Ξαφνικά κάποιοι ανακάλυψαν πως οι φυλακές είναι άντρο για την οργάνωση εγκλημάτων. Πως γίνεται διακίνηση ναρκωτικών. Πως γίνονται τα αίσχιστα εκεί. Και εκεί που οι φυλακές της Κύπρου παρουσιάζονταν διεθνώς ως μοντέλο για το πώς πρέπει να είναι οι φυλακές, ξαφνικά αρχίζει η αποδόμηση του επιτεύγματος που αποδιδόταν στη νέα διεύθυνση με επί κεφαλής την Άννα Αριστοτέλους. 

Όλα πήγαιναν μια χαρά, το σωφρονιστικό ίδρυμα είχε γίνει στην κυριολεξία σωφρονιστικό και, με τα προγράμματα που εφαρμόζονταν όπως και το κλίμα που καλλιεργήθηκε, επήλθε ηρεμία, ενώ τα ποσοστά υποτροπής μειώθηκαν. Μέχρι, που η Αριστοτέλους κατάγγειλε πως αξιωματούχος της Αστυνομίας συνομιλούσε με φυλακισμένο, ο οποίος εξέτιε ποινή για εμπορία ναρκωτικών. Κι ανάμεσα στα άλλα ζητούσε από τον φυλακισμένο βίντεο με προσωπικές στιγμές της διευθύντριας, όπως κατάγγειλε η ίδια, βάσει των στοιχείων που περιήλθαν στην αντίληψη της. Μετά το πρώτο σοκ, η συμπάθεια προς το θύμα της σκευωρίας, που ήταν η Αριστοτέλους, αλλά και η αγανάκτηση για τις μεθόδους των αστυνομικών, η ζυγαριά άρχισε να αλλάζει κατεύθυνση.

Το πρώτο «λάθος» της Αριστοτέλους ήταν ότι ξεμπρόστιασε ακόμα και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πως ήξερε αλλά δεν έκανε τίποτα. Όπως κι ο Αρχηγός της Αστυνομίας, η υπουργός Δικαιοσύνης και ο Γενικός Εισαγγελέας. Με αποτέλεσμα να επιλέξει άλλη οδό για να ασκήσει πίεση. Στη συνέχεια, ενώ πέτυχε τον πρώτο στόχο, επέμεινε να μιλά, να προτάσσει παραίτηση της και να ανταπαντά στα «Δεν γνωρίζαμε. Πρώτη φορά ακούμε. Γιατί κατέφυγε στα ΜΜΕ;». Κι αν αυτό, σε άλλη εποχή, θα καταχωρείτο ως πταίσμα, σε προεκλογική περίοδο θεωρήθηκε έγκλημα. Ποιος τολμά να αλλάξει χρώμα στο ροζ συννεφάκι; Το επίτευγμα των φυλακών που θα χρησιμοποιείτο μαζί με το ΓεΣΥ και το ΕΕΕ για να δείξει το ανθρωπιστικό πρόσωπο της κυβέρνησης αποσύρεται. 

Το δεύτερο «λάθος» ήταν η αντιπαράθεση με την υπουργό Δικαιοσύνης για το σύστημα των κινητών τηλεφώνων. Ήθελε, λέει, να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες του συστήματος χωρίς διάκριση. Ούτε για γείτονες, ούτε για περαστικούς, ούτε για εργαζόμενους. Να καταγράφονται ακόμα κι οι συνομιλίες. Πράγμα που διαψεύστηκε από την πλευρά της υπουργού, όπως διαψεύστηκε κι από την πλευρά της διεύθυνσης πως ζητείτο αναβάθμιση του συστήματος, χωρίς παρακολουθήσεις, αλλά καμία ανταπόκριση. 

Κάπου εκεί έπιασαν δουλειά τα παπαγαλάκια, όπως ονομάζονται στην Ελλάδα. Κι άρχισαν οι αποκαλύψεις για τα αίσχιστα που συμβαίνουν στις φυλακές. Ακόμα και με φαμπρικαρισμένη συνέντευξη κυκλοφόρησε. Με αποτέλεσμα ο Εισαγγελέας να διορίσει ποινικούς ανακριτές προς διερεύνηση του ενδεχόμενου διάπραξης ποινικών αδικημάτων εντός των φυλακών. Όπου να ’σαι η μέχρι πρότινος αγαπητή διευθύντρια θα βρεθεί κατηγορούμενη.