Η Στέλλα Σουλιώτη με τα μάτια της Μαρίας Φυσεντζίδου.

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ερυθρού Σταυρού, που ήταν στις 8 Μαΐου, η ιδιαιτέρα γραμματέας της αείμνηστης Στέλλας Σουλιώτη (υπουργού Δικαιοσύνης 60’ – ’70 και προέδρου του Κυπριακού Ερυθρού Σταυρού), Μαρία Φυσεντζίδου, απέστειλε στην εφημερίδα μας την ομιλία της σε αποχαιρετιστήρια συνεστίαση προς τιμήν της Στέλλας Σουλιώτη.
«Η προσωπικότητα της Στέλλας Σουλιώτη δεσπόζει στο κυπριακό σκηνικό εδώ και τριάντα τουλάχιστον χρόνια. Θα μπορούσα να σας παραθέσω πάμπολλες ωραίες εκφράσεις, προσπαθώντας να τη σκιαγραφήσω. Με μια λέξη, όμως, θα σας δώσω, ίσως, την πλήρη εικόνα: «Ιέρεια της Θέμιδος». 
Η κ. Σουλιώτη, για όσους από σας δεν γνωρίζετε λεπτομέρειες, είναι κόρη του σερ Παναγιώτη Κακογιάννη και της λαΐδης Αγγελικής Κακογιάννη. Τελειώνοντας το σχολείο, φοίτησε στο St. James’ Secretarial College του Λονδίνου και εργάστηκε ως στενογράφος στο Γραφείο Δημοσίων Πληροφοριών, συμπτωματικά δε αναφέρω ότι στο ίδιο γραφείο ακριβώς εκείνο το δωμάτιο της Αρχιγραμματείας που στεγαζόταν, υπηρέτησε τη δεκαετία του ‘60 – ‘70 ως υπουργός Δικαιοσύνης. 
Μόλις κηρύχτηκε ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος ενεγράφη στη Womens’ Royal Air Force και υπηρέτησε στην Αίγυπτο ως αξιωματικός μέχρι το τέλος του πολέμου. Στη συνέχεια πήγε στο Λονδίνο όπου σπούδασε νομικά και απέκτησε τον τίτλο του Barrister-At-Law.
Εργάστηκε στο γραφείο του πατέρα της μέχρι 20 Αυγούστου του 1960, όταν, με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, διορίστηκε υπουργός Δικαιοσύνης από τον αείμνηστο Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Έκτοτε υπηρέτησε το Δημόσιο από πολλές θέσεις, εκείνη του υπουργού Υγείας, για μια τριετία παράλληλα με την υπηρεσία της ως υπουργού Δικαιοσύνης, του Επιτρόπου Νομοθεσίας, του Συμβούλου του Συνομιλητή, κ.λπ. Μετέπειτα διορίστηκε, για τα τέσσερα τελευταία χρόνια, Γενική Εισαγγελέας. Ταυτόχρονα με την υπηρεσία της αυτή και καθόλη τη διάρκεια της τελευταίας τριακονταετίας, προσφέρει τις υπηρεσίες της ακούραστα και με αφοσίωση στον Κυπριακό Ερυθρό Σταυρό, ως πρόεδρός του.
Η κ. Στέλλα Σουλιώτη είναι μια ξεχωριστή, εξέχουσα προσωπικότητα, που δρα και εργάζεται ακούραστα και χωρίς να επιδεικνύεται. Το καθήκον της προς τη δικαιοσύνη και αργότερα προς το Κυπριακό Δημόσιο γενικά, ήταν πάντοτε υπεράνω οικογένειας και προσωπικού συμφέροντος. Δεν υπήρχε για εκείνη, όταν βρισκόταν στο καθήκον, ούτε σύζυγος ούτε κόρη ούτε οικογένεια. Το ακέραιο του χαρακτήρα της ήταν ευδιάκριτο παντού και πάντοτε. Επίσης η ευθυκρισία της, η οξυδέρκειά της, η καλοσύνη, η απλότητά της. Όταν επρόκειτο κανείς να συναντηθεί για πρώτη φορά μαζί της, αισθανόταν κάτι σαν «δέος». Από τις πρώτες όμως φράσεις που θα του απηύθυνε η κ. Σουλιώτη, με εκείνο το απλό και τόσο ευπροσήγορο ύφος της, τον έκαμνε να αισθανθεί αμέσως τόσο άνετα. Εκινείτο με άνεση στους κύκλους της. Ήταν πάντοτε προσιτή σε όλους και με την καλοσύνη της και τη μεγάλη ανθρώπινη καρδιά της κι όλες γενικά τις αρετές της, κατατάγηκε στην κατηγορία των «μεγάλων ανθρώπων».
Σκληρή, αλλά και πολύ μεθοδική στη δουλειά της, ακούραστη και με μειλίχιο ύφος, έδιδε τις οδηγίες στους υφισταμένους της και τις προσωπικές της γνώμες στους ανωτέρους της. Ήξερε, όμως, να αναγνωρίζει τους κόπους και να σέβεται τις εκτιμήσεις των άλλων.
Όσοι εργάστηκαν μαζί της θα διέκριναν από τις πρώτες κιόλας επαφές τους τις ξεχωριστές αυτές ιδιότητές της. Κι έμαθαν πολλοί πολλά πράγματα από αυτή τους τη συνεργασία. Τα δέκα χρόνια, που δούλεψα μαζί με την κ. Σουλιώτη ήταν για μένα όχι μόνο το καλύτερο σχολείο, αλλά και το καλύτερο προσόν για την παραπέρα καριέρα μου. Σε ευχαριστούμε όλες κυρία Σουλιώτη, για αυτά που μας έμαθες».