Από χθες μπήκαμε στον Απρίλιο, μάλλον τον χειρότερο μήνα του χρόνου για τους παραγωγούς ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η παραγωγή είναι μεν υψηλή, καθώς οι καιρικές συνθήκες ευνοούν την αποδοτικότητα των φωτοβολταϊκών, αλλά η κατανάλωση ρεύματος είναι μικρή. Ούτε θέρμανση, ούτε ψύξη απαιτούνται σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Και δεν έχουμε τουρίστες.

Ε, πόσο ρεύμα να κάψουμε; Χθες, αργία, στη 1 μ.μ. η μέγιστη κατανάλωση σύμφωνα με τον Διαχειριστή Μεταφοράς αντιστοιχούσε σε 523 μεγαβάτ. Τα 294 MW αφορούσαν φωτοβολταϊκά, τα υπόλοιπα 229 MW ήταν από συμβατικές μηχανές της ΑΗΚ.

Στις 29/3, Παρασκευή, η κατανάλωση στη 1 μ.μ. ήταν 567 MW, από τα οποία τα 323 από φωτοβολταϊκά. Δηλαδή, από τις μηχανές της ΑΗΚ παίρναμε ενέργεια που αντιστοιχούσε σε 244 MW.

Λίγο – πολύ κάθε μέρα, την άνοιξη και ιδιαίτερα Απρίλιο (αλλά και φθινόπωρο) αυτό συμβαίνει. Ζήτηση ρεύματος λίγο κάτω από 600 μεγαβάτ και κάλυψη της ζήτησης κατά 230-250 MW από την ΑΗΚ. Διαφορετικά δεν γίνεται, σύμφωνα με τον Διαχειριστή Μεταφοράς, τον Διαχειριστή Διανομής, τη ΡΑΕΚ, κλπ. Θα τεθεί υπό απειλή η ευστάθεια του συστήματος. Όποιος μπορεί να αποδείξει ότι γίνεται, χωρίς προηγουμένως να αποκτήσουμε αποθήκευση, να το εξηγήσει.

Πώς μπορούν, λοιπόν, να αποφευχθούν οι περικοπές πράσινης ενέργειας όταν τις μέρες της άνοιξης χρειαζόμαστε ενέργεια από ισχύ περίπου 550 μεγαβάτ, από την οποία μόνο 300 μεγαβάτ «πρέπει» να προέρχονται από φωτοβολταϊκά και αιολικά, τα οποία όμως συνολικά έχουν εγκατεστημένη ισχύ 830 μεγαβάτ (674+156 μβ, σύμφωνα με τον Διαχειριστή);

Για την περίοδο της χαμηλής κατανάλωσης, δηλαδή, χρειαζόμαστε περίπου τη μισή ισχύ των φωτοβολταϊκών που είναι εγκατεστημένα. Και σημειώστε πως μέσα στο 2024 ή νωρίς το 2025 υπολογίζεται να εγκατασταθούν άλλα 200 μεγαβάτ. Θα χρειαζόμαστε ενέργεια από 300 μεγαβάτ φωτοβολταϊκών και θα έχουμε διαθέσιμη περίπου 800 μεγαβάτ ισχύ. Η πλεονάζουσα ενέργεια θα πηγαίνει στον «γάμο του καραγκιόζη», που λέμε. Ενόσω δεν υπάρχει επαρκής αποθήκευση ενέργειας.

Και επειδή πολλοί εξακολουθούν να δηλώνουν πως το κορεσμένο σε κάποιες περιοχές δίκτυο της ΑΗΚ είναι ο κύριος λόγος για τις περικοπές πράσινης ενέργειας (άρα, ας μεγαλώσουμε το δίκτυο για να «πετούμε» λιγότερο πράσινο ρεύμα) είναι καλό να δούμε τι δήλωσε στο insider.gr ο Σταύρος Παπαθανασίου, καθηγητής του Μετσόβειου Πολυτεχνίου και συντονιστής στο Υπουργείο Ενέργειας της Ελλάδας για τη διαχείριση των περκοπών: «Στις περικοπές ουσιαστικά μιλάμε πρωτίστως για χαμένες μεγαβατώρες, όμως οι λόγοι που συμβαίνουν μπορεί να είναι αρκετά διαφορετικοί». Μίλησε για δύο κυρίως κατηγορίες: Οι πρώτες είναι αυτές που συμβαίνουν σε επίπεδο αγορών και οφείλονται σε ανεπάρκεια ζήτησης. Οι περικοπές αυτές είναι ήδη πολύ σημαντικές και θα είναι κυρίαρχες όσο αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ, είπε ο καθηγητής. Ο δεύτερος λόγος περικοπών είναι ο κορεσμός των τοπικών δικτύων. Ακόμα κι αν υπάρχει επαρκής ζήτηση για να απορροφήσει τη διαθέσιμη παραγωγή, η παραγωγή αυτή ίσως να μην μπορεί να διακινηθεί στο δίκτυο, λόγω κορεσμού, είπε ο κ. Παπαθανασίου.

Στην Κύπρο όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διαχειριστή, είναι ανύπαρκτες ή ελάχιστες οι περικοπές πράσινης ενέργειας τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, που υπερδιπλασιάζεται η κατανάλωση σε σχέση με την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Συνεπώς, ο βασικότερος λόγος για τις περικοπές είναι η πολύ χαμηλή ζήτηση σε αυτές τις δύο εποχές. Καθώς θα μεγαλώνει το δίκτυο στην Κύπρο, θα αυξάνεται η ισχύς των φωτοβολταϊκών που θα συνδέονται, αλλά θα αυξάνεται και η ενέργεια που δεν θα χρησιμοποιείται από τον Διαχειριστή.

Σε κάθε περίπτωση, προσθέτει ο κ. Παπαθανασίου, η αντιμετώπιση του προβλήματος περνάει από την αποθήκευση ενέργειας και τις διασυνδέσεις.

Μπορεί όμως η αποθήκευση,όπως προσφέρεται σήμερα, να λύσει 100% το πρόβλημα, βραχυπρόθεσμα; Και μπορεί να το λύσει χωρίς να αυξήσει σημαντικά την τιμή της κιλοβατώρας; Σε αυτή τη φάση, η απάντηση από παράγοντες της ενέργειας στην Κύπρο είναι μάλλον αρνητική και στις δύο ερωτήσεις.