Η αλήθεια είναι πως κατευθυνόμενη προς τον Κάτω Δρυ, το αρχοντικό μελισσοχώρι της ορεινής Λάρνακας, διερωτόμουν τι σχέση μπορεί να έχει η μέλισσα με το κέντημα και πώς μπόρεσαν να τα «παντρέψουν» σ’ ένα μουσείο, που είναι αφιερωμένο στους Ε/κ εθελοντές των Βαλκανικών Πολέμων. Φτάνοντας, οι απορίες μεγάλωσαν, αφού σε κάθε δωμάτιο του «Μουσείου Μέλισσας και Κεντήματος», η θεματική άλλαζε και ξεκινούσε η αφήγηση μιας άλλης ιστορίας. Ιστορίες για τη μέλισσα, το λευκαρίτικο κέντημα και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων μέχρι τις αρχές του περασμένου αιώνα. 

Όταν τέλειωσε η ξενάγηση, που περιλαμβάνει γευσιγνωσία μελιού και άλλων τοπικών προϊόντων, αντιλήφθηκα πως δεν θα μπορούσε να ήταν αλλιώς ή αλλού αυτό το ιδιαίτερο μουσείο και πως η ιστορία του είναι μία. Είναι η ιστορία της οικογένειας των εμπνευστών του, μέσα από την οποία ξεδιπλώνεται η μεγάλη τους αγάπη για τον τόπο τους, που «άνθισε» χάρη στο λευκαρίτικο κέντημα, τη μελισσοκομία και τη γεωργία.  

Ο Ιάκωβος Κορνιώτης, η σύζυγός του Έλλη και η κόρη τους Θεοδώρα, μίλησαν στον «Φ» για την απόφασή τους να στεγάσουν σ’ ένα μουσείο, που βρίσκεται πάνω από το σπίτι τους, τα βιώματα των ανθρώπων της ευρύτερης περιοχής Λευκάρων, οι οποίοι με κόπο και μόχθο, κατάφεραν να φέρουν τεράστια ανάπτυξη στην ορεινή Λάρνακας και να διαδώσουν την κυπριακή κουλτούρα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. 

Αυτό έκανε ο Μάκης Χατζηορθοδόξου και η Μαργαρίτα Τσαμίλλη, ο παππούς και η γιαγιά της κ. Έλλης, η ζωή των οποίων και τα κειμήλια που άφησαν, αποτελούν τη βάση του μουσείου που είναι αφιερωμένο στο κέντημα και δημιουργήθηκε στο νεοκλασικό τους σπίτι. Το πρώτο που βλέπεις μπαίνοντας, είναι τη φωτογραφία του γάμου τους. Κατάγονταν και οι δύο από πολύ φτωχές οικογένειες. Ο Μάκης Χατζηορθοδόξου, το 1916 κι ενώ ήταν μόλις 15 χρόνων, αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, προκειμένου να ξεχρεώσει το σπίτι του πατέρα του. Η απόφασή του να γίνει έμπορος κεντημάτων στη Βρετανία, τη δεκαετία του 1930, άλλαξε τη ζωή ολόκληρη της οικογένειας. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

«Πριν γίνει κεντητάρης, είπε στον αδελφό του να του βρει μια γυναίκα να παντρευτεί από τον Κάτω Δρυ. Έτσι παντρεύτηκε τη γιαγιά μου, που έκανε κεντήματα. Ήταν πολύ όμορφο ζευγάρι και πέθαναν ερωτευμένοι. Με τα πρώτα λεφτά που έβγαλε στην Αγγλία, έκαναν τον γάμο τους, που ήταν μοναδικός. Ο παππούς μου έφερε τον Γκλάζνερ από τη Λάρνακα (σ.σ θρυλικός φωτογράφος της εποχής) και ήταν ο πρώτος στην περιοχή, που είχε φωτογραφίες από τον γάμο του. Κατάφερε να κτίσει ένα από τα 50 νεοκλασικά στον Κάτω Δρυ και ήταν ένας από τους πρώτους δωρητές του». 

Μετά τον γάμο, πήρε μαζί του και τη γυναίκα του, μια απόφαση που εκτόξευσε τις πωλήσεις κεντημάτων. «Με τη γιαγιά μου ήταν πιο εύκολο ν’ ανοίξουν οι γυναίκες την πόρτα στη Βρετανία. Ήταν πολύ δύσκολο να βρουν πελάτες και να μπουν στα αρχοντόσπιτα. Όλοι οι κεντητάρηδες είδαν πολλά πράγματα και μαζί με τα λεφτά, έφεραν πίσω και κουλτούρα. Ήταν, επίσης, οι πρώτοι που είχαν λεφτά για να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Η πρώτη γυναίκα οδοντίατρος ήταν από τα Λεύκαρα, επειδή πωλούσε κεντήματα ο πατέρας της στη Γαλλία. Κάποιοι έφτασαν στην Κίνα και τις ΗΠΑ για να πωλήσουν κεντήματα. Η πρώτη που πώλησε λευκαρίτικο κέντημα ήταν η Αλισαβού του Χατζηλούκα. Είχε σκοτωθεί ο άντρας της και έμεινε με πέντε παιδιά, τα οποία λιποθυμούσαν από την πείνα. Το μόνο που ήξερε να κάνει ήταν κέντημα. Έτσι πήγε στο Τρόοδος και πούλησε τα πρώτα κεντήματα. Αυτή η γυναίκα άνοιξε μια πόρτα, που έφερε εκατομμύρια στην περιοχή και ακόμη φέρνει έσοδα». 

Πιο κάτω, στο σπίτι του προπάππου της κ. Έλλης, που κτίστηκε πριν από 300 χρόνια, βρίσκεται αίθουσα που είναι αφιερωμένη στη μέλισσα, μια άλλη με γεωργικά εργαλεία και δύο όπου βρίσκεται το μαειρκό και ο αργαλειός. 

«Ήρθαν εδώ άτομα από όλο τον κόσμο, ακόμη και από την Αλάσκα. Ο καθένας έχει μια άλλη δουλειά, μια άλλη ζωή και ανταλλάσσουμε πληροφορίες. Στο τέλος, επειδή μιλώ τόσο πολύ για την οικογένειά μου, θεωρώ πως είναι καθήκον μου να ρωτήσω και για τη ζωή τους. Κάνουμε και εκδηλώσεις εδώ για την αμυγδαλιά, το μέλι και θα γίνει και μία για τις διαδρομές των κεντητάρηδων». 

Ένας μοναδικός μελισσόκηπος

Στην είσοδο του μουσείου, δημιουργήθηκε πρόσφατα με τη συμβολή της ΕΤΑΠ Λάρνακας και του σωματείου «Ένα Εμείς», ο μελισσόκηπος «Melifera», που αποτελούσε το όνειρο της Θεοδώρας Κορνιώτου. «Έβλεπα τον παπά μου να ξεναγεί και να βγάζει κόσμο έξω για να του δείχνει τις μέλισσες. Γι’ αυτό σκέφτηκα να κάνουμε κι ένα υπαίθριο μουσείο. Στην αρχή φαινόταν δύσκολο, αλλά πέρσι με πλησίασε η Κωνσταντίνα Καρακώστα από το “Ένα Εμείς”, είπα τα σχέδιά μας και δημιουργήσαμε τον μελισσόκηπο. Φυτέψαμε πάνω από 50 φυτά που προσελκύουν μέλισσες και δημιουργήσαμε έναν χώρο με καθίσματα από κυψέλες».

Λέει πως οι αντιδράσεις όσων επισκέπτονται το μουσείο είναι ενθουσιώδεις, λόγω του τρόπου που γίνεται η ξενάγηση. «Επειδή είναι και το σπίτι μας εδώ, νιώθουν το οικογενειακό κλίμα. Δοκιμάζουν και τα προϊόντα του παπά μου. Και οι τρεις μιλούμε αγγλικά, η μάμα ξέρει λίγα γαλλικά και ο πατέρας μου έμαθε και λίγα ρώσικα». 

 

 

 

Προσεχώς και πάρκο αμυγδαλιών

Η ιδέα για τη δημιουργία του μουσείου, που άνοιξε το 2008, ανήκει στον κ. Ιάκωβο, ο οποίος είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός, 76 χρόνων.  

«Είχαμε πολλά αντικείμενα από τους προγόνους μας και λυπούμουν να τα πετάξω. Υπήρχαν τότε κάποια οικονομικά κίνητρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Κυπριακή Δημοκρατία κι έτσι προχωρήσαμε. Ταυτόχρονα, επειδή είχαμε πολλά κεντήματα, σε ερμάρια και μπαούλα, σκεφτήκαμε να τα εκθέσουμε. Ένας λόγος που φτιάξαμε και το μουσείο μέλισσας, που είναι το μοναδικό στην Κύπρο, είναι επειδή ασχολούμαστε με τη μελισσοκομία. Το μέλι μας πήρε και παγκόσμιο βραβείο σε διαγωνισμό στο Λονδίνο. Παράγουμε, επίσης, κρασί, χαρουπόμελο, ελαιόλαδο κα». 

Το επόμενο όνειρο του κ. Ιάκωβου, είναι να δημιουργήσει ένα πάρκο αμυγδαλιών στον Κάτω Δρυ. «Έχω έρωτα με τη φύση», λέει, αναφέροντας πως έπειτα από μελέτες χρόνων, διαπίστωσε πως στην περιοχή υπάρχουν 20 ποικιλίες αμυγδαλιών. «Στο πάρκο θα μαζέψω όλες τις ποικιλίες και θα είναι επισκέψιμο. Έγραψα και βιβλίο γι’ αυτές, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών».

ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Οι ξεχασμένοι ήρωες

Το «Μουσείο Μέλισσας και Κεντήματος» είναι αφιερωμένο στους 1.600 Κύπριους εθελοντές που πήραν μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912-13. 

«Ο αδελφός της γιαγιάς μου, Ιωσήφ Τσαμίλλης, που γεννήθηκε σ’ αυτό το σπίτι, ήταν ένας από τους εθελοντές. Αποφασίσαμε να τους αφιερώσουμε το μουσείο, επειδή είναι ξεχασμένοι ήρωες, που δεν τους αναφέρουν ούτε στην ιστορία», λέει η κ. Έλλη, αναφέροντας πως πρόσφατα ο καθηγητής Πέτρος Παπαπολυβίου, έγραψε βιβλία γι’ αυτούς.

Με στόχο να τιμήσει περαιτέρω αυτούς τους ήρωες, επτά εκ των οποίων κατάγονται από τον Κάτω Δρυ, η οικογένεια Κορνιώτη, ανέλαβε πρωτοβουλία ώστε να δημιουργηθεί μνημείο στην κοινότητα, για να θυμίζει την ιστορία τους.