Η ΑΓΚΥΡΑ διαχρονικά έχει μια τακτική, η οποία καθορίζει και την εν γένει συμπεριφορά της. Αμφισβητεί, προκαλεί ένταση και εντάσσει στην ατζέντα των όποιων συζητήσεων, τα όσα προκλητικά αξιώνει. Η τακτική της κατοχικής δύναμης είναι γνωστή και επαναλαμβανόμενη. Πρόκειται για μια αναθεωρητική δύναμη, η οποία επιβάλλει διά της ισχύος τις παράνομες και παράλογες αξιώσεις της. Διεκδικεί κόντρα στο διεθνές δίκαιο και αντιστρατεύεται με σκληρό τρόπο τη δικαιοσύνη. Αυτή είναι η Τουρκία την οποία κάποιοι ανέχονται και διά του κατευνασμού την ενθαρρύνουν.

Ο ΤΕΩΣ Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, σε πρόσφατη ομιλία του ανέφερε πως η κατοχική δύναμη «συνεπής» στην πάγια τακτική της «να προσθέτει ανύπαρκτα ζητήματα προς διαπραγμάτευση με την Ελλάδα -και, συνακόλουθα, ν’ αμφισβητεί την αδιαπραγμάτευτη Εθνική μας Θέση, ότι μεταξύ μας υφίσταται μια, και μόνη, διαφορά, εκείνη της οριοθέτησης της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας και της αντίστοιχης ΑΟΖ– η Τουρκία εγείρει συνεχώς και το ζήτημα ως προς το αν η Ελλάδα έχει δικαίωμα να θωρακίζει αμυντικώς όλα, ανεξαιρέτως, τα Νησιά της στο Αιγαίο, και μάλιστα ανεξαρτήτως του ποια είναι η έκτασή τους και αν κατοικούνται ή όχι».

Ο ΠΡΟΚΟΠΗΣ Παυλόπουλος περιέγραψε με νομικούς και πολιτικούς όρους την Τουρκία, την οποία γνωρίζουμε όλοι. Είναι το κράτος, το οποίο διαστρεβλώνει Διεθνείς Συμβάσεις και τις προσαρμόζει στις δικές της στρατηγικές επιδιώξεις. Η απάντηση στη στάση αυτή της Άγκυρας είναι η απαίτηση για εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου. Τούτο, βέβαια, μερικές φορές- στην περίπτωση της Τουρκίας ειδικά- δεν αποδίδει. Δεν ακούει ποτέ τις όποιες εκκλήσεις, ούτε και συνεργάζεται στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.  Δεν εξυπηρετεί τις επεκτατικές βλέψεις της η υιοθέτηση από πλευράς της των διεθνών κανόνων λειτουργίας και συμπεριφοράς.

ΥΠΑΡΧΟΥΝ επιλογές; Ο τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ανέφερε πως  η Ελλάδα ( όπως και η Κύπρος βέβαια) «δικαιούται, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει, ως Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ενεργοποίηση της ρήτρας «Αμοιβαίας Άμυνας», κατά τις διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 7 της ΣΕΕ. Προς την κατεύθυνση αυτή η Ελλάδα μπορεί να επικαλεσθεί την πρακτική, η οποία έχει έως τώρα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την ενεργοποίηση της ως άνω ρήτρας.» Μπορεί αυτό να παραμείνει στη σφαίρα του θεωρητικού επειδή ποτέ δεν ζητήθηκε η ενεργοποίηση της ρήτρας αυτής. Τα διαφορετικά συμφέροντα εντός της Ε.Ε. αναμένεται ότι θα αντιδράσουν, ωστόσο, δεν μπορεί να μην  αξιοποιηθεί ένα τόσο σημαντικό εργαλείο.