Στο έβγα της Λευκωσίας για τη Λεμεσό ο εφιάλτης λέγεται κυκλοφοριακό. Συχνάζει μεταξύ των φώτων της πάλαι ποτέ υπεραγοράς Ορφανίδη, της μικρής εκκλησίας της Παναγίας του Τράχωνα και του κυκλικού κόμβου του επίσης πάλαι ποτέ Χρηματιστηρίου. Εκεί, λοιπόν, από την Παραμυθούπολη μέχρι το ράουντ απάουτ, μια απόσταση λιγότερο από μισό χιλιόμετρο, εκατοντάδες οδηγοί ταλαιπωρούνται με τις ώρες, χρόνια τώρα. Πολλοί από τους παθόντες οδηγούς θα βεβαιώσουν ότι η ώρα που χρειάζονται για να διανύσουν εκείνη την απόσταση είναι όση απαιτείται για να φθάσουν στη Λεμεσό. 

Κάθε φορά που ζω αυτή την κατάσταση μέσα στο αυτοκίνητο γυροφέρνει στο μυαλό μου μια πολύ απλή απορία, που αγγίζει τα όρια του λαϊκισμού: Εάν ένα πρόβλημα όπως αυτό δεν καταφέραμε να το λύσουμε τόσα χρόνια, πώς στο καλό θα μπορέσουμε να επιλύσουμε σοβαρότερα προβλήματα, όπως για παράδειγμα το Κυπριακό; Το ίδιο ερώτημα ισχύει και για πολλά άλλα ζητήματα, από σχετικά εύκολα, όπως είναι η έγκαιρη παράδοση των βιβλίων κάθε νέα σχολική χρονιά, μέχρι τα πιο σύνθετα, όπως είναι η αύξηση της παραγωγικότητας στη δημόσια υπηρεσία, η πάταξη της αδήλωτης εργασίας και η αντιμετώπιση της διαφθοράς. 

Παρακολουθώντας τις ατέλειωτες συζητήσεις μεταξύ των υποψηφίων Προέδρων ή των εκπροσώπων τους, δυσκολεύομαι να αντιληφθώ τον τρόπο με τον οποίο ιεραρχούν τα προβλήματα που απασχολούν τον πολίτη και αδυνατώ να εξηγήσω γιατί ασχολούνται με ζητήματα που δεν ενδιαφέρουν κανένα άλλο παρά μόνον τους επαγγελματίες πολιτικούς. Για παράδειγμα, αν κάνουν ένα αυθόρμητο γκάλοπ πολύ εύκολα θα διαπιστώσουν ότι το κυκλοφοριακό πρόβλημα είναι πολύ πιο ψηλά στις προτεραιότητες των πολιτών από τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία σκέττη ή με το σωστό περιεχόμενο. 

Όσοι κινούνται στο χώρο των κομμάτων και της πολιτικής μπορούν να βεβαιώσουν ότι δεν είναι μόνον ο Αρχιεπίσκοπος που τάσσεται υπέρ της λύσης των δύο κρατών. Είναι μια ιδέα που συζητείται εδώ και καιρό στα πολιτικά, κομματικά και διπλωματικά δώματα αλλά προς το παρόν κανένας δεν διανοείται να τη θέσει προς συζήτηση στο δημόσιο διάλογο. Είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με ένα θέμα ταμπού και όσοι αποπειράθηκαν να το θίξουν δεν τόλμησαν να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Ακόμη και ο αθυρόστομος Αρχιεπίσκοπος ανέκρουσε πρύμνα για να μας εξηγήσει ότι άλλα ήθελε να πει. 

Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι σχεδόν όλοι οι πολιτικοί μας ηγέτες εδώ και πολλά χρόνια προτιμούν την παρούσα κατάσταση πραγμάτων ως τη «δεύτερη καλύτερη λύση» αντί μιας διευθέτησης αμφιβόλου λειτουργικότητας και μονιμότητας. Ο λόγος είναι γιατί η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας αισθάνεται ακριβώς το ίδιο πράγμα και μάλιστα σε αντίθεση με τους πολιτικούς, μια χαρά το λέει και δεν φοβάται ότι θα παραβιάσει τη γραμμή της πολιτικής ορθότητας. Και επειδή πάντα οι πολίτες προηγούνται των πολιτικών μπορούμε να προβλέψουμε ότι θα έρθει και η μέρα που θα ακούσουμε υποψήφιο Πρόεδρο να θέτει ως διακύβευμα το διαζύγιο και ότι θα μιλούμε για διχοτόμηση με το σωστό περιεχόμενο χωρίς προδοτικά σύνδρομα. Θέλουμε και Παπά να μας το πει;