Το ζήτημα της κυκλοφοριακής συμφόρησης στις κυπριακές πόλεις δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίζεται ως ένα καθημερινό πρακτικό πρόβλημα, αλλά ως μια δομική παθογένεια με άμεσες επιπτώσεις στην παραγωγικότητα, στην κοινωνική συνοχή και στο δικαίωμα πρόσβασης στον δημόσιο χώρο. Η συνεχής απώλεια χρόνου, η μειωμένη ασφάλεια στους δρόμους και η λειτουργική αναποτελεσματικότητα αποτελούν συμπτώματα ενός συστήματος που λειτουργεί χωρίς ενιαίο στρατηγικό σχεδιασμό και χωρίς θεσμική λογοδοσία.

Η Πρόταση Νόμου που κατέθεσα στη Βουλή των Αντιπροσώπων αποτελεί ένα αποφασιστικό βήμα για να συμβάλουμε ουσιαστικά στην απάμβλυνση του κυκλοφοριακού, να τεθεί ένα τέρμα στο χάος των δρόμων και να φέρουμε την Κύπρο στη νέα εποχή της βιώσιμης κινητικότητας.Για πρώτη φορά, μέσω Πρότασης Νόμου, το κράτος αναλαμβάνει θεσμικά την ευθύνη για την αποσυμφόρηση των πόλεων – όχι με αποσπασματικά μέτρα, αλλά με ένα ενιαίο σχέδιο που αλλάζει τη νοοτροπία των μετακινήσεων. Η πρόταση μου συνδυάζει μια σειρά από παραμέτρους όπως τεχνολογία, αλλαγές, διαφάνεια και αυστηρό έλεγχο.

Η σύγχρονη διαχείριση της κινητικότητας απαιτεί θεσμοθετημένες δομές που συντονίζουν την κυκλοφορία σε πραγματικό χρόνο. Η δημιουργία Κέντρων Διαχείρισης Κυκλοφορίας ανά επαρχία είναι νευραλγικός μηχανισμός παρακολούθησης, ανάλυσης και ρύθμισης της κυκλοφορίας με αντικειμενικά δεδομένα. Μόνον έτσι μπορεί να υπάρξει προσαρμογή των ρυθμίσεων στις πραγματικές ανάγκες των χρηστών του οδικού δικτύου.

Εξίσου κρίσιμο είναι το ζήτημα των μέσων μαζικής μεταφοράς. Η προτεραιοποίηση των δημοσίων συγκοινωνιών δεν είναι θεωρητική επιλογή, αλλά αποτελεί καταγεγραμμένη διεθνώς καλή πρακτική που επιτρέπει την ανακατανομή της κινητικότητας και την αποφόρτιση του οδικού χώρου. Η αποτελεσματικότητα των ΜΜΜ πρέπει να είναι μετρήσιμη και διαφανής, με δείκτες αξιοπιστίας, τακτικότητας και χρόνου μετακίνησης.

Η ρυμούλκηση οχημάτων που εμποδίζουν την ομαλή κυκλοφορία μέσα σε ελάχιστο χρόνο είναι σημαντικό και αναγκαίο μέτρο. Η δημιουργία ζωνών ροής, με απαγόρευση στάσης/στάθμευσης σε καθορισμένες ώρες είναι επίσης αυτονόητη ρύθμιση.  Η δημιουργία σχολικών ζωνών προστασίας γύρω από κάθε σχολείο θα συμβάλει στην αποφυγή επιπρόσθετης συμφόρησης σε ώρες αιχμής.   

Η εκτέλεση δημόσιων έργων μόνο τη νύχτα, για να σταματήσει η ταλαιπωρία των οδηγών θα πρέπει κάποια στιγμή να θεσμοθετηθεί.

Παράλληλα, η θεσμοθέτηση τηλεργασίας και κλιμακωτού ωραρίου μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο διαχείρισης του όγκου κίνησης στις ώρες αιχμής. Η πολιτεία οφείλει να ενθαρρύνει και να επιβραβεύει οργανωτικά μοντέλα που μειώνουν την ανάγκη για ταυτόχρονη φυσική μετακίνηση μεγάλου αριθμού εργαζομένων.

Κεντρική παράμετρος σε κάθε σχεδιασμό είναι η λογοδοσία. Ο πολίτης πρέπει να έχει πρόσβαση στα δεδομένα που παράγει το σύστημα διαχείρισης κυκλοφορίας — ποιες αρρυθμίες καταγράφονται, πού οφείλονται, ποιοι φορείς ευθύνονται και τι διορθωτικές ενέργειες υλοποιούνται. Η διαφάνεια στην κυκλοφοριακή διαχείριση είναι βασικός όρος για την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Το κυκλοφοριακό είναι θέμα ισότιμης πρόσβασης στην πόλη, ενώ ο δημόσιος χώρος αποτελεί κοινόχρηστο πόρο, που πρέπει να λειτουργεί με τρόπο που εξυπηρετεί το συλλογικό συμφέρον.

Η Κύπρος διαθέτει πλέον το ανθρώπινο δυναμικό, τη γνώση και τα τεχνολογικά εργαλεία για να μεταβεί σε ένα σύγχρονο μοντέλο αστικής κινητικότητας. Το ζητούμενο δεν είναι η πολιτική βούληση μόνο ως δήλωση, αλλά ως εφαρμοσμένη πολιτική. Η συμμόρφωση με ευρωπαϊκές πρακτικές και η αξιοποίηση διεθνών εμπειριών μπορούν να αποτελέσουν τον καταλύτη για αυτόν τον μετασχηματισμό.

Η επιτυχής αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού αποτελεί δείκτη πολιτισμού, οργάνωσης και σεβασμού προς τον χρόνο και τη ζωή του πολίτη. Και είναι ευθύνη της πολιτείας να διασφαλίσει ότι αυτό το δικαίωμα δεν παραβιάζεται καθημερινά.

Πέραν αυτών, απαιτείται συστηματική θεώρηση των πόλεών μας ως ζωντανών οργανισμών, όπου η κινητικότητα δεν είναι αυτόνομη λειτουργία αλλά μέρος ενός ευρύτερου αστικού οικοσυστήματος. Η χάραξη πολιτικών πρέπει να συνοδεύεται από αξιολόγηση επιπτώσεων, από συνεχή ανατροφοδότηση των φορέων και από ενίσχυση των τοπικών αρχών με εξειδικευμένα εργαλεία. Η βιώσιμη κινητικότητα δεν είναι μεμονωμένο έργο· είναι σταδιακή αναμόρφωση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον δημόσιο χώρο, τον χρόνο και τη συλλογική ασφάλεια.

*Βουλεύτρια ΔΗΣΥ Λεμεσού