Ένα ακόμη καλοκαίρι μαύρο. Ένας ακόμη Ιούλης βαρύς και ασήκωτος. Δεν μπορείς να ανασάνεις. Τεράστιες εκτάσεις μετατράπηκαν μέσα σε μερικές ώρες από παράδεισο σε κόλαση. Η πιο όμορφη απόχρωση του πράσινου έδωσε τη θέση της στο μαύρο, το κατάμαυρο για την ακρίβεια. Και όσες προσπάθειες και να καταβληθούν, δύσκολα ξαναγίνεται πράσινο ή, τουλάχιστον, όμοιο με το προηγούμενο. Ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Η απάντηση είναι: ο άνθρωπος.

Μέσα σε όλη αυτή την καταστροφή και τη μυρωδιά του καμένου, τέσσερις άνθρωποι έχασαν με τον πιο τραγικό τρόπο τη ζωή τους. Τέσσερις άνθρωποι που ήρθαν στη χώρα μας για μία καλύτερη ζωή έγιναν στάχτη. Τέσσερις άνθρωποι με οικογένειες, με όνειρα, με ανάγκες όπως όλοι εμείς. Σπαράζει η ψυχή. Θολώνει το μυαλό κάθε φορά που οι εικόνες της καταστροφής το γυροφέρνουν. Ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Η απάντηση είναι: ο άνθρωπος.

Άνθρωποι χωρίς σπίτια. Μία ακόμη προσφυγιά, ένας ακόμη ξεριζωμός.  Άνθρωποι στη μέση του πουθενά. Άνθρωποι απελπισμένοι, που βλέπουν τις αναμνήσεις και τη ζωή τους να γίνονται στάχτη, την ώρα που το αύριο μοιάζει αβέβαιο. Πώς να τα ξαναφτιάξεις όλα αυτά; Η απάντηση και σε αυτό το ερώτημα είναι ο άνθρωπος. Κι αυτό διότι, για άλλη μια φορά όλοι καλούνται να επιδείξουν αλληλεγγύη. Και θα το πράξουν. Ήδη, από την πρώτη στιγμή της νέας μας τραγωδίας, εκατοντάδες άνθρωποι έτρεξαν να βοηθήσουν, να προσφέρουν αγαθά, να ανακουφίσουν ανθρώπους και ζώα. Αυτοί οι άνθρωποι που σε κάθε τραγωδία είναι εκεί, να μας θυμίζουν ότι με συμπαράσταση, με έγνοια για τον συνάνθρωπο όλα μπορούν να γίνουν. 

Όμως δεν αρκεί οι κάθε λογής υπεύθυνοι να στηρίζονται στους απλούς πολίτες, οι οποίοι θα σπεύσουν να βοηθήσουν και να συνδράμουν. Ούτε στους πυροσβέστες και δασοπυροσβέστες, που πάντα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Απαιτείται σχεδιασμός και ενέργειες πριν το κακό μας χτυπήσει την πόρτα. Αποφάσεις πολιτικής και προτεραιότητες. Αλήθεια, τι έκαναν όσοι όφειλαν να κάνουν μετά την πυρκαγιά στον Σαϊττά το 2007; Τι έπραξαν όταν ο θάνατος και η μαυρίλα σκέπασαν το πανέμορφο δάσος της Σολιάς το 2016; Κάποιοι λένε, αρκετά! Το αποτέλεσμα όμως αυτής της φρίκης στην ορεινή Λεμεσό και Λάρνακα φαίνεται να τους διαψεύδει. 

Υ.Γ. Το Σαββατοκύριακο έτυχε να βρίσκομαι από νωρίς στις πανέμορφες περιοχές της ορεινής Λευκωσίας και συγκεκριμένα στην ευρύτερη περιοχή της Μαραθάσας, με πέρασμα και από τη μαγευτική Σολιά. Παρακολουθώντας κάθε λεπτό τη φρίκη και την καταστροφή, ένιωσα πως ήθελα να επισκεφθώ ξανά όλες τις γύρω περιοχές και να φτάσω μέχρι τον ψηλό Πρόδρομο. Να πάω σε περιοχές πνιγμένες στο πράσινο. Να πάω ξανά εκεί που ανοίγεις το παράθυρο του αυτοκινήτου και μυρίζεις πεύκο, κυπαρίσσι, κέδρο. Εκεί που μυρίζεις γη, εκεί που αισθάνεσαι γη. Λες και συνειδητοποίησα ξαφνικά πως όλη αυτή η ευλογία κινδυνεύει από αυτόν που έχει υποχρέωση να την προστατεύει. Τον άνθρωπο. Πώς είναι δυνατόν άνθρωπος να μην τα προσέχει; Πώς είναι δυνατόν άνθρωπος να ρισκάρει με επιπολαιότητα πολλές φορές να τα κάνει στάχτη; Πώς είναι δυνατόν άνθρωπος να θέλει να στερήσει και να στερηθεί το οξυγόνο, την ίδια τη ζωή; Να σκοτώσει αλλά και ο ίδιος να πεθάνει; Γιατί δεν υπάρχει άλλος δρόμος στην οικολογική καταστροφή, μόνο ο θάνατος. 

Στον δρόμο της επιστροφής για Λευκωσία σκεφτόμουνα συνεχώς το ίδιο πράγμα: «Θα δω όλο αυτό το πράσινο και την επόμενη φορά που θα έρθω; Θα μας το αφήσουν;». Ξαφνικά, στο μυαλό ήρθε και πάλι ο Σαϊττάς το 2007, η Σολιά το 2016, το Μάτι στην Αττική το 2018. Φόβος, ανασφάλεια, δάκρυ, θλίψη, θυμός, οργή…