«Η επανάληψη στη ζωή είναι καταστροφή και η τάξη ολοκληρωτική», πίστευε ο Gaetano Pesce. Και σε μια εποχή που πολλοί επιζητούσαν την τάξη αυτός ύμνησε την αταξία. Μέχρι τα 84 του, όταν πέθανε την περασμένη βδομάδα αφήνοντας πίσω του δημιουργίες που αποτελούν μέρος της ιστορίας του design.

Πιο γνωστό ίσως από τα έργα του Gaetano Pesce είναι η πολυθρόνα La Mamma, γνωστή ως Donna και Up chair. Σχεδιασμένη το 1969, σε σχήμα στρουμπουλής γυναίκας με μια αλυσίδα να τη συνδέει με το πουφ που τη συνόδευε σε σχήμα μπάλας, συμβόλιζε –κατά το δημιουργό- την υποταγή της γυναίκας. Το μήνυμα δεν ήταν σαφές για όλους εξ ου και αρκετοί υπεύθυνοι μουσείων, όπου κατά καιρούς εκτέθηκε η πολυθρόνα, μαρτυρούν πως οι γυναίκες δεν κάθονταν εύκολα σε αυτήν, εισπράττοντας αντίστροφα το μήνυμα. Εν τούτοις, παραμένει ένα από τα πιο εμβληματικά κομμάτια του design και αναπαράγεται σε διάφορες επενδύσεις ενώ η αλυσίδα είχε γίνει εξ αρχής σχοινί.  

Εκτός από τον συμβολισμό, η καρέκλα θεωρήθηκε ριζοσπαστική και για το υλικό με το οποίο ήταν φτιαγμένη. Όπως είχε εξηγήσει ο Pesce, η ιδέα προέκυψε καθώς έκανε ντους. «Όταν πίεσα το σφουγγάρι που κρατούσα, συρρικνώθηκε και όταν το άφησα, επέστρεψε στον αρχικό του όγκο. Και σκέφτηκα: Δεν θα μπορούσε μια καρέκλα να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο;» Στο ατελιέ του στο Παρίσι, ο Pesce άρχισε να πειραματίζεται με την πολυουρεθάνη και σύντομα ανέπτυξε ένα μοντέλο που αψηφούσε τη βαρύτητα: έναν δίσκο πάχους τεσσάρων ιντσών που, όταν αφαιρούνταν από τον φάκελο PVC όπου βρισκόταν, ανασηκωνόταν και γινόταν μια μαλακή πολυθρόνα. Εξ ου και ένα από τα ονόματα της είναι Up.

Το 1973 η παραγωγή της σταμάτησε αφού το φρέον, το διογκωτικό συστατικό αναμεμειγμένο με πολυουρεθάνη, ήταν επιβλαβές για το στρώμα του όζοντος. Αρκετά χρόνια αργότερα επαναλανσαρίστηκε χωρίς φρέον.

Εξίσου ριζοσπαστικές, ή τελοσπάντων εκτός των στερεότυπων, ήταν όλες οι δημιουργίες του: έκκεντρα σχήματα, έντονα χρώματα, μη συμβατικά υλικά σε αντικείμενα τέχνης και περιστασιακά, κτήρια. Ένα από τα αρχιτεκτονήματα του (αρχικά σπούδασε αρχιτεκτονική) ήταν δύο ξεχωριστά παιχνιδιάρικα «εξοχικά σπίτια» στην Απουλία της Ιταλίας, για ένα παντρεμένο ζευγάρι. Τα έφτιαξε από πολυουρεθάνη, ένα ροζ, ένα μπλε. Γιατί δύο; «Το να μένεις συνεχώς μαζί με κάποιον είναι βαρετό», εξήγησε. Και φυσικά ήταν στον αντίποδα του μινιμαλισμού και του μοντερνισμού. Τόσο πολύ που για μια έκθεση το 1975 στο Παρίσι, παρουσίασε μοντέλα κτηρίων που παρέπεμπαν σε κτήρια του Mies van der Rohe, φτιαγμένα από ωμό κρέας. Όταν το κρέας άρχισε να σαπίζει, η παράσταση έπρεπε να κλείσει. «Ήθελα να δείξω ότι οι άνθρωποι μπορούν να αποσυντίθενται όταν ζουν σε ένα συγκεκριμένο είδος χώρου», είπε ο Pesce.

Διατηρώντας τις ίδιες πεποιθήσεις, όταν το 2022 του ζητήθηκε να εκθέσει στο μουσείο Τέχνης Aspen στο Κολοράντο, απάντησε «δεν εκθέτω σε φυλακές», αναφερόμενος στο ξύλινο πλέγμα, του Ιάπωνα αρχιτέκτονα Shigeru Ban, που καλύπτει το κτήριο. Εν τέλει έφτιαξε μια φουσκωτή πρόσοψη που απεικονίζει τον ήλιο να δύει πάνω από βουνά, “My Dear Mountains”, για να αλλάξει την πρόσοψη.

Η φαινομενικά ατελείωτη ποικιλία των έργων του Pesce δεν ήταν τυχαία. «Πιστεύω ότι ο θησαυρός του κόσμου είναι η διαφορετικότητα», είπε στο περιοδικό Times το 2022. «Αν είμαστε ίδιοι, δεν μπορούμε να μιλήσουμε, γιατί δεν υπάρχει τίποτα να πούμε. Αλλά αν εσείς και εγώ είμαστε διαφορετικοί, έχουμε πολλά να ανταλλάξουμε».

Παρά την πληθωρικότητα στα έργα του, στο σπίτι του στη λεωφόρο East End, στη Νέα Υόρκη όπου ζούσε τις τελευταίες δεκαετίες, ο Pesce είχε απλά ένα τραπέζι εργασίας, μερικά βιβλία και πολύ λίγα από τα δικά του κομμάτια κάνοντας ένα φίλο του να παρατηρεί: «Το σπίτι του είναι σαν το σπίτι κάποιου που φεύγει για πάντα, αύριο το πρωί». Αυτό που τον ενδιέφερε πιο πολύ ήταν η θέα στον ποταμό East River. «Πάντα ζούσα κοντά στο νερό», είχε πει στους Financial Times. «Το νερό είναι για πάντα σε κίνηση, αλλάζει με το φως, κι έτσι έχω την πεποίθηση ότι η ζωή δεν πρέπει να είναι στατική – πρέπει να κινούμαι όπως το νερό. Ο χρόνος μας είναι υγρός».

Στο τέλος της καριέρας του, όπως συμβαίνει συχνά, ο ριζοσπαστισμός του αγκαλιάστηκε από το κατεστημένο με αποτέλεσμα να γίνει κι ο ίδιος κατεστημένο με πάρα πολλές αναδρομικές εκθέσεις και ιδιαίτερα ψηλές τιμές στα έργα του.

Ελεύθερα 14.4.2024