Ο Χριστόδουλος Γ. Παχουλίδηςγράφει για μια από τις μεγαλύτερες μορφές του ορθόδοξου μοναχισμού, που η Εκκλησία μας εορτάζει την ιερή μνήμη στις 11 Ιανουαρίου.

Ο όσιος Θεοδόσιος ο κοινοβιάρχης, του οποίου την ιερή μνήμη η Εκκλησία μας εορτάζει στις 11 Ιανουαρίου, υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες μορφές του ορθόδοξου μοναχισμού. Ο τόπος καταγωγής του υπήρξε το χωριό Μωγαρισσός της αγιοτόκου περιοχής της Καππαδοκίας και διέπρεψε στα χρόνια του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντος του Μεγάλου (457 – 474). Οι γονείς του, Προαιρέσιος και Ευλογία, ήταν ένα πολύ ευσεβές ανδρόγυνο και τον γαλούχησαν με τα θεία νάματα της χριστιανικής πίστης, από απαλών ονύχων. Νεαρός εκάρην μοναχός και διακρίθηκε από πολύ νωρίς για τον φλογερό του ζήλο, στις τελειότητες της χριστιανικής αρετής. Αυτό που τον συγκινούσε περισσότερο ήταν η συστηματική μελέτη του Ευαγγελίου και ιδιαίτερα οι σκηνές του Πάθους του Κυρίου. Για τούτο επισκέφθηκε τα θεοβάδιστα μέρη και προσκύνησε τα χώματα όπου διαδραματίστηκαν τα μεγάλα γεγονότα των Παθών του Κυρίου και Σωτήρα μας Χριστού.
Αφού δε ασκήτεψε κοντά σε μεγάλους ασκητές, όπως ο Συμεών ο Στυλίτης και ο ησυχαστής Λογγίνος, αποσύρθηκε σε ιδιαίτερο ησυχαστήριο και δίδασκε με λόγια, αλλά κυρίως με έργα, όσους τύγχανε να περνάνε από κοντά του. Με τον χρόνο, πολλοί που πέρασαν από κοντά του, είδαν την πνευματικότητά του και άκουσαν τα σοφά διδάγματά του, γύρισαν από τον κόσμο, αφού απαρνήθηκαν τα του κόσμου, και ζήτησαν να μονάσουν, κάτω από τη θεόπνευστη καθοδήγησή του. Με την αύξηση των αδελφών που ήρθαν να ασκητέψουν στο ησυχαστήριό του, ίδρυσε ένα μεγάλο και ευρύχωρο κοινόβιο μοναστήρι. Ως κοινοβιάρχης, εφάρμοσε πρότυπα, σαν εκείνα της πρώτης Εκκλησίας των χριστιανών. Δηλαδή, όλοι χωρίς εξαίρεση, οι μονάζοντες στο κοινόβιό του, με μια καρδιά και μια ψυχή, ήταν ενωμένοι μεταξύ τους, σαν μέλη της ίδιας οικογένειας, και τα είχαν όλα κοινά (ίδε πραξ. β’, 44 και δ’ 32). Σε προχωρημένη ηλικία πλέον, αφού γαλούχησε με συμβουλές αιώνιας ζωής χιλιάδες ψυχών, παρέδωσε την άγια ψυχή του στον Κτίστη και Δημιουργό της.  
«Ταις αυτούς αγίες πρεσβείες και ευχές, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.