Λίγα λόγια για τον Γρηγόρη Αυξεντίου από τον Χριστόδουλο Γ. Παχουλίδη.
 
Κάθε χρόνο, στις 3 Μαρτίου, χρεωστικά στρέφεται πίσω, των  Ελλήνων της Κύπρου η μνήμη, στον θρυλικό της Ε.Ο.Κ.Α. Υπαρχηγό  να τιμήσει, που την ίδια τούτη ανοιξιάτικη του Μάρτη ημέρα, το 1957, στο δικό του, το αντάρτικο πυρίκαυστο λημέρι, στου Μαχαιρά τις βραχώδεις πλαγιές, στους απανταχού της γης, των λαών τους δυνάστες, έδωσε με τη Λεωνίδειο απάντησή του, το πως ξέρουν των Ελλήνων τα τέκνα λευτεριά να αγαπούν, να πολεμάνε γενναία γι’ αυτήν και πως ξέρουν συνάμα γι’ αυτήν να πεθαίνουν.
Πρώτος μέσα στους πρώτους, της ηρωοτόκου Λύσης ο λεοντόκαρδος γιος, της αρχαίας Ελισσούς θαλερό βλαστάρι, ο Αυξεντίου ο Γρηγόρης, ανεδείχθη «βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα» και φρουρός προγονικών ιδεών και αρχών. Ανέβηκε τα δύσκολα ψηλά σκαλοπάτια των αναβαθμών της εθνικής και ηθικής ανάτασης, για να υπερασπίσει της σκλάβας μικρής του πατρίδας το ανέσπερο φως, την αλήθεια των ονείρων αιώνων και των αέναων πόθων του λαού που τον γέννησε, που δεν ήταν άλλοι απ’ την ένωση της Κύπρου με την αιώνια Μάνα, την ακατάλυτη φλόγα, την ψυχή της ψυχής μας, την πανώρια Ελλάδα.
Ο μετέπειτα αγώνας, που επίσημα άρχισε την αξιομνημόνευτη εκείνη 1ην του Απρίλη του 1955, βρίσκει τον Γρηγόρη, πρώτο στους πρώτους στα μαρμαρένια αλώνια της τιμής, δεξί χέρι του αιώνιου θρύλου του μύθου, του «Αρχηγού Διγενή». Με το ψευδώνυμο ενός άλλου θρυλικού ήρωα, του αρματολού της Πίνδου Πάνου Ζήδρου, ρίχνεται με ένθερμο ζήλο στον ιερό και υπέρτατο αγώνα για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού. Καταζητείται και επικηρύττεται από τους Άγγλους με το ποσό των £5.000. Αυτή ήταν για τους «ευγενείς Βρετανούς» η «τιμή του τετιμημένου», τα «τριάκοντα αργύρια», που θα θέλξουν σε κάποια στιγμή, της προδοσίας τους βδελυρούς εραστές.
Η ζωή του Γρηγόρη Αυξεντίου, από την ώρα που μπήκε στον μεγάλο αγώνα για λευτεριά της Κύπρου και ένωση της με τη Μάνα Ελλάδα, ήταν εξ ολοκλήρου δοσμένη με πάθος στον ιερό του αγώνα σκοπό. Ήταν ένας διαρκής ηρωισμός, ένα πάθος για λευτεριά ή θάνατο, που το ζούσε κάθε μέρα, κάθε στιγμή, μέσα στην ψυχή του. Όταν δε, την 3ην του Μάρτη του 1957, οι  Άγγλοι δυνάστες, οδηγούμενοι από έναν σύγχρονο «Εφιάλτη», αιώνιο και αισχρό της φυλής μας στοιχειό, ανακάλυψαν το κρησφύγετό του, στη βραχώδη πλαγιά, απέναντι απ’ το Μοναστήρι της Μαχαιριώτισσας Παναγιάς, στο κάλεσμά τους να παραδοθεί, στεντόρεια ακούστηκε η λεβέντικη φωνή του, η γνωστή μέσα στους αιώνες, ελληνική απάντηση, σ’ αυτούς τους κάθε λογής τύραννους κάθε εποχής: «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ» και θαρρετά «παραβίασε» της ιστορίας την αιώνια πύλη και εισήλθε στης αθανασίας το Πάνθεο.