Του Clive Crook

Η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) καθυστέρησε χαρακτηριστικά ως προς την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Πρόκειται τώρα να το “τραβήξει” πολύ μακριά με τη νομισματική σύσφιγξη; Είναι σίγουρα πιθανό.

Ο καλύτερος λόγος για να διατηρεί κανείς τον πληθωρισμό υπό έλεγχο είναι κατ’ αρχήν ότι, όταν είναι ανεξέλεγκτος, είναι δύσκολο να τον επαναφέρει σε φυσιολογικά επίπεδα. Απαιτούνται κρίσεις και κινήσεις τεράστιας λεπτότητας. Ο κίνδυνος να κάνει κανείς υπερβολικά πολλά ή πολύ λίγα δεν μπορεί να αποφευχθεί. Ωστόσο, υπάρχουν τρόποι να μειωθεί ο κίνδυνος.

Η παγίδα της “σταθερής δέσμευσης”

Ένα από πλέον επίμονα προβλήματα της Fed είναι η υποχρέωση την οποία νιώθει να σηματοδοτεί τη σταθερή δέσμευσή της στις διακηρύξεις της. Η δέσμευση για “σταθερότητα τιμών” αποτελεί φυσικά μέρος της εντολής της. Το να το λαμβάνει κανείς κυριολεκτικά, ωστόσο, είναι απατηλό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πώς μια παραγκωνισμένη οικονομική θεωρία εξηγεί τον πληθωρισμό

Ακόμη κι αν δεχτεί κανείς ότι σταθερές τιμές σημαίνουν πληθωρισμό 2%, η Fed δεν έχει “μαγικό ραβδί” ώστε να επιτυγχάνει πληθωρισμό ακριβώς 2%, μήνα με τον μήνα – ή να επαναφέρει τον πληθωρισμό στον στόχο μέσα σε κάποιο προκαθορισμένο χρονοδιάγραμμα.

Το “πάθος” για δέσμευση και για ατάκες του τύπου “ό,τι χρειάζεται”, “απαρασάλευτη πορεία” και ούτω καθεξής, αναπόφευκτα διαχέεται και σε άλλους τομείς. Οι κεντρικές τράπεζες λένε ότι αναμένουν να κάνουν εκείνο ή το άλλο με τα επιτόκια ή/και με την ποσοτική χαλάρωση τους προσεχείς μήνες και ουσιαστικά προκαλούν τις αγορές να αμφισβητήσουν την αποφασιστικότητά τους.

Με κάκιστο timing, τέτοιες υποσχέσεις έλαβαν επίσημο χαρακτήρα όταν η Fed υιοθέτησε το εγκαταλελειμμένο πλέον πλαίσιο της για “το μελλοντικό guidance”. Η ιδέα ήταν να διατηρηθούν τα επιτόκια κοντά στο 0% μέχρι ο πληθωρισμός να ξεπεράσει τον στόχο του 2% για κάποιο χρονικό διάστημα: με δυο λόγια, διευκολυντικές χρηματοοικονομικές συνθήκες “παντός καιρού”.

Αυτό θα πει δέσμευση! Η συνήθεια είναι δύσκολο να κοπεί – και οι χρηματοπιστωτικές αγορές το κάνουν ακόμη πιο δύσκολο. Μόλις ανακοινωθεί μια αλλαγή στα επιτόκια, η συζήτηση μετατοπίζεται στην επόμενη αλλαγή και σε εκείνη που ακολουθεί μετά από εκείνη. Πότε και κατά πόσο; Ποια είναι η τιμή/ποσοστό τερματισμού; Πότε θα επιτευχθεί η τελευταία; Η Fed κάνει χειρονομίες οι οποίες υπονοούν συγκεκριμένες απαντήσεις και, στη συνέχεια, αισθάνεται δεσμευμένη από αυτές.

Ο αντίστροφος κίνδυνος

Έτσι, όπως η διατήρηση των επιτοκίων “χαμηλά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα” πήγε υπερβολικά μακριά, υπάρχει ο κίνδυνος η διατήρηση της πορείας της ταχείας νομισματικής σύσφιξης να πάει επίσης πέραν του δέοντος.

Η αναγγελία ή ακόμη και η εμφάνιση μιας “καθοδήγησης” μελλοντικών αυξήσεων επιτοκίων αυξάνει τον κίνδυνο εγκλωβισμού σε μια λάθος πολιτική.

Κατ’ αρχήν, εάν η Fed είχε αποφασίσει τον Μάρτιο ότι θα χρειαζόταν ένα επιτόκιο πολιτικής, ας πούμε 4%, για να τεθεί ξανά υπό έλεγχο ο πληθωρισμός, θα έπρεπε να είχε φτάσει εκεί ταχέως στη συνέχεια, λέγοντας στους επενδυτές ότι η επόμενη αλλαγή, εάν χρειαζόταν, θα μπορούσε να είναι είτε ανοδική είτε καθοδική, χωρίς να δεσμευτεί.

Το πρόβλημα είναι ότι η Fed έχει εκπαιδεύσει τους επενδυτές να πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί. Εάν υιοθετούσε μια τέτοια προσέγγιση χωρίς προειδοποίηση, οι επενδυτές θα έμεναν έκπληκτοι και το αποτέλεσμα θα ήταν αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Δυστυχώς, η σταδιακή μετάβαση σε πιο αυστηρή πολιτική μπορεί υπό αυτή την έννοια να είναι συνετή – χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η Fed πρέπει να είναι άκαμπτη. Μπορεί ακόμη να κατευθύνει την προσοχή μακριά από τη μελλοντική πορεία του επιτοκίου πολιτικής και περισσότερο προς τα δεδομένα τα οποία θα καθορίζουν την άποψή της για το ποιο θα πρέπει να είναι κάθε φορά το βασικό επιτόκιο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΌΜΑ: Γιατί η ΕΚΤ κλείνει τα μάτια της στην επερχόμενη ύφεση

Κλειδί η ζήτηση

Αυτήν τη στιγμή, το επιτόκιο πολιτικής είναι ακόμη πολύ χαμηλό. Το κύριο τεστ δεν είναι ο ρυθμός του δομικού πληθωρισμού, πολύ λιγότερο ο πληθωρισμός τιμών καταναλωτή, ο οποίος αλλάζει ακανόνιστα και με μεγάλη καθυστέρηση, αλλά το επίπεδο της ζήτησης. Αυξάνεται πιο αργά από πριν, όχι όμως αρκετά αργά ώστε να επανέλθει σε ευθυγράμμιση με την προσφορά. Ως αποτέλεσμα, η αγορά εργασίας παραμένει “σφιχτή” και το μισθολογικό κόστος αυξάνεται υπερβολικά γρήγορα.

Όταν αυτοί οι δείκτες αρχίσουν να στέλνουν ένα διαφορετικό μήνυμα και η ζήτηση να αυξάνεται με κατάλληλα “υποτονικό” ρυθμό, η Fed θα πρέπει να σταματήσει να συσφίγγει – ανεξάρτητα από τις κουκίδες στα διαγράμματά της, την αποφασιστικότητα της “να παραμείνει σε σταθερή πορεία”, την προθυμία της “να δει την ανεργία να αυξάνεται εάν χρειαστεί” και όλα τα υπόλοιπα.

Πολλά μπορούν να συμβούν, και γρήγορα, ώστε οι υπολογισμοί να αλλάξουν. Στις ετήσιες συνεδριάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας αυτή την εβδομάδα, οι υπουργοί Οικονομικών και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών είναι απασχολημένοι με τις επιπτώσεις της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη στη χρηματοοικονομική αστάθεια και στις προοπτικές ανάπτυξης στον υπόλοιπο κόσμο. Η καταστροφική περιπέτεια πειραματισμού του Ηνωμένου Βασιλείου με τη δημοσιονομική ετεροδοξία συνεχίζει να αναταράσσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές και εφιστά την προσοχή σε πιθανές αδυναμίες και ευαισθησίες αλλού ανά τον κόσμο.

Εάν εκείνοι ή οι άλλοι παράγοντες πιέσουν απότομα τη ζήτηση των ΗΠΑ, όπως θα μπορούσε να συμβεί, η Fed θα πρέπει να αντιδράσει χωρίς να ανησυχεί για προηγούμενες άστοχες “δεσμεύσεις”. Η Fed και όλοι οι υπόλοιποι θα πρέπει να κρίνουν την πολιτική της όχι από το τι θα μπορούσε ή θα έπρεπε να είχε ή να μην είχε υποσχεθεί, αλλά από την κατάσταση της οικονομίας εδώ και τώρα.

Πηγή: BloombergOpinion