Ο αντιστράτηγος ε.α. Δημήτριος Αλευρομάγειρος αναφέρεται στο πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο του Χρύσανθου Χρυσάνθου για τη μάχη της Λευκωσίας.

Θα ήθελα ευθύς εξαρχής να συγχαρώ τον συγγραφέα του βιβλίου «Απεσοβήθη τελικώς ο κίνδυνος… Λευκωσία, 16 Αυγούστου 1974» Χρύσανθο Χρυσάνθου, γιατί με την έρευνά του αποδίδεται τιμή σε έναν από τους πιο αξιόλογους αξιωματικούς, τον αείμνηστο αντιστράτηγο ε.α. Γιώργο Αζίνα, ο οποίος ως συνταγματάρχης ε.ε. στη δεύτερη φάση του «Αττίλα» το 1974 και αναλαμβάνοντας τη Διοίκηση της IIΙ Ανωτέρας Τακτικής Διοίκησης (Λευκωσία) μόλις τη 15η Αυγούστου 1974, υπό τη διοίκηση του οποίου υπήχθη και το ευρισκόμενο εντός του στρατοπέδου της τμήμα της ΕΛΔΥΚ, κατόρθωσε να συμβάλει θετικά στη διατήρηση της Λευκωσίας ελεύθερης μέσα σε μια καταστροφή για την οποία φέρει βαρύτατη ευθύνη η χούντα του ’67.
Προσωπικά υποστηρίζω εδώ και πολλά χρόνια ότι ο στρατηγικός στόχος για τον οποίο επεβλήθη η χούντα του ’67 στην Ελλάδα ήταν η καταστροφή της Κύπρου, αδιάφορο αν το είχαν ή όχι αντιληφτεί οι πρωταίτιοι της χούντας. Όμως και αν ακόμη από βαρεία αμέλεια το έκαναν, είναι γνωστό ότι η βαρεία αμέλεια ισοδυναμεί με δόλο…
Η επαίσχυντος αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας το 1967, την οποία είχε στείλει από το 1964 ο Γεώργιος Παπανδρέου, ύστερα από συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο μετά από την τουρκική προβοκάτσια της Κοφίνου, καθώς και το εγκληματικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974 είναι η απόδειξη.
Μέσα λοιπόν σε αυτή την καταστροφή, η ήρεμη αποφασιστική και ρεαλιστική διοίκηση του συνταγματάρχη Αζίνα με τα ελάχιστα ή μάλλον μηδενικά μέσα που διέθετε και με ένα στρατό εθελοντών αλλά τολμηρών Κύπριων παλικαριών που του διέθεσαν και οι οποίοι εθελοντές είχαν να εκπαιδευτούν από την ημέρα της απολύσεώς τους αλλά και με ένα μικρό τμήμα της πολύ καλής και μάχιμης ΕΛΔΥΚ κατόρθωσε το ακατόρθωτο και η Λευκωσία παραμένει η πρωτεύουσα της Κυπριακής Δημοκρατίας, θέμα ουσιαστικά και σημειολογικά τεράστιο για τη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο συνταγματάρχης Αζίνας, πιστός, δημοκρατικός και φιλότιμος στρατιώτης, ανέλαβε τη διοίκηση της περιοχής αγόγγυστα και μετά το επιτυχές πέρας της αποστολής του παρέμεινε σεμνός και δεν κομπορρημόνησε ποτέ, ακριβώς γιατί ήταν πραγματικός πολεμιστής.
Και όταν ύστερα από χρόνια ανεφέρθη στην περίοδο εκείνη, το έκανε μόνο και μόνο για να τονώσει το φρόνημα, τονίζοντας το αυταπόδεικτο από το 1974 ότι οι Τούρκοι δεν είναι ούτε καν στοιχειωδώς ικανός στρατός ώστε να τον φοβόμαστε.
Γιατί το 1974 δεν κέρδισαν οι Τούρκοι, αλλά χάσαμε μόνοι μας με όλα τα εγκληματικά λάθη, πολλά από τα οποία αναφέρονται στην έρευνα του Χρύσανθου Χρυσάνθου στο προαναφερθέν βιβλίο.
Σήμερα που η Τουρκία πάλι «βρυχάται» έχει μεγάλη σημασία η μελέτη για τα γεγονότα του 1974,  γιατί τα εγκληματικά σφάλματα της χούντας του ’67, ένα από τα οποία ήταν ότι αποτέλεσε ύβρη και για τις Ένοπλες Δυνάμεις μας, τις οποίες αποδυνάμωσε ηθικά και επαγγελματικά, τα οποία οδήγησαν στην καταστροφή της Κύπρου, δεν είναι ανεκτά να επανεμφανιστούν.
Πέραν της οφειλομένης τιμής για τον τότε συνταγματάρχη Αζίνα, το βιβλίο περνά μέσω και των λόγων του αείμνηστου Στρατηγού και αυτό το σημαντικό μήνυμα και για αυτό να μου επιτραπεί να συγχαρώ και πάλι τον συγγραφέα του βιβλίου.