Τον τελευταίο χρόνο, ιδιαίτερα, έχει δοθεί έμφαση από την εκπαιδευτική πολιτική στη μεταναστευτική βιογραφία (ΜΜΕΒ), με εστίαση στη φάση υποδοχής των μαθητών/τριών, αλλά και τη διδασκαλία. Η προσέλευση και ένταξη παιδιών από ξένες χώρες στο νησί μας, είναι γεγονός και δεν μπορεί να γίνει υπαναχώρηση, δεδομένων των διεθνών πολιτικών εξελίξεων. Αυτό που, στο παρόν στάδιο μπορεί να γίνει είναι να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την αρμονική συνύπαρξη και σωστή λειτουργία των σχολείων, στηριγμένη στη νέα αυτή πραγματικότητα. Η ομαλή ένταξη και οριοθέτηση του πλαισίου εισδοχής και επιμόρφωσης είναι το ζητούμενο, αρχής γενομένης από την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και κουλτούρας. Η φυσική έκθεση των παιδιών αυτών στην ελληνική γλώσσα συστηματοποιείται μέσω του σχολείου. Ο συνδυασμός βιωματικής εμπειρίας και μεθοδολογίας είναι το κλειδί για τη γλωσσική εκμάθηση. Συχνά, παρατηρείται ότι παιδιά που διαβιούν στην Κύπρο για μεγάλο χρονικό διάστημα, ασυνόδευτοι συνήθως πρόσφυγες, προσέρχονται στο σχολείο χωρίς να γνωρίζουν ούτε το βασικό λεξιλόγιο της ελληνικής, καθώς δεν εκτίθενται στην ελληνική γλώσσα λόγω του ότι διαμένουν με ομοεθνείς τους.

Ως εκ τούτου, το σχολείο καλείται να παίξει τον ρόλο του επικοινωνιακού φορέα, δίνοντας έμφαση στην ομιλία και τον προφορικό λόγο, ακόμη και με ελλιπή μέσα, ενθαρρύνοντας και καλώντας το παιδί σε γλωσσική δοκιμή και πλάνη, αφού είναι φυσικό στο προπαρασκευαστικό στάδιο να σημειώνονται λάθη. Επίσης, το παιδί πρέπει να ενημερωθεί και να καλλιεργηθεί με βασικά πολιτισμικά στοιχεία της χώρας που το φιλοξενεί, αφού δεν τα γνωρίζει, γεγονός που δυσχεραίνει την ενσωμάτωσή του στην εγχώρια κοινωνία. Για πιο αποτελεσματική εκμάθηση της γλώσσας, πρέπει να υπάρχει ένα ιεραρχημένο syllabus ανά επίπεδο ελληνομάθειας και τα αναλυτικά προγράμματα και εγχειρίδια να ανταποκρίνονται στο κυπριακό συγκείμενο (π.χ. ρίγα αντί χάρακας, φρουταρία αντί μανάβικο κ.τ.λ.).

Είναι καλό να υπάρχει σύνδεση της εκμάθησης με τη σχολική πραγματικότητα, δίνοντας έμφαση στη γλώσσα επιβίωσης και βασικής επικοινωνίας (πχ «μπορώ να έχω ένα χαρτομάντιλο;» «δε νιώθω καλά σήμερα»), ενημέρωση και γνωστοποίηση του «σχολικού» λεξιλογίου: το πρόγραμμα, τα μαθήματα, οι σχολικοί χώροι κ.τ.λ.) και συγκεκριμένοι στόχοι επιτυχίας (ένα-δύο κάθε φορά), που να καλύπτονται με τους ανάλογους δείκτες επάρκειας. Η επικοινωνιακή προσέγγιση προκρίνεται σε σχέση με την παραδοσιακή δομική προσέγγιση και την άχαρη αποστήθιση πινάκων που επικράτησε σε προηγούμενες δεκαετίες. Περαιτέρω, η δραστηριοκεντρική προσέγγιση σε συνάφεια με την καθημερινή πραγματικότητα(όπως, πχ εκπόνηση σχεδίου μαθήματος που να αφορά τη διοργάνωση ενός «πάρτι» ή την πρόσκληση ενός φίλου/μίας φίλης στο σπίτι), σε ένα πιο προχωρημένο επίπεδο, λειτουργεί πιο αποτελεσματικά αντί του παραδοσιακού θεωρητικού και στατικού δασκαλοκεντρικού τρόπου διδασκαλίας.

Είναι γεγονός ότι σε πολυπολιτισμικές κουλτούρες η συνύπαρξη ανθρώπων με ετερογενή εθνικά και πολιτισμικά στοιχεία, συντρέχει στην πρόκληση προβλημάτων και στην παρακώλυση της αρμονικής συνύπαρξης των ανομοιογενών αυτών ομάδων. Είναι πολύ σημαντική η διατήρηση αναλλοίωτων των στοιχείων της εθνικής ταυτότητας και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της χώρας που φιλοξενεί τους/τις μετανάστες/στριες. Η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας πρέπει να είναι εκ των ων ουκ άνευ στοιχείων και κριτηρίων ένταξης ατόμων με μεταναστευτική βιογραφία, καθώς η γλώσσα επικοινωνίας μπορεί να φέρει κοντά αλλοεθνείς κουλτούρες. Ιστορικά, η ελληνική γλώσσα υπήρξε διεθνής γλώσσα (βλ. ελληνιστική εποχή) ανάλογη της σημερινής αγγλικής. Οι ελληνίζοντες γηγενείς-ντόπιοι πληθυσμοί, που κατακτήθηκαν από τους Έλληνες θεωρούντο προνομιούχα τάξη σε σχέση με τους μη ελληνίζοντες. Η εκμάθηση της γλώσσας ενός λαού συνεπάγεται και την αποδοχή της κουλτούρας, των χαρακτηριστικών και των παραδόσεών του, κάτι το οποίο μπορεί να συμβάλει στη θετική στάση και λειτουργία προς όφελος της χώρας υποδοχής του ξένου στοιχείου, στη θέση της συγκρουσιακής και επιζήμιας σχέσης.

*Φιλόλογος-εκπαιδευτικός
[email protected]