Πάμε χρόνια πριν οι εξετάσεις τετραμήνων είχαν πέσει για τα καλά στο τραπέζι των διαβουλεύσεων μεταξύ εκπαιδευτικών φορέων. Μπήκαν και βγήκαν σημεία, άλλαξαν κανονισμοί και παράμετροι και το σκηνικό στην εκπαίδευση τότε πήρε φωτιά. Τελικά, κείμενα στη Βουλή εν μέσω αντιδράσεων και ατέρμονων συζητήσεων, χωρισμός σε στρατόπεδα με τους υπέρ και τους κατά του νέου θεσμού, που έμελλε χρόνια μετά να αποτελεί καθημερινό στοιχείο επικαιρότητας στον τομέα της εκπαίδευσης, με τους διάφορους φορείς να υποστηρίζουν με σθένος τις θέσεις τους. 

Η Βουλή άναψε το πράσινο φως τόσο με την ψήφιση της νομοθεσίας, όσο και των κανονισμών και ο θεσμός των εξετάσεων τετραμήνων άρχισε τη σταδιακή του υλοποίηση. 

Το τι έγινε, ποιοι ήταν υπέρ και ποιοι εναντίον, τα επιχειρήματα τους ένθεν κι ένθεν, ποιοι άλλαξαν θέση στην πορεία, ποιοι έμειναν αμετακίνητοι κ.ο.κ. είναι λίγο πολύ γνωστά σε όσους ασχολούνται ζεστά με τον τομέα της εκπαίδευσης, ανεξαρτήτως σε ποιο μετερίζι βρίσκονται (υπουργείο Παιδείας, εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς, ΜΜΕ). 

Ο καιρός πέρασε, με τις όποιες αντιδράσεις και την όποια υποστήριξη στον θεσμό και έτσι οι εξετάσεις είναι πλέον γεγονός τα τελευταία χρόνια. Φυσικά, εφαρμόστηκαν κουτσουρεμένα εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, με τη μόνη σχολική χρονιά που φαίνεται να ολοκληρώνεται ο θεσμός κανονικά σε δύο αξιολογήσεις να είναι η φετινή, τουλάχιστον με βάση τα δεδομένα όπως είναι σήμερα. Γιατί ως γνωστόν, ουδείς γνωρίζει και δεν μπορεί άλλωστε να γνωρίζει, πώς θα είναι τα δεδομένα σε μερικούς μήνες και δη, τον ερχόμενο Μάιο που είναι προγραμματισμένες οι εξετάσεις για το δεύτερο τετράμηνο. 

Κάνοντας, λοιπόν, αναφορά στην πανδημία που για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ταλανίζει τα σχολεία, δημιουργείται εύλογα το ερώτημα κατά πόσο άραγε ήταν ορθό ή όχι να εφαρμοστεί ο θεσμός των εξετάσεων τετραμήνων μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Πιστεύουμε πως όχι, χωρίς αυτό να έχει να κάνει με την ουσία των εξετάσεων ή τη διαδικασία ή τη φιλοσοφία του θεσμού όπως έχει σχεδιαστεί από τους αρμόδιους. Κι αυτό διότι, εάν δεχθούμε ότι ένας θεσμός, ο οποιοσδήποτε θεσμός, καινούριος μάλιστα, έχει σίγουρα και θετικά και αρνητικά, πρέπει να εφαρμοστεί σε συνθήκες, οι οποίες να επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Για να είναι εφικτές και λογικές οι όποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν. 

Υπό αυτό το πρίσμα, η πανδημία δεν προσφέρεται για εφαρμογή ενός τέτοιου θεσμού, ο οποίος μάλιστα προκάλεσε εδώ και χρόνια θύελλα αντιδράσεων. Το μπες – βγες μαθητών κι εκπαιδευτικών στα σχολεία λόγω νόσησης ή δήλωσης ως στενές επαφές κρουσμάτων, ο ψαλιδισμένος διδακτικός χρόνος, η αναμπουμπούλα στα σχολεία, το άγχος, η πίεση, οι επιπτώσεις σε ψυχοσυναισθηματική κατάσταση και τόσα άλλα, όπως και να το κάνουμε, όπως και να το δούμε, δεν είναι οι κατάλληλες συνθήκες για μία τέτοια μεταρρύθμιση. Όσα θετικά κι αν έχει αυτή. Αυτό ενδεχομένως έπρεπε να σκεφτούν και να εφαρμόσουν όσοι ήθελαν διακαώς τον θεσμό. Πρωτίστως για να διαφυλάξουν το κύρος του.