας, όταν έκανε περιοδείες στα γύρω χωριά. 
Στις αρχές του 20ού αιώνα, μετά τον θάνατο και των τελευταίων μοναχών της Μονής του Αγίου Μάμα, την όλη διαχείριση της μονής, ανέλαβε η Ιερά Μητρόπολη Κυρηνείας. Στη δεκαετία του 1955 – 1956, οικοδομήθηκε πρώτα, δυτικά του ναού, Μητροπολιτικό Μέγαρο, και μετά αναπαλαιώθηκαν τα κτήρια της Μονής, τα οποία χρησιμοποιούντο μέχρι της τουρκικής εισβολής του 1974, ως δικηγορικά και άλλα γραφεία, γραφεία της ενοριακής επιτροπής του Αγίου Μάμα, αίθουσες κατηχητικών, μουσικής και μουσείου. Μετά τον διαχωρισμό της Ιεράς Μητροπόλεως Κυρηνείας, (13 Αυγούστου 1973), σε δύο Μητροπόλεις (Κυρηνείας και Μόρφου), περιήλθε στη δικαιοδοσία της νεοσύστατης Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου. Το υπάρχον Μητροπολιτικό Μέγαρο χρησιμοποιήθηκε ως Επισκοπείο της νέας Μητροπόλεως Μόρφου, και έδρα του πρώτου Επισκόπου Μόρφου, μ. Χρυσάνθου (Σαρηγιάννη) μέχρι της τουρκικής εισβολής. Τώρα οι κατοχικές τουρκικές Αρχές το μετέτρεψαν σε μουσείο βοτανικής και φυσικής ιστορίας.
Η ζωή και το μαρτύριο του Αγίου Μάμα ας είναι παράδειγμα για όλους μας, ιδιαίτερα για τους νέους της εποχής μας, γιατί μόνο κοντά στον Χριστό θα  βρούμε την πραγματική χαρά εδώ στη γη, και θα αξιωθούμε, μετά τον θάνατό μας, να γίνουμε μέτοχοι και της επουράνιας Βασιλείας των Ουρανών. 
Επίσης, μόνο με τη θερμή πίστη προς τον παντοδύναμο και δικαιοκρίτη Θεό, και την ειλικρινή μας μετάνοια, θα αξιωθούμε, όταν ο Ίδιος κρίνει, να επιστρέψουμε ελεύθεροι και με συνθήκες πλήρους ασφάλειας, στην κατεχόμενη τώρα γη μας, και να Τον υμνούμε σε όλες τις κατεχόμενες τώρα εκκλησιές μας μέχρι της συντέλειας των αιώνων.