Είναι ένα φαινόμενο της εποχής που το ενεργοποίησε η πανδημία ή μια διαχρονική εσωτερική ανάγκη μας; Η τάση αμφισβήτησης της εξουσίας, όπως εκδηλώνεται π.χ. στην Αμερική μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικούς, θα γενικευτεί; Και πόση σχέση έχει με την αναθεωρητική ματιά σε κάποια έργα του παρελθόντος, ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, τα οποία απαξιώνονται σήμερα, συχνά με βίαιο τρόπο, με κριτική διάθεση ή χωρίς; Δεν υπήρξε λοιμός, λιμός ή άλλη καταστροφή που να μην απείλησε την ανθρωπιά μαζί με την ανθρωπότητα – το μαρτυρούν με το έργο τους και πολλοί συγγραφείς, από τον Βοκάκιο, τον Πόε, τον Ντεφόε και τη Μαίρη Σέλεϊ ως τον Καμί, τον Μάρκες ή τον Σαραμάγκου. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα μοιάζουν θετικά – και πιο παγκοσμιοποιημένα, σαν την πανδημία.

Από την αρχαιότητα ώς σήμερα, κάθε ανατροπή καθεστώτος συνοδεύεται από την καθαίρεση των συμβόλων του: Τα αγάλματα κομμουνιστών ηγετών γκρεμίστηκαν μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ· το άγαλμα του Τρούμαν στην Αθήνα βανδαλίζεται συχνά μετά τη χούντα. Σήμερα, χωρίς να προηγηθεί (ακόμα) κάποια ανάλογη ανατροπή, αποκαθηλώνονται και καταστρέφονται αγάλματα δικτατόρων, αποικιοκρατών και δουλεμπόρων σε όλο τον κόσμο· ο Τραμπ είναι πλέον διεθνές σύμβολο αυθαιρεσίας, ποταπότητας και ανοησίας· στην Κύπρο, η ιδιότητα του Γρίβα ως ακροδεξιού και Χίτη επισκιάζει, για πολλούς, τις μνήμες από τη συμβολή του στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Όλα αυτά νομίζω πως εκφράζουν μια βαθύτερη, θετική τάση αναθεώρησης κατεστημένων αντιλήψεων και αξιών. Όσο χρειαζόμαστε αγάλματα αμφιλεγόμενων προσωπικοτήτων, άλλο τόσο χρήσιμο είναι να διατηρηθούν και βανδαλισμένα, ως σύμβολα υγιούς αναθεώρησης ιδεών και προόδου.

Δεν ξέρω αν όλα αυτά οφείλονται στην πίεση που μας άσκησε ο εγκλεισμός και τα διατάγματα περιορισμού των ελευθεριών, υπάρχει όμως και μια παράλληλη αμφισβήτηση, όπως εκδηλώνεται π.χ. με την κριτική για την ωραιοποίηση του ρατσισμού στο «Όσα παίρνει ο άνεμος». Στα καθ’ ημάς, σκεφτείτε τι θα γινόταν αν γυριζόταν σήμερα η ταινία όπου ο Κωνσταντάρας αποκαλεί χαϊδευτικά «σκυλάραπα» τον Μούτσιο, ο οποίος παίζει τον μαύρο υπηρέτη βαμμένος με φούμο. Πολλοί βλέπουμε νοσταλγικά και με συγκαταβατική διάθεση ταινίες του παλιού ελληνικού σινεμά όπου αφθονούν τα «δουλικά», οι γκέι ως καρικατούρες, ο μισογυνισμός και το μάτσο αντριλίκι – ως και το κάπνισμα ήταν τότε ένδειξη στυλ, γυναικείας απελευθέρωσης ή αρρενωπότητας, όχι μόνο στο ελληνικό σινεμά, βεβαίως.

Τι θα κάνουμε σήμερα με τα παρωχημένα έως αντιδραστικά στερεότυπα μιας άλλης εποχής; Θα τα απορρίψουμε ή θα τα κρατήσουμε με μια νοερή κριτική υποσημείωση; Και πώς κρίνουμε τους καλλιτέχνες που δεν είναι αντάξιοι του έργου τους στην προσωπική τους ζωή – π.χ. από τον Πικάσο ως τον Μoρισέι των Smiths ή τον Σαββόπουλο του 1970 ώς τον Σαββόπουλο του σήμερα; Πώς αποτιμούμε τις ιδέες προσωπικοτήτων του παρελθόντος, σαν τον Καποδίστρια και τον Καραϊσκάκη, τον Δραγούμη ή τον Παλαμά; Πιστεύω πως ο ρατσισμός και ο ολοκληρωτισμός είναι αυτό που είναι, παντού και πάντα, όσο και αν η κριτική οφείλει να παίρνει υπόψη της το ιστορικό πλαίσιο. 

[email protected]

Φιλελεύθερα, 21.6.2020.