Το σίριαλ Γιάννη Γιαννάκη έλαβε τέλος. Με ποινή φυλάκισης τριών ετών. Που δεν θα είναι βεβαίως τόσο. Με τα χρόνια στη φυλακή να μετριούνται με μαθηματικά αλά… Γιαννάκη, δηλαδή, 9 μήνες για κάθε χρόνο, συνεπάγεται ότι η ποινή τριών ετών λογίζεται για 27 μήνες. Μάλιστα, κάποιοι σοφοί σε αυτό τον τόπο, σε παλαιότερες δεκαετίες σκέφτονταν με ανάλογη φιλοσοφία και αποφάσισαν πως όταν ένας κατάδικος συμπληρώσει το ήμισυ της ποινής του, δικαιούται να υποβάλει αίτηση αποφυλάκισης. Άρα, ο Γιαννάκη δικαιούται να υποβάλει αίτηση στα τέλη του 2026.

Άντε τώρα να πείσεις κάποιον ότι αυτή είναι δικαιοσύνη η οποία αντανακλά τη σοβαρότητα του αδικήματος του συγκεκριμένου καταδικασθέντος. Διότι στην άλλη πλευρά της πλάστιγγας, το βάρος είναι τεράστιο: Τριάντα χρόνια κατά τα οποία ο Γιαννάκη εργοδοτείτο στο δημόσιο με πλαστά έγγραφα. Και κυρίως, ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσό εισοδημάτων, που πληρωνόταν, το οποίο αθροιστικά εκτιμάται ότι βρίσκεται γύρω στο ένα εκατομμύριο ευρώ!

Η στήλη οφείλει να ξεκαθαρίσει πως δεν χαιρεκακεί για την καταδίκη Γιαννάκη. Επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια, από τότε που ο τέως Γενικός Ελεγκτής αποκάλυψε το σκάνδαλο, γράφαμε επανειλημμένως ως προς την ανάγκη να υπάρξει παραδειγματική καταδίκη. Επειδή αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να σταλεί ηχηρό αποτρεπτικό μήνυμα προς κάθε άλλο επίδοξο μιμητή του… twelve (17).

Ο καθένας πλέον, δικαιούται να κρίνει αν η ποινή φυλάκισης τριών χρόνων είναι ορθή ή όχι. Όπως δικαιούται να κρίνει και τη Νομική Υπηρεσία γιατί δεν έστειλε την υπόθεση στο Κακουργιοδικείο αλλά στο Επαρχιακό, όπου η μέγιστη ποινή είναι τα πέντε χρόνια. Όπως δικαιούται να κρίνει τη Ν.Υ. γιατί δεν συμπεριέλαβε και κατηγορία για επανάληψη χρήσης του αδικήματος το 2021 και χρησιμοποίησε μόνο εκείνο προ 30ετίας. Έτσι ώστε να επιμετρήσει ως ελαφρυντικό. Όπως ακόμη δικαιούται να κρίνει το γεγονός ότι στο φινάλε της δίκης η Ν.Υ. απέσυρε πέντε από τις οκτώ κατηγορίες.

Υπάρχει, ωστόσο, ένα κεφάλαιο το οποίο αδυνατούμε να προσπεράσουμε. Με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε εμμονικοί και κακόβουλοι. Γνώμονας μας, όμως, είναι πάντοτε το δημόσιο συμφέρον. Στην προκειμένη περίπτωση, καταγράφονται δύο τεράστια κενά. Τα οποία οφείλουμε να αναδείξουμε και να πιέσουμε ώστε να μην επαναληφθούν στο μέλλον.

Πρώτον, ναι, ο Γιαννάκη ευθύνεται και ορθώς θα πληρώσει για το ατόπημά του. Δεν φέρουν, όμως, ανάλογη ευθύνη και εκείνοι που τον προσέλαβαν στον ΟΝΕΚ και είχαν ελέγξει το πτυχίο και το απολυτήριο του λυκείου; Δεν φέρουν ανάλογη ευθύνη και εκείνοι που τον διόρισαν αργότερα Επίτροπο και μέσω αυτού του διορισμού αυξήθηκαν τα εισοδήματά του;

Δεύτερον, και σοβαρότερο, είναι δυνατόν κάποιος να ξεγελά το δημόσιο και να διορίζεται σε κάποια θέση στη βάση πλαστών εγγράφων, να εισπράττει ένα σωρό εισοδήματα και το κράτος να μην διεκδικεί επιστροφή τους;

Από το 1996 όταν ο Γιαννάκη προσλήφθηκε στον ΟΝΕΚ, από το 2013 όταν διορίσθηκε Επίτροπος Εθελοντισμού και από το 2021 μέχρι και προ ημερών όταν βρέθηκε σε διαθεσιμότητα και εισέπραττε τη μισή αντιμισθία του, το άθροισμα των ακαθάριστων εσόδων του εκτιμάται ότι υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο ευρώ.

Τεράστιο ποσό για να περνά απαρατήρητο. Για τον απλούστατο λόγο ότι αν δεν διεκδικηθεί μέρος του ποσού, στέλνεται άκρως επικίνδυνο μήνυμα σε επίδοξους μιμητές.

Αξίζει, λοιπόν, να δούμε πώς σε άλλες χώρες αντιμετωπίζουν ανάλογες περιπτώσεις. Η υπόθεση την οποία παρουσιάζει σήμερα η στήλη αφορά απάτη βιογραφικού σημειώματος στην Βρετανία.

Ο Jon Andrewes είχε υποβάλει αίτηση για τη θέση διευθύνοντος συμβούλου σε Οργανισμό Ασύλου, ισχυριζόμενος ότι είχε πανεπιστημιακά πτυχία και εργασιακή εμπειρία. Ισχυρισμοί που ήταν αναληθείς. Διορίστηκε διευθύνων σύμβουλος τον Δεκέμβριο του 2004 και παρέμεινε μέχρι τον Μάρτιο του 2015 όταν τον έπαυσαν. Ήταν ξεκάθαρο ότι δεν θα είχε διοριστεί αν ήταν γνωστή η αλήθεια για την εκπαίδευση και την εργασιακή του εμπειρία. Το 2006, είχε ισχυριστεί ότι είχε πάρει διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Πλύμουθ. Αυτό ήταν αναληθές. Επέμεινε ότι έπρεπε να αναφέρεται ως Dr Jon Andrewes, τίτλος που εμφανίστηκε στα οργανογράμματα του προσωπικού και στα email του.

Χρησιμοποιώντας παρόμοια ψέματα, διορίστηκε επίσης ως διευθυντής και στη συνέχεια πρόεδρος σε δύο οργανισμούς του ΓεΣΥ ΗΒ. Τον Ιανουάριο του 2017 ομολόγησε την ενοχή του σε κατηγορίες για απόκτηση χρηματικού πλεονεκτήματος με εξαπάτηση και για απάτη. Καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση. Μετά την καταδίκη του, το Στέμμα ζήτησε διάταγμα δήμευσης εναντίον του. Τα συνολικά καθαρά εισοδήματα του Andrewes κατά τη σχετική περίοδο ήταν £643.602. Το ανακτήσιμο ποσό συμφωνήθηκε να είναι £96.737. Ο Andrewes άσκησε έφεση. Το Εφετείο έκανε δεκτή την προσφυγή. Το Στέμμα προσέφυγε τότε στο Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο στις 18 Αυγούστου 2022 ανέτρεψε την απόφαση του εφετείου.  

Το Ανώτατο Δικαστήριο επεσήμανε ότι θα ήταν όντως δυσανάλογο να κληθεί ο υπάλληλος να επιστρέψει το σύνολο των καθαρών απολαβών του. Είναι, όμως, σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας, να γίνει κατάσχεση της διαφοράς μεταξύ των απολαβών που είχε ως αποτέλεσμα των ψευδών στοιχείων του βιογραφικού του σημειώματος, σε σχέση με τις απολαβές που θα είχε αν είχε παρουσιάσει το πραγματικό βιογραφικό.  

Στην περίπτωση του Γιαννάκη, αυτό σημαίνει να επιστρέψει τη διαφορά του μισθού μεταξύ της κλίμακας επιστημονικού προσωπικού (Α8) στην οποία τοποθετήθηκε βάσει του πλαστού πτυχίου πανεπιστημίου και της κλίμακας αποφοίτων λυκείου (Α2-5-7) στην οποία θα είχε τοποθετηθεί χωρίς το πτυχίο. 

Υπάρχει κάποιος σε αυτό το κράτος να πράξει δεόντως ώστε να προστατευθούν τα συμφέροντα του δημοσίου;