Τον Νοέμβριο του 1974, στο ξενοδοχείο Πλάζα της Νέας Υόρκης και σε μια στιγμή αυτοκριτικής και αναδρομής στο παρελθόν, ο Μακάριος είχε έναν ενδιαφέρον διάλογο με τον Τάσσο Παπαδόπουλο, τον οποίο αποκάλυψε ο ίδιος ο Τάσσος τον Αύγουστο του 1984, στην εφημερίδα «Κήρυκας».
Μακάριος: Όλοι μιλάτε, τώρα, για χαμένες ευκαιρίες! Δεν υπήρξαν «χαμένες ευκαιρίες», από τη στιγμή που η Τουρκία των 40 εκατομμυρίων, 40 μίλια από τις ακτές της Κύπρου, αποκαταστάθηκε και έγινε δεκτή από την Ελλάδα και την Αγγλία, σαν ισότιμος διαφεντευτής της τύχης της Κύπρου. Από εκείνη την ώρα, καμία λύση δεν μπορούσε πια, χωρίς αίμα και θυσίες, να δοθεί στο Κυπριακό, εκτός αν ήταν μια λύση που θα ικανοποιούσε την Τουρκία. Δεν υπήρξαν, λοιπόν, έκτοτε, «χαμένες ευκαιρίες». Εκτός ίσως… από μία! 
Τάσσος: Ποια Μακαριότατε; 
Μακάριος: Οι προτάσεις αυτού που, εσείς, χαρακτηρίζατε «αιμοσταγή τύρρανο». Του Στρατάρχη Χάρντινγκ, το 1956. 
Τάσσος: Γιατί δεν τις δεχθήκατε, τότε, Μακαριότατε; 
Μακάριος: Πρώτα γιατί, τότε το 1956 δεν ήμουν ο Μακάριος. Τότε… με ανέχονταν! Δεν κυβερνούσα. Αν τις δεχόμουνα, τότε, θα μου εκάμνατε, από τότε, αυτά που μου κάνατε τώρα. Μόνο που, ίσως, θα ήσουν κι εσύ, λέγω ίσως, ανάμεσα σ’ αυτούς που τα έκαναν. Ύστερα, όταν τότε διαμήνυσα στους «εν Χριστώ αδελφούς μου ιεράρχες» τις προτάσεις του Χάρντινγκ και πως θα είχαμε δικαίωμα αυτοδιάθεσης σε 7-9 χρόνια, μου απάντησαν: Σε 7-9 χρόνια; Απαράδεκτο!». Η αυτοδιάθεση έπρεπε να μας δοθεί… χτες! Όχι σε 7-9 χρόνια…!». 
ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Την ημέρα που ο Μακάριος συναντιόταν με τον υπουργό Αποικιών Άλαν Λένοξ Μπόιντ, στο Λήδρα Πάλας, ο Γρίβας είχε δώσει εντολή να στήσουν ενέδρα και να προσπαθήσουν να δολοφονήσουν τον Λένοξ. Στη διάρκεια των 75 λεπτών που κράτησε η συνάντηση, μια βόμβα ακουγόταν κάθε δύο λεπτά στη Λευκωσία. Ο Γρίβας, ο οποίος εκείνη τη δεδομένη στιγμή, είχε περισσότερη δύναμη από τον Μακάριο, είχε πει ότι είχαν συνεννοηθεί προκειμένου να τον ενισχύσει μ’ αυτό τον τρόπο, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ο Μακάριος, πάλι, δήλωσε ότι ο Γρίβας δεν τον συμβουλεύτηκε ποτέ για τις βόμβες… 
Λίγα χρόνια πριν από τον διάλογο στο ξενοδοχείο Πλάζα της Νέας Υόρκης και μερικά χρόνια μετά την «ίσως… μόνη χαμένη ευκαιρία», συγκεκριμένα την περίοδο 1967-1968, ο Μακάριος (συνεπικουρούμενος πάντα, από τα «γεράκια») δήλωνε: «Έχομεν ήδη μίαν καθαρώς Ελληνικήν Κυβέρνησιν εις την Νήσον. Οι Τούρκοι δεν μετέχουν της κυβερνήσεως. Διά τούτου φρονώ ότι δεν πρέπει να σπεύσωμεν». Και αναρωτιόταν:  «Τι νέα γενεά τουρκική θα δημιουργηθεί εις την Κύπρον, όταν όλα ευρίσκονται εις τα χέρια των Ελλήνων; Πόσον καιρόν θα ανθέξουν;». Οι τρεις πρέσβεις, Αλεξανδράκης, Θεοδωρόπουλος, Λαγάκος, της περιόδου 1950-1974, σημειώνουν: «Ο Μακάριος έχει την πεποίθηση ότι η ντε φάκτο κατάσταση στην Κύπρο, δεν τον πιέζει χρονικά για να φθάσει σε συμφωνία».
Ο Γλαύκος Κληρίδης, στην «Κατάθεσή» του αποκάλυψε πως, ακόμα κι όταν οι Τ/κ ζήτησαν να επιστρέψουν στα χωριά που εγκατέλειψαν και να τεθούν υπό την εξουσία της κυβερνήσεως, δεν συγκατανεύσαμε. Γιατί; «Μια τέτοια εξέλιξη ήταν πρόωρη και θα απάλυνε το οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε η τουρκοκυπριακή πλευρά».
Ο νομικός Πόλυς Πολυβίου, στο βιβλίο του, «Μακάριος: τα τρία λάθη», σημειώνει: «Η απόφαση του Μακαρίου για τα 13 σημεία ήταν παντελώς λανθασμένη πολιτικά, συνταγματικά, χρονικά, στρατηγικά… [Όντως] το καθεστώς και οι ισορροπίες του Συντάγματος ευνοούσαν την τουρκική πλευρά… [Παρόλα αυτά] τα δεδομένα ήταν ευνοϊκά για την ελληνοκυπριακή πλευρά, δεδομένου ότι, τα υπαλλακτικά σενάρια που θα προέκυπταν από μια προσπάθεια ανατροπής ή αναδόμησης του συντάγματος, θα ήταν σαφώς χειρότερα… Δεν φαίνεται να υπήρξε οποιοσδήποτε σοβαρός προβληματισμός για τις συνέπειες…».
Την ίδια περίοδο, όλοι, και της αριστεράς συμπεριλαμβανομένης, επαναλαμβάνουν εμφαντικά τον στόχο της Ένωσης. Ο Εζεκίας Παπαϊωάννου, ακόμα και τον Οκτώβρη του 1973, διακηρύττει την «κρυστάλλινη θέση του ΑΚΕΛ»: «Την Κύπρο ολόκληρη, από το Ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα, μέχρι τον Ακάμα και από τον Κορμακίτη μέχρι το Κάβο Γάτα, θα την ελευθερώσουμε και θα την ενώσουμε με τον εθνικό κορμό»!
Ο Κληρίδης συμπληρώνει ότι το 1973 «φτάσαμε κοντά σε λύση που βελτίωνε τη Ζυρίχη. Η αναλογία, από 70-30 γινόταν 80-20 και το αντάλλαγμα στους Τ/κ ήταν αιρετή τοπική αυτοδιοίκηση. Ζήτησαν να επαναληφθεί η πρόνοια ότι από το νέο κράτος απαγορεύεται τόσο η ένωση όσο και η διχοτόμηση. Ο Μακάριος και Χούντα αρνήθηκαν…». 
Τάσσος Παπαδόπουλος, 2005: «…Εάν με ρωτάτε τώρα, μετά που βρήκα την ισορροπία μεταξύ συναισθήματος και λογικής, λέω ναι, οι Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου ήταν ευλογία συγκρινόμενες με το ό,τι ακολούθησε…».
Στις 13 Αυγούστου 1974, πριν από τη δεύτερη φάση της εισβολής, απορρίψαμε στη Γενεύη τη λύση ομοσπονδίας. Τη δεχθήκαμε τρία χρόνια μετά, με 160.000 πρόσφυγες και 37% εδάφους υπό κατοχή. Και το 1978 είχαμε το «Αμερικανικό Σχέδιο» το οποίο έπασχε μεν, αλλά ακόμα κι αυτοί που διαφωνούν ότι ήταν «χαμένη ευκαιρία», συμφωνούν ότι έτυχε από πλευράς της τότε κυβέρνησης παιδιάστικης αντιμετώπισης και αστείων χειρισμών που, όπως έγραφε ο Τάσσος Παπαδόπουλος ο οποίος το χαρακτήριζε «απαράδεκτο» αλλά «χρήσιμο», επέτρεψαν «στην Τουρκία να ξεφύγει ανώδυνα από τον εγκλωβισμό της στο Αμερικανικό Σχέδιο». 
Τον ίδιο μήνα του διαλόγου στο Πλάζα την Νέας Υόρκη, έγινε στην Αθήνα η περιβόητη σύσκεψη της ελληνικής και κυπριακής πολιτικής ηγεσίας, για το Κυπριακό: Ο Μακάριος, σημειώνει: «Είμεθα υποχρεωμένοι να αρχίσωμεν από μίαν πραγματικότητα την οποίαν δεν δυνάμεθα να παραγνωρίσωμεν. Οι Τούρκοι κατέχουν το 40% της νήσου. Δεν μπορούμεν να τους εκδιώξωμεν διά των όπλων. Δεν συμμερίζομαι μερικάς απόψεις αι οποίαι εκφράζονται εν Ελλάδι και εν Κύπρω, ότι δηλαδή η Ελλάς θα ηδύνατο ίσως αργότερον διά πολέμου να εκδιώξη εκ της Κύπρου τους Τούρκους». Ο Καραμανλής επισημαίνει: «Αντιλαμβάνεσθε ότι με την πάροδον του χρόνου εξασθενεί η θέσις μας. Ο χρόνος τρέχει εις βάρος μας». Ο Γλαύκος Κληρίδης, εισηγείται: «Νομίζω ότι η παράτασις της σημερινής καταστάσεως, χωρίς λύσιν, θα είναι καταστρεπτική. Όσον αφορά το θέμα που έθεσε ο Μακαριώτατος, κατά πόσον θα πρέπει να δεχθώμεν την “αρχήν” [της ομοσπονδίας] χωρίς να έχομεν συγκεκριμένας προτάσεις, νομίζω ότι διά να γίνει διάλογος μπορούμεν να δεχθούμε την αρχή υπό ωρισμένας προϋποθέσεις». Ο Μακάριος καθορίζει: «Προτιμώ οι Τούρκοι να κρατούν εναντίον της θελήσεώς μας το 40% παρά το 28% με την θέλησίν μας»…
Έκτοτε,  ό,τι ακολούθησε, ήταν στο πλαίσιο αυτής της παρακαταθήκης που άφησε ο Μακάριος στους ηγέτες μας, οι οποίοι, βολεύτηκαν, όλοι, και πολλάκις  «κρύφτηκαν» και «διασώθηκαν», όλοι, από την άτεγκτη τουρκική αδιαλλαξία, εμφανιζόμενοι οι ίδιοι πρόθυμοι και διαλλακτικοί. Εν έτει 2018, το δείπνο έδειξε ότι ξεπερνιέται και η ΔΔΟ. Πάμε γι’ άλλα.  Αλλά επί της ουσίας, είμαστε ήδη οι νικητές! Μπορεί να μας στοίχισε, να χάσαμε μισή πατρίδα, αλλά… νικήσαμε. Καθότι «η ύπαρξη ενός αμιγώς ελληνοκυπριακού κράτους στον νότο, είναι αυτοκτονία για την Τουρκία, γιατί μένει αποκλεισμένη απ’ όλες τις πλευρές», λένε οι αναλυτές. Νενικήκαμεν, λοιπόν!