Σύμφωνα με την πρώτη καταγγελία, ο ιατρός πήρε από φύλλο αγώνος τα στοιχεία ανήλικου ποδοσφαιριστή που ήταν εγγεγραμμένος σε άλλο προσωπικό ιατρό, και τον ενέγραψε στη δική του λίστα, χωρίς τη συγκατάθεση των γονέων του. Σύμφωνα με τη δεύτερη καταγγελία, όταν οι γονείς ανήλικου προσπάθησαν να τον εγγράψουν σε ιατρό της επιλογής τους, πληροφορήθηκαν ότι είναι ήδη γραμμένος στη λίστα του άλλου ιατρού, χωρίς να έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους.
Μετά από διερεύνηση του ζητήματος, όπως αναφέρει η απόφαση της Επιτρόπου, ο ιατρός ισχυρίστηκε ότι εκ παραδρομής ενέγραψε τους δικαιούχους, ως ιατρός αγώνα και της ομάδας, χωρίς όμως να έχει τη συγκατάθεσή τους, και μετά από κακή συνεννόηση με την ομάδα. Ανέφερε επίσης ότι ακολούθως τους διέγραψε και έτσι ενεγράφησαν τελικά σε προσωπικό ιατρό της επιλογής τους και απολογήθηκε για την αναστάτωση που προκάλεσε. Λειτουργοί του Γραφείου είχαν τηλεφωνική επικοινωνία με τους γονείς των παιδιών και επιβεβαίωσαν ότι ολοκληρώθηκε η εγγραφή τους σε ιατρούς της επιλογής τους.
Η Επίτροπος κατέληξε ότι οι πιο πάνω πράξεις του ιατρού έγιναν κατά παράβαση του Άρθρου 9(2)(α) του ΓΚΠΔ και επέβαλε στον Καθ’ ου την καταγγελία τη διοικητική κύρωση της επίπληξης. Ο ιατρός ενημερώθηκε ότι, αν στο μέλλον προβεί σε παρόμοιας φύσεως παράβαση, η παρούσα επίπληξη θα ληφθεί υπόψιν ως επιβαρυντικός παράγοντας, καταλήγει η απόφαση.