Όταν η Εξουσία δεν πείθει την κοινή γνώμη για τις αποφάσεις της και προσπαθεί να την κατευθύνει για την ορθότητα τους με την εξουσιαστική δύναμη που κατέχει και κατευνάζοντας τα πνεύματα της εν φύση αντίδρασης με γενναιόδωρες πράξεις, τότε, προκαλεί την καχυποψία και βαδίζουμε σε άλλα μονοπάτια… Κι αλίμονο αν η ΝΥ, είχε αντίθετη άποψη. Τότε θα άνοιγε ο ασκός του Αιόλου.

Κατανοητός λοιπόν, ο ρόλος του προϊσταμένου της ΝΥ ως σύμβουλος της Κυβέρνησης, καθόλου τυχαίο όμως και το γεγονός ότι η δημοτικότητα του βρίσκεται πολύ χαμηλά σύμφωνα και με την πρόσφατη δημοσκόπηση του «Φ».

Αφορμή, η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σχετικά με τα απαγορευτικά διατάγματα αποστέρησης θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο του Περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου, για την οποία η Νομική Υπηρεσία με πανηγυρική ανακοίνωσή της εκθείαζε την ορθότητα των διαταγμάτων. Προσέδωσε στην απόφαση του Δικαστηρίου νομικίστικη ερμηνεία που δύναται να χαρακτηριστεί από ιδιοτελείς λόγους ως προσπάθεια εφαρμογής του γράμματος και όχι και του πνεύματος του νόμου.

Υπενθυμίζοντας την υπόθεση, το Ανώτατο εμμέσως άδειασε την Κυβέρνηση σε έφεση πολίτη ο οποίος καταδικάστηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο για συμμετοχή σε διαμαρτυρία. την εποχή των απαγορευτικών μέτρων κατά του κορωνοϊού. Στην απόφαση σημειώνεται ότι, «μια ειρηνική διαδήλωση δεν πρέπει, κατ’ αρχήν, να υπόκειται στην απειλή ποινικής κύρωσης» και τόνιζε το οξύμωρο το οποίο έγκειται σε «σειρά μέτρων» που επέτρεπαν δραστηριότητες συγκέντρωσης προσώπων ακόμα και σε κλειστούς χώρους, υπό όρους, ήτοι τηρουμένων των κατευθυντήριων οδηγιών του Υπουργείου Υγείας.

Από την πλευρά της η ΝΥ επικεντρώθηκε στο γεγονός της ορθότητας των διαταγμάτων, που απεφάνθη το δικαστήριο, ενώ αγνόησε το πνεύμα, δύο μέτρα και δύο σταθμά, που προσδίδεται στην απόφασή του Ανωτάτου και αφορά την έλλειψη συνέπειας τής τότε Κυβέρνησης, η οποία εν ολίγοις παραπέμπει και στην έλλειψη εμπιστοσύνης ως προς την πραγματική εικόνα.

Όταν μία Κυβέρνηση εκδίδει διατάγματα που καταστρατηγούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και βασικές αρχές της δημοκρατίας, οι λόγοι καθίστανται να είναι ιδιαίτερα σοβαροί. Διαφορετικά, η απειλή κατά των θεσμών της Δημοκρατίας είναι προ των πυλών. Στην προκειμένη περίπτωση, είχαμε ένα πολύ σοβαρό υγειονομικό πρόβλημα, σύμφωνα με τα δεδομένα που είχαν παρουσιαστεί και επικαλούμενη την αρχή της αναλογικότητας, εξάντλησε τη μέγιστη αυστηρότητα, εκδίδοντας τα επίμαχα διατάγματα τα οποία, όμως, σε κάποιες περιπτώσεις εφαρμόζονταν κατά το δοκούν.

Πέραν των πολλών αντιθέσεων, σε βαθμό χλευασμού από την κοινότητα, η εφαρμογή τους άνοιγε παράθυρα διάκρισης στον νόμο, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας περισσότερο εικονικής παρά πραγματικής εικόνας της κατάστασης και η οποία οφειλόταν στον τρόπο διαχείρισης. Το γεγονός αυτό, οδηγούσε όλο και περισσότερους πολίτες να αντιδράσουν, συνέπεια, της αμφιβολίας για την αιτία, με επακόλουθο την αμφισβήτηση και του αιτιατού, δηλαδή, των διαταγμάτων.

Εν ολίγοις, στην κοινότητα, σχηματίστηκε και άρχισε να επικρατεί η αντίληψη εν μέρει της ψευδαίσθησης για την κατάσταση. Οι πολίτες έφτασαν σε σημείο να μην πιστεύουν πλέον σε όσα τους προέτρεπαν οι Αρχές για την προστασία τους. Κι αυτό προκλήθηκε, επαναλαμβάνω, αφενός εκ των αντιθέσεων στο γράμμα των διαταγμάτων, την αντιμετώπιση, αλλά και γενικότερα την εικόνα της υγειονομικής κρίσης. Αφετέρου, η ίδια πολιτική εφαρμόστηκε και με το εμβολιαστικό πρόγραμμα διά μέσου των δωροδοκιών και των περιορισμών για τους μη εμβολιασμένους, χωρίς την αποδεικνυόμενη προστασία. Και σημασία έχει πώς η κοινότητα εκλαμβάνει μια κατάσταση. Για του λόγου το αληθές, διαφορετική ήταν η συμπεριφορά αντιμετώπισης και προστασίας τής συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών στις αρχές της κρίσης και διαφορετική με το πέρασμα του χρόνου. Γιατί άραγε;

Εν κατακλείδι, όλα αυτά οδήγησαν στον ξεπεσμό των αρμοδίων που ανέλαβαν την ενημέρωση και τη διαχείριση της κατάστασης, αποτέλεσμα, με την πάροδο του χρόνου όχι απλά να χάνουν από τη σοβαρότητά τους, αλλά να γίνονται και περίγελος. Και όταν πλέον τίθεται θέμα αμφισβήτησης ως προς την πραγματικότητα μιας κατάστασης, κατ’ επέκταση τίθεται και θέμα ως προς την ορθότητα των διαταγμάτων. Η παρατήρηση ότι κάποια εκ των διαταγμάτων ήταν εντελώς παράλογα

Τα διατάγματα λοιπόν, όπως και παγκοσμίως, αν και τηρήθηκαν διαφορετικές πολιτικές σε κάποιες χώρες, θα μπορούσε να λεχθεί ότι τα κατάργησε η κοινωνία των πολιτών όταν πλέον οι αρμόδιες Αρχές έκδοσής τους δεν έπειθαν για τη σοβαρότητά τους.

Και κάτι άλλο, μέχρι που θα πάει αυτή η καραμέλα των 48ωρων rapid test κατά την είσοδο σε ιατρεία, νοσοκομεία και στέγες ευγηρίας ως πόσο θα συνεχιστούν να ταλαιπωρούν τους πολίτες; Η κρίση έχει περάσει. Η ασθένεια πλέον συγκαταλέγεται στους ιούς της απλή γρίπης. Αξιολογείται καθόλου η κατάσταση ή ξεχαστήκατε στην στασιμότητα; Η ανταπόκριση πλέον για εμβολιασμό της συγκεκριμένης ασθένειας παρά τις τιτάνιες προσπάθειες είναι μηδαμινή. Ο κόσμος δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις παρωχημένες προτροπές και συνεχίζει την κανονικότητα του. Πάρτε το απόφαση να κλείσει ως εδώ το θέμα.