«Είναι με ιδιαίτερη χαρά που παρευρίσκομαι και φέτος στην καθιερωμένη απονομή των Θεατρικών Βραβείων του ΘΟΚ». Έτσι ξεκινούσε ο χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας στην τελετή της Τρίτης κι έτσι ακριβώς –όπως προβλέπει το πρωτόκολλο- την εκφώνησε ο Υπουργός Παιδείας, Πολιτισμού και-άλλα-πολλά- Κώστας Χαμπιαούρης που βρήκε κι αυτός επιτέλους τον δρόμο για το θέατρο.
Θα μπορούσε κάποιος να αλλάξει τουλάχιστον εκείνο το πρώτο πρόσωπο να μη χτυπάει άσχημα και να μη δημιουργείται η εντύπωση ότι ο Χαμπιαούρης «την είδε» ξαφνικά Πρόεδρος της Δημοκρατίας κι έχει φιλόδοξες βλέψεις. Όλοι, άλλωστε, γνωρίζουμε σε ποιο σημείο του πολιτικού σωλήνα θα καταλήξει όταν αργά ή γρήγορα αποχωρήσει από το πόστο του. Κατά τ’ άλλα, δεν αλλάζει και κάτι. Γιατί ακόμη κι αν πράγματι παρευρισκόταν σωματικά στην τελετή ο Πρόεδρος, ως είθισται ανελλιπώς από το 2001 που θεσπίστηκε ο θεσμός των θεατρικών βραβείων, θα ήταν και πάλι ωσεί παρών. Άσε που υπήρχε ο κίνδυνος να προσφωνήσει την Αννίτα Σαντοριναίου «Ελένη μου».
 
Θεσμικά τουλάχιστον, η παρουσία του είναι εκ των ων ου άνευ θα πει κάποιος, αλλά νομίζω ότι μπορούμε να αντέξουμε μια χρονιά το χτύπημα, είχε άλλωστε και καλή δικαιολογία. Οι εθνικές συμμαχίες είναι απαραίτητες κι ενίοτε πρέπει να παριστάνουμε στους απ’ έξω ότι είμαστε ένα νορμάλ κράτος με λόγο και ρόλο στις εξελίξεις. Για να μπορούν κι εκείνοι να παριστάνουν ότι το πιστεύουν. Εν πάση περιπτώσει, σημασία έχει το περιεχόμενο του καθιερωμένου ετήσιου «διαγγέλματος» κι εξάλλου και σημειολογικά να το πάρεις το γεγονός ότι το εκφωνεί ο καθ’ ύλην αρμόδιος Υπουργός –μη γελάτε, ισχύει- έχει το ενδιαφέρον του.
Αν νόμιζε, λοιπόν, ο Πρόεδρος ότι φέτος θα τη γλιτώσει, πλανάται. Και κάπου εδώ θα μου πείτε ότι δεκάρα δεν δίνει για την άποψη τη δική μου ή και χιλιάδων ακόμη σε σχέση με τον Πολιτισμό και δεν μπορώ να σας αντικρούσω. Από τη στιγμή όμως που ο ίδιος ή ο λογογράφος του βρίσκει το θράσος να τα πει, πρέπει κι εμείς κάπως να αντιδράσουμε. Δεν μπορεί ας πούμε να υπόσχεται ακόμη, 6,5 χρόνια μετά, «διοικητική ανασυγκρότηση των δομών που διαχειρίζονται τον πολιτισμό» και να μην ανοίγει η γη να τον καταπιεί.
Δεν μπορεί να περιλαμβάνει στις «σημαντικές υποδομές που προωθούμε» (sic) τη χωροθέτηση και τον σχεδιασμό της νέας Κυπριακής Βιβλιοθήκης τη στιγμή που λίαν προσφάτως μάθαμε –τυχαία- ότι το Υπουργικό αναίρεσε την απόφαση για μεταβίβαση του οικοπέδου στη Βύρωνος. Σε χρυσόψαρα απευθύνεστε, κύριε;
 
Δεν μπορεί να επικαλείται την ανέγερση του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου, με όλα όσα προηγήθηκαν, με την προκήρυξη του διαγωνισμού να παίρνει συνεχώς αναβολές και με τον ορίζοντα αποπεράτωσης να μετακινείται κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά στο μέλλον. Παρεμπιπτόντως, μιας και βρέθηκε στο Κάιρο μπορούσε να ζητήσει από τον σύμμαχό του τον Σίσι να τον ξεναγήσει στο εργοτάξιο του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου της Γκίζας, του μεγαλύτερου στον κόσμο, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2020. Όσο για τις κυπριακές αρχαιότητες, ευτυχώς να λέμε που μάς τις ζήτησαν οι Ολλανδοί και παρουσιάζονται σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο του Λέιντεν. Βλέπεις τις φωτογραφίες από το στήσιμο και τη φροντίδα που τυγχάνουν τα αρχαιολογικά αντικείμενα και σε πιάνει μελαγχολία. Βρε, μήπως να μοιράσουμε και τα υπόλοιπα σε σοβαρά μουσεία ανά τον κόσμο μπας και αναδειχτεί ο πολιτισμός μας; Τουλάχιστον ο αρχαίος. Γιατί ο σύγχρονος δεν βρίσκεται και σε πολύ καλά χέρια.
«Θα ήθελα να τονίσω, ως προβλέπεται και στο πρόγραμμα διακυβέρνησής μου, ότι επιστέγασμα των προσπαθειών μας όσον αφορά τη γενικότερη πολιτιστική ανάπτυξη στον τόπο θα αποτελέσει η δρομολογούμενη ίδρυση Υφυπουργείου Πολιτισμού» είπε ακόμη ο ΥΠΠΑΝ εκ μέρους του Προέδρου κι αν κάποιος έμπαινε εκείνη την ώρα στην αίθουσα θα νόμιζε ότι έκανε πραξικόπημα κι έριξε τον Αναστασιάδη. Η κυβέρνηση Χαμπιαούρη. Ανατριχιάζεις και μόνο στην ιδέα. Αλλά θα μου πείτε, δεν είναι και λίγο ότι διαχειρίζεται κανονικά και με τον νόμο το πιο ευαίσθητο και καθοριστικό χαρτοφυλάκιο. Στα χέρια του κρατάει το πιο εύθραυστο και πολύτιμο βάζο μας. Χρειάζεται να προσθέσω κάτι άλλο;
 
Φιλgood, τεύχος 242