Αφοσιωμένη. Δυναμική. Αποφασιστική. Δεν της άρεσαν τα πολλά λόγια και οι ανακοινώσεις. Ήταν η υπουργός που σήκωνε τα μανίκια, και εργαζόταν σκληρά για το επιθυμητό αποτέλεσμα. Είχε όραμα και λύσεις για τα προβλήματα που παρουσιάζονταν. Το αίσθημα ευθύνης για την ίδια, όφειλε να μετουσιώνεται σε πράξη.

Η Ζέτα Αιμιλιανίδου είχε κερδίσει τον σεβασμό των συνεργατών της και την αγάπη των απλών πολιτών. Προσπαθούσε να ρίχνει τα τείχη, να διατηρεί προσωπική επικοινωνία με εκείνους που αντιμετώπιζαν δυσκολίες. Πάλευε για να περιορίσει τον ανθρώπινο πόνο. Αυτός ήταν και ο λόγος που διατηρούσε και προσέφερε το προσωπικό της φαξ. Η σιδηρά κυρία της Κύπρου, έφυγε από τη ζωή προχθές το απόγευμα, σκορπίζοντας τη θλίψη ανά το παγκύπριο. Νοσηλευόταν στην Αθήνα όπου είχε μεταφερθεί εσπευσμένα, σε εξαιρετικά κρίσιμη κατάσταση από τις 15 Μαΐου, μετά από ανεύρυσμα εγκεφαλικής αρτηρίας.

Το γραφείο της στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπου εργαζόταν σκληρά επί εννέα χρόνια γέμισε με λουλούδια, που τόσο της άρεσαν. Οι συνεργάτες της θυμούνται την «Καλημέρα» που τους χάριζε κάθε πρωί. Ήταν απλός άνθρωπος και δουλευταρού, σημειώνουν, με την υπεύθυνη καθαριότητας να περιγράφει πως η Ζέτα έφευγε πολύ αργά από το γραφείο της και ότι ενίοτε το έβρισκε ζεστό όταν άρχιζε τη δουλειά της στις 4:00 το πρωί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Για το ήθος, την ακεραιότητα και τον μοναδικό της χαρακτήρα, έχουν να πουν όσοι τη γνώριζαν. Η Ζέτα Αιμιλιανίδου ήταν άνθρωπος που δεν περνούσε απαρατήρητος, μια έντονη προσωπικότητα, με γνώσεις, κατάρτιση, ικανότητες. Ο υφυπουργός παρά τω Προέδρω, Κυριάκος Κούσιος, αναφέρεται με δάκρυα και έντονη συγκίνηση στη συνεργάτιδα και φίλη του. «Όταν η Ζέτα Αιμιλιανίδου μιλούσε, όλοι ακούγαμε. Ήταν μια υπουργός για την οποία όλοι αισθανόμασταν βεβαιότητα ότι το έργο που αναλάμβανε θα το έφερνε εις πέρας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο». Στο επίκεντρο της πολιτικής της, είπε, είχε τον άνθρωπο και εκείνον που είχε ανάγκη. «Η Ζέτα ήταν ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Ήξερε ποια ήταν. Δεν περίμενε να γίνει υπουργός για να το αποδείξει. Μπορούσε να είναι φίλη με τον εργάτη, με τον επιχειρηματία, με τον υπουργό, αλλά και τον κλητήρα. Ήταν άνθρωπος που απολάμβανε τη ζωή. Ήξερε να χαρεί και τα μικρά και τα μεγάλα. Ήταν άνθρωπος που μπορούσες να στηριχτείς πάνω του. Ήταν ένας πραγματικός φίλος», υπογράμμισε δακρυσμένος και πρόσθεσε ότι οι δύο τους έκαναν σχέδια για την 1η Μαρτίου 2023, όπου θα ολοκληρωνόταν η θητεία τους. 

Τα σχέδια της αφυπηρέτησης της, ώστε να περάσει χρόνο με το εγγονάκι της που υπεραγαπούσε, με την οικογένεια και τους φίλους της, μοιράστηκε η Ζέτα Αιμιλιανίδου και με τον υπουργό Οικονομικών. «Μου έλεγε “τόσα χρόνια τα αντέξαμε. Ψυχοφθόρα και τώρα θα ξεκουραστούμε”», σημειώνει ο κ. Πετρίδης και προσθέτει ότι αντιμετώπισαν πολλές κρίσεις και συνεννοούνταν ακόμη και με νεύματα στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου.

«Να έχεις έγνοια τον κόσμο…», συμβούλευε η Ζέτα

«Ήταν η υπουργός του κόσμου. Η αγάπη του την τροφοδοτούσε με δύναμη να συνεχίζει και να βρίσκει τρόπους και λύσεις» 

Το μήνυμα που έλαβε από τη Ζέτα Αιμιλιανίδου όταν ανέλαβε καθήκοντα, γνωστοποίησε η υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας. «Αναστασία, έχουμε επιλεγεί από τον Πρόεδρο ανάμεσα σε χιλιάδες για να υπηρετήσουμε τον κόσμο. Είμαι σίγουρη ότι έχει και άλλους άξιους, αλλά σε εμάς δόθηκε αυτή η ευκαιρία. Έχουμε χρέος έναντι του Προέδρου που μας εμπιστεύτηκε και διπλή ευθύνη προς τον κόσμο. Από τις πολιτικές μας επηρεάζονται χιλιάδες. Να έχεις έγνοια τον κόσμο…». Όπως αναφέρει η κ. Ανθούση, ήταν ακούραστη, με ενσυναίσθηση, με σεβασμό και αγάπη για τον άνθρωπο. «Η Ζέτα ήταν η υπουργός του κόσμου. Η αγάπη του την τροφοδοτούσε με δύναμη να συνεχίζει και να βρίσκει τρόπους και λύσεις». 

Εάν σήμερα, υπογραμμίζει η κ. Ανθούση, μπορούμε να είμαστε περήφανοι για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για το ΕΕΕ, για την αναδιοργάνωση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, για το Σπίτι του Παιδιού, για τη στοχευμένη επιδοματική πολιτική, για τα σπιτάκια στην κοινότητα και την αποϊδρυματοποίηση των ΑμεΑ, για την ανάπτυξη πληθώρας νέων προγραμμάτων από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, για τη στήριξη της τρίτης ηλικίας και τόσα άλλα, είναι γιατί η Ζέτα είχε όραμα και αίσθημα ευθύνης, τα οποία μετουσίωνε σε δράσεις. 

Επιπλέον, η πρόεδρος του Συμβουλίου «Φωνή» Αναστασία Παπαδοπούλου, σχολίασε ότι χωρίς τη Ζέτα Αιμιλιανίδου «δεν θα υπήρχε το Σπίτι του Παιδιού, δεν θα υπήρχε Εθνική Στρατηγική για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, δεν θα υπήρχε το Σπίτι της Γυναίκας». Η Ζέτα, υπογραμμίζει, έβρισκε λύσεις στα προβλήματα όταν άλλοι έλεγαν «δεν γίνεται». Είχε όραμα και γνώριζε τι πρέπει να κάνει για να υλοποιηθεί και να διατηρηθεί στον χρόνο. Εκπονούσε προγράμματα και έργα, όμως δεν επιδίωκε να προβληθεί ή να εισπράξει τα όποια συγχαρητήρια. «Ήταν αφοσιωμένη σε εκείνο που θεωρούσε καθήκον της. Ήταν εργατική και αποφασιστική. Ενέπνεε τον σεβασμό».

Υπενθύμισε δε, το πρόγραμμα που είχε αρχίσει η υπουργός, το οποίο είχε σκοπό να εντοπίζει και να βοηθάει με επιδόματα, ψυχολογική στήριξη ή άλλους τρόπους τις γυναίκες που είχαν βιαστεί κατά την εισβολή το 1974. Αν οι γυναίκες το επιθυμούσαν, τις συναντούσε και η ίδια, ακούγοντας για τον εφιάλτη τους. «Άκουγε τα προβλήματα του κόσμου και ήταν δίπλα τους. Δεν έχτιζε τείχη και εύρισκε πάντα τον τρόπο».  

Παιδί της κατεχόμενης Νεάπολης

Πέρασε από θέσεις κλειδιά στη Δημόσια Υπηρεσία

Η Ζέτα Αιμιλιανίδου γεννήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1954, στην κατεχόμενη σήμερα Νεάπολη της Λευκωσίας. Είχε τρία αδέλφια, τον Ουράνιο Ιωαννίδη ο οποίος διετέλεσε υπουργός Παιδείας, τον Δώρο Ιωαννίδη, πρώην πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και τη Μαίρη Ιωαννίδου Κουτσελίνη, Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Απέκτησε πτυχίο Νομικής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και έλαβε δίπλωμα «Marketing Management» από το Cyprus Institute of Marketing. Στα 24 της χρόνια εγγράφτηκε δικηγόρος, καθώς το 1978 πέτυχε στις εξετάσεις του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου.

Από το 2001 μέχρι το 2010 ήταν διευθύντρια του Τμήματος Τελωνείων και Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας. Διετέλεσε, επίσης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής Λιμένων Κύπρου. Από το 2010 μέχρι το 2013 υπηρέτησε ως γενική διευθύντρια του υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού και διετέλεσε, επίσης, πρόεδρος του Ιδρύματος Ενέργειας Κύπρου και του Ειδικού Ταμείου για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Εξοικονόμησης Ενέργειας.

Υπήρξε, ακόμη, επικεφαλής της ομάδας που ετοίμασε την παρούσα Τελωνειακή Νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας και μέλος της ομάδας που σχεδίασε και ετοίμασε την περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νομοθεσία. Είναι η συγγραφέας του βιβλίου «Ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας στην Κύπρο», που εκδόθηκε το 1992 όταν τέθηκε για πρώτη φορά σε ισχύ η εν λόγω νομοθεσία. Ως γενική διευθύντρια του υπουργείου Ενέργειας είχε την ευθύνη ολοκλήρωσης του 2ου γύρου Χορήγησης Αδειών Εξερεύνησης Υδρογονανθράκων σε υπεράκτιες περιοχές της Κύπρου και ήταν η πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία βάσει Νόμου αξιολογούσε τις αιτήσεις των εταιρειών που εκδήλωσαν ενδιαφέρον, οδηγώντας, τελικά, στην υπογραφή συμβολαίων για 5 τεμάχια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Κύπρου.

Στις 3 Απριλίου 2013 διορίστηκε από τον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας στη θέση της υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στην οποία συνέχισε να υπηρετεί μέχρι το θάνατό της. Προώθησε πλήθος μεταρρυθμίσεων που αφορούν όλους τους τομείς αρμοδιοτήτων του υπουργείου, με ιδιαίτερη έμφαση στα θέματα κοινωνικής πρόνοιας, στα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων και στα θέματα ισότητας των φύλων.

Τελευταίες πράξεις της πορείας της, αφορούν την προσπάθεια για σημαντικές μεταρρυθμίσεις όπως η θεσμοθέτηση Εθνικού Κατώτατου Μισθού και μηχανισμού καθορισμού και αναθεώρησης του επιπέδου του, η αναθεώρηση και εκσυγχρονισμός της περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νομοθεσίας και συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, καθώς και η διαδικασία για την ψηφιοποίηση όλων των παροχών του υπουργείου Εργασίας για καλύτερη και αμεσότερη εξυπηρέτηση του πολίτη.