Ως καλύτερο έργο της Αγγλίας, ο RIBA βράβευσε φέτος το Town House, ένα κτήριο του πανεπιστημίου Kingston στο Λονδίνο. Ξεχώρισε όμως και ένα συγκρότημα κοινωνικής στέγασης, δίδοντας του το βραβείο Neave Brown.
Η είσοδος του Peter Barber στην αρχιτεκτονική, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, συνέπεσε με την κατάργηση των κοινωνικών κατοικιών από την Μάργκαρετ Θάτσερ. Σήμερα, το 17% των νοικοκυριών της Βρετανίας ζουν σε χώρους κοινωνικής στέγασης, ενώ 7,000 άνθρωποι -μόνο στο Λονδίνο- είναι άστεγοι, την ίδια ώρα που για μεγάλο μέρος του πληθυσμού η στέγαση αποτελεί το μεγαλύτερο τους έξοδο και πολλές φορές είναι ασύμφορη. Πλέον αρκετά δημοτικά συμβούλια επαναφέρουν την πρακτική της κοινωνικής στέγασης και ο Barber έχει στρέψει την δραστηριότητα του γραφείου του στον τομέα αυτό προσπαθώντας να εξανθρωπίσει την ζωή ευάλωτων και χαμηλά αμειβόμενων ομάδων. Πριν λίγα χρόνια, είχε ξεχωρίσει με το Holmes Road στο Camden Town, ενώ φέτος ο Βασιλικός Σύλλογος Αρχιτεκτόνων τον βράβευσε για το McGrath Road στο Newham.
Πρόκειται για 26 τριώροφες και τετραώροφες κατοικίες που συνδέονται μεταξύ τους με μια κοινόχρηστη αυλή. Όλα τα σπίτια έχουν μπαλκόνια και roof garden για να απολαμβάνουν οι ένοικοι τους την θέα. Όπως σημείωσε ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής για το βραβείο «Neave Brown», David Mikhail, «εκτός από την εφευρετικότητά του, το συγκεκριμένο έργο συνεισφέρει τα μέγιστα στην ευρύτερη περιοχή. Προβάλλει αισιοδοξία και καταφέρνει να δημιουργεί ατμόσφαιρα γειτονιάς».
Από τη δική του μεριά ο πρόεδρος του RIBA, Simon Allford, σημείωσε: «Είναι ένα υπόδειγμα κοινωνικής στέγασης υψηλής ποιότητας σε έναν από τους πιο πυκνοκατοικημένους δήμους του Λονδίνου και δείχνει τι μπορεί – και πρέπει – να επιτευχθεί σε ολόκληρη την χώρα. Είμαι βέβαιος ότι θα είχε υποστηριχθεί από τον αείμνηστο, σπουδαίο Neave Brown». (σημ: Ο Neave Brown, Βρετανό-Αμερικανός αρχιτέκτονας, έζησε μεταξύ 1929 και 2018 και θεωρείται πρωτοπόρος στην οικιστική αρχιτεκτονική της Βρετανίας. Το συγκεκριμένο βραβείο δίδεται προς τιμήν του).
Το McGrath Road καταλαμβάνει ένα μικρό αστικό τετράγωνο, φτιαγμένο με τουβλάκια, καμάρες και προσόψεις που παραπέμπουν στην παράδοση. Διαμερίσματα διαφορετικής τυπολογίας, ενώνονται μεταξύ τους δημιουργώντας μία ενιαία οντότητα. Όπως και άλλα του έργα εισάγουν στην εποχή μας προμοντέρνες τυπολογίες, με βεράντες, πλακόστρωτα και αυλές τις οποίες ο Barber αναμένει ότι οι κάτοικοι θα γεμίσουν με φυτεύσεις και έπιπλα, μετατρέποντάς τις σε έναν ευχάριστο, κοινόχρηστο θύλακα.
Ενώ για πολλούς αρχιτέκτονες, η στέγαση θεωρείται βαρετή και ασύμφορη, για τον Barber, αποτελεί αποκλειστική ενασχόληση, η οποία μάλιστα ξεπερνά τα όρια του ντιζάιν και γίνεται πολιτική παρέμβαση για το δικαίωμα στην στέγαση. «Πρέπει να ξεφύγουμε από την φιλοσοφία Right to buy, όπως έχει ήδη συμβεί στην Σκωτία και την Ουαλία», υποστηρίζει. Χρειάζεται έλεγχος ενοικίων και ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα δημόσιας στέγασης που θα χρηματοδοτείται από την άμεση φορολογία».
Από την ίδρυση του γραφείου του, το 1989, ο Barber δραστηριοποιείται επισταμένως σε αυτό το σχεδόν περιθωριακό περιβάλλον, δοκιμάζοντας τα όρια του δυνατού. Από άποψη διατηρεί το γραφείο του σε μικρή κλίμακα και «οικογενειακή» ατμόσφαιρα 10 μόνο ατόμων. Παράλληλα διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Westminster. «Η ενασχόληση, όπως λέει, με την εκπαίδευση βοηθάει στο να απομακρυνθείς από το εδώ και τώρα και να φανταστείς κάτι διαφορετικό από το status quo».
Ελεύθερα, 21.11.2021.