Από το Ελσίνκι στο δημοψήφισμα

Από τη Σύνοδο κορυφής του Ελσίνκι, τον Δεκέμβριο του 1999, μέχρι το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, έπρεπε να συμπληρωθεί ένα πολύπλοκο και δυσεπίλυτο παζλ, σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, όπου ακόμη και οι βασικοί παίκτες άλλαξαν στη διάρκεια της πορείας, ενώ η  Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αναδεικνύονταν σε καταλυτικό παράγοντα της πρωτοβουλίας. Τον Φεβρουάριο του 2003 Πρόεδρος είχε εκλεγεί ο Τάσσος Παπαδόπουλος. Πριν καλά-καλά αναλάβει κλήθηκε από τον Γ.Γ. σε συνομιλίες στη Χάγη (Μάρτιος 2003). Ο Ντενκτάς τορπίλισε τις μαραθώνιες συζητήσεις αναγκάζοντας τον Γενικό Γραμματέα να κηρύξει αδιέξοδο. Το σκηνικό αδιεξόδου ήρθε να ταράξει μια επιστολή του Τ. Παπαδόπουλου προς τον Γενικό Γραμματέα για να επαναληφθούν οι συνομιλίες. Το γεγονός ότι πλησίαζε η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. ενεργοποίησε τον ΟΗΕ και τους Αγγλοαμερικανούς.

Στις 13 Φεβρουαρίου 2004, στη Νέα Υόρκη, όλοι οι πρωταγωνιστές ανέβηκαν στο τρένο για το ταξίδι μέχρι το δημοψήφισμα. Από το παζλ έλειπε το τελευταίο κομμάτι. Στη Νέα  Υόρκη η συμφωνία που έγινε για τα διαδικαστικά θέματα προνοούσε:

1.    Διεξαγωγή συνομιλιών στη Λευκωσία μεταξύ των δύο κοινοτήτων, υπό την προεδρία του κ. Ντε Σότο.

2.    Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, θα συγκαλείτο νέα φάση συνομιλιών “στην οποία θα μετείχαν εκπρόσωποι της Ελλάδας και της Τουρκίας” για να προσφέρουν τη βοήθειά τους προς τις δύο πλευρές, πάνω σε παραμένουσες διαφορές.

3.    Ο Γ.Γ. του Ο.Η.Ε., μετά τη συμπλήρωση της δεύτερης φάσης (όπως πιο πάνω), θα συμπληρώσει τυχόν παραμένοντα κενά και θα επιλύσει τυχόν παραμένουσες διαφορές.

 Στο Μπούργκενστοκ
Η “νέα φάση των συνομιλιών” που όριζε η συμφωνία της Νέας Υόρκης έγινε στην Ελβετία, στο χειμερινό θέρετρο Μπούργκενστοκ, τον Μάρτιο του 2004. Στις 23 Μαρτίου 2004 άρχισε να στήνεται “σκηνικό τέλους” στο Κυπριακό. Ήταν προφανές πως ο στόχος να ενταχθεί στην Ε.Ε. “η νέα κατάσταση πραγμάτων” και όχι η Κυπριακή Δημοκρατία περνούσε μέσα από ένα ασφυκτικό πλαίσιο πιέσεων προς την ελληνική πλευρά και μια τακτική προσέγγισης προς την Άγκυρα.

Στις 26 Μαρτίου, σε μια κρίσιμη καμπή της διαδικασίας, ο Τούρκος υφυπουργός Εξωτερικών Ζιγιάλ υπέβαλε στον απεσταλμένο του ΟΗΕ στο Κυπριακό, Άλβαρο ντε Σότο, υπόμνημα με έντεκα σημεία, που αποτελούσαν τις απαιτήσεις της Άγκυρας προκειμένου να συνεχισθεί η διαδικασία. Το τουρκικό υπόμνημα αφορούσε στο σύνολο του σχεδίου και βρισκόταν εκτός της φιλοσοφίας του. Ο κατάλογος του Ζιγιάλ ικανοποιήθηκε πλήρως, όπως αποδείχθηκε λίγες ημέρες αργότερα, όταν παραδόθηκε στα εμπλεκόμενα μέρη το Σχέδιο Ανάν 5.

Στο εισαγωγικό σημείωμα του τουρκικού εγγράφου, με απροκάλυπτο τρόπο, ο Ζιγιάλ ζητούσε τη συμπερίληψη των τουρκικών απαιτήσεων στο τελικό σχέδιο δηλώνοντας: “Είναι πλέον φανερό ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν είναι έτοιμη να εμπλακεί σε ουσιαστικό πάρε-δώσε και επομένως οι αλλαγές που απαιτεί η τουρκική πλευρά θα πρέπει να γίνουν από τη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών”.

Η τελική φάση των διαπραγματεύσεων

Νωρίς το πρωί του Σαββάτου, 27 Μαρτίου, το ελικόπτερο που μετέφερε τον Γενικό Γραμματέα από το αεροδρόμιο της Λουκέρνης προσγειώθηκε στο Μπούργκενστοκ. Ο Κόφι Ανάν ξεκίνησε αμέσως συσκέψεις με τους συνεργάτες του και ενημερώθηκε από τον Ντε Σότο.

Ο Γενικός Γραμματέας όταν ολοκλήρωσε τις επαφές του κάλεσε τους πρωταγωνιστές στο ξενοδοχείο Γκραντ. Ο Κόφι Ανάν απευθύνθηκε προς τις τέσσερις αντιπροσωπείες και η ομιλία του περιλάμβανε και γλαφυρές αναφορές:

“Οι περιχαρακωμένες πολιτικές δεκαετιών έχουν ήδη αρχίσει να υποχωρούν. Καθώς σταμάτησε η χιονόπτωση, αραίωσε η ομίχλη, και ο ήλιος εμφανίστηκε στο Μπούργκενστοκ, ο πάγος έσπασε. Μακάρι να μπορούσαμε να το είχαμε καταφέρει αυτό νωρίτερα, όταν υπήρχε περισσότερος χρόνος να αφιερώσουμε. Αλλά τώρα που έχουμε ακόμα αυτή την ευκαιρία, δεν μπορούμε να την αφήσουμε να περάσει”.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, παραδίδοντας το νέο σχέδιο στις αντιπροσωπείες, απευθύνθηκε σε κάθε ηγέτη ξεχωριστά διαβεβαιώνοντάς τους ότι έχουν ληφθεί υπόψη οι ανησυχίες και οι προτεραιότητές τους.

Οι αντιπροσωπείες παρέμειναν στο ελβετικό θέρετρο μέχρι και την 1η Απριλίου.

Στις 24 Απριλίου 2004 διεξήχθη το δημοψήφισμα για την αποδοχή ή όχι του σχεδίου Ανάν. Το σχέδιο απορρίφθηκε συντριπτικά από τους Ελληνοκύπριους και έγινε αποδεκτό από τους Τουρκοκύπριους.

Οι Ελληνοκύπριοι ψήφισαν ως εξής:

OXI         75.83% 313.704
ΝΑΙ          24.17% 99.976

Στα κατεχόμενα, Τουρκοκύπριοι και έποικοι ψήφισαν ως εξής:

ΝΑΙ          64,91%
ΟΧΙ          35,01%

Η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν είχε προκαλέσει την αντίδραση των Αγγλοαμερικανών και των αξιωματούχων και  τεχνοκρατών της Ε.Ε. Η Λευκωσία βρέθηκε στο στόχαστρο. Με αυτά τα δεδομένα άρχισαν από την Κυπριακή Δημοκρατία πρωτοβουλίες. Πρώτο βήμα ήταν το άνοιγμα προς τους Τουρκοκύπριους, με μέτρα, που θα τους βοηθούσε κυρίως οικονομικά. Σημειώνεται συναφώς πως η τουρκική πλευρά, μετά την υπογραφή ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., τον Απρίλιο του 2003, στην Αθήνα, προχώρησε σε μερική άρση της διακίνησης, ένθεν κακείθεν του κατοχικού οδοφράγματος. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία και λειτουργία οδοφραγμάτων.

Η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας προχώρησε μετά το δημοψήφισμα σε πρωτοβουλίες. Ένα βήμα ήταν η κωδικοποίηση θέσεων. Επί τούτου, θα πρέπει να αναφερθεί ότι “στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου στις 12 Απριλίου 2005, ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος παρουσίασε μία σύνοψη/κωδικοποίηση των θέσεων των κομμάτων σχετικά με επιθυμητές αλλαγές στο Σχέδιο Ανάν. Αυτό άλλωστε ανακοινώθηκε και επισήμως τότε, αμέσως μετά τη συνεδρίαση. Τόσο στη διάρκεια της εν λόγω συνεδρίασης όσο και δημοσίως στη συνέχεια, ο Τάσσος Παπαδόπουλος τόνιζε ότι οι θέσεις εκείνες δεν ήταν κατ’ ανάγκη και δικές του, προσθέτοντας ότι, για ευνόητους λόγους, δεν θα ήταν ορθό να καταστήσει γνωστές εκ των προτέρων τις δικές του θέσεις, αφού ο ίδιος ήταν ο Διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς.

 Επιπρόσθετα, θα πρέπει να τονιστεί και να υπενθυμιστεί ότι η σύνοψη/κωδικοποίηση των θέσεων των κομμάτων έγινε στην προσπάθεια της δικής μας πλευράς να δημιουργηθούν συνθήκες για επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Στο πλαίσιο αυτό και με την κωδικοποίηση των θέσεων του Εθνικού Συμβουλίου ανα χείρας, ο διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου Παπαδόπουλου, πρέσβης Τάσος Τζιωνής, είχε συναντήσεις με τον Βοηθό Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών κ. Πρέντεργκαστ στη Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 2005. Αποτέλεσμα αυτών των συναντήσεων ήταν η επίσκεψη του κ. Πρέντεργκαστ στην Κύπρο λίγο αργότερα και η επακόλουθη επαναδραστηριοποίηση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών που οδήγησε στη συνάντηση του Τάσσου Παπαδόπουλου με τον Γενικό Γραμματέα στο Παρίσι, την 1η Φεβρουαρίου 2006, και κορυφώθηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας της 8ης Ιουλίου 2006 (άρθρο Χρύση Παντελίδη, διευθυντής στο γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας, Τάσσου Παπαδόπουλου, 2003-2008, στην ιστοσελίδα του Κέντρου Μελετών).

Σε σχέση με την κινητικότητα αυτή, σταθμός θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί η Συμφωνία Παπαδόπουλου-Ταλάτ, της 8ης Ιουλίου 2006. Η συμφωνία ήταν αποτέλεσμα των μακρών συζητήσεων που είχαν ο διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου, πρέσβης Τάσος Τζιωνής, και ο εκπρόσωπος του Ταλάτ, Ρασίτ Περτέφ.

Η συμφωνία περιλάμβανε τα εξής:

Δέσμη Αρχών

1.    Δέσμευση για την επανένωση της Κύπρου με βάση μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία και πολιτική ισότητα, όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.

2.    Αναγνώριση του γεγονότος ότι το στάτους κβο είναι απαράδεκτο και η παράτασή του θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για τους Τουρκοκύπριους και τους Ελληνοκύπριους.

3.    Δέσμευση στη θέση ότι μια συνολική διευθέτηση είναι επιθυμητή, καθώς και εφικτή, και δεν θα πρέπει να καθυστερήσει περαιτέρω.

4.    Συμφωνία για άμεση έναρξη διαδικασίας, η οποία θα διαλαμβάνει διακοινοτική συζήτηση θεμάτων που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή του λαού και, ταυτόχρονα, εκείνων που αφορούν ουσιαστικά θέματα, και τα δύο εκ των οποίων θα συμβάλουν σε μια συνολική διευθέτηση.

5.    Δέσμευση να διασφαλιστεί ότι θα επικρατήσει “κατάλληλη ατμόσφαιρα” για να είναι η διαδικασία αυτή επιτυχής. Συναφώς, μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης είναι ουσιαστικά, τόσο για βελτίωση της ατμόσφαιρας όσο και για βελτίωση της ζωής όλων των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων. Επίσης, σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να τεθεί τέρμα στο ούτω καλούμενο “παιχνίδι επίρριψης ευθυνών”.

Απόφαση των δύο ηγετών
Οι Τεχνικές Επιτροπές για θέματα που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή του λαού θα αρχίσουν το έργο τους μέχρι το τέλος Ιουλίου, νοουμένου ότι, κατά τον ίδιο χρόνο, οι δύο ηγέτες θα έχουν, επίσης, ανταλλάξει κατάλογο θεμάτων ουσίας και νοουμένου ότι τo περιεχόμενό του θα εξεταστεί από διακοινοτικές ομάδες εργασίας αποτελούμενες από εμπειρογνώμονες και θα οριστικοποιηθούν από τους ηγέτες.

Οι δύο ηγέτες θα συναντώνται περαιτέρω, από καιρού εις καιρόν, όποτε κρίνεται χρήσιμο, για να δίνουν καθοδήγηση στις δικοινοτικές ομάδες εργασίας αποτελούμενες από εμπειρογνώμονες για να αξιολογούν την εργασία των Τεχνικών Επιτροπών.

Ενισχυτική της Συμφωνίας αυτής ήταν και η επιστολή Γκαμπάρι της  15ης Νοεμβρίου 2006. Ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Ιμπραχίμ Γκαμπάρι, είχε στείλει επιστολές προς τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο και τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, με εισηγήσεις για εφαρμογή της συμφωνίας της 8ης Ιουλίου 2006.

Σύμφωνα με τον Γκαμπάρι, προκειμένου να αρχίσουν διαπραγματεύσεις, θα έπρεπε να διαμορφωθεί επαρκής διαπραγματευτική βάση, καθώς και γεφύρωση θέσεων επί των ουσιωδών πτυχών του Κυπριακού.

Η προσπάθεια αυτή δεν προχώρησε. Στις προεδρικές εκλογές του 2008 Πρόεδρος είχε εκλεγεί ο Δημήτρης Χριστόφιας.  Κατά τη θητεία του, ο Δημήτρης Χριστόφιας έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη λύση του Κυπριακού στη βάση ΔΔΟ με πολιτική ισότητα. Τον Σεπτέμβριο του 2008 ο Δημήτρης Χριστόφιας και ο  Μεχμέτ Αλί Ταλάτ ήλθαν σε συνεννόηση για την επανέναρξη άμεσων διαπραγματεύσεων. Ως βάση τέθηκαν οι Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου του 1977 και 1979, οι οποίες προέβλεπαν τον μετασχηματισμό του ενιαίου κράτους σε ένα ομόσπονδο κράτος. Κατά τις συνομιλίες επιτεύχθηκαν πολλές συγκλίσεις. Καταγράφηκε σημαντική πρόοδος στα κεφάλαια της διακυβέρνησης και κατανομής εξουσιών –επί  της αρχής για μια κυριαρχία και ιθαγένεια- το κεφάλαιο της οικονομίας και το κεφάλαιο που είχε σχέση με τα θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πρόοδος σφραγίστηκε με το κοινό Ανακοινωθέν Χριστόφια – Ταλάτ τον Ιούλιο του 2008.

 Στην κοινή δήλωση αναφέρεται ότι οι δύο ηγέτες “είναι ενθαρρυμένοι από τη σημαντική πρόοδο, που έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα, στα κεφάλαια της Διακυβέρνησης και του Διαμοιρασμού Εξουσίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Οικονομίας και εκφράζουν παράλληλα την πεποίθησή τους για επίτευξη μιας συνολικής λύσης”. Σε άλλο σημείο της δήλωσης αναφέρεται ότι οι δύο ηγέτες εκφράζουν την πεποίθηση ότι το αμοιβαίο τους ενδιαφέρον για το κοινό καλό των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, όπως και η θέλησή τους για μια συνολική λύση, θα τους οδηγήσει σύντομα στη συζήτηση και των υπολοίπων κεφαλαίων του Κυπριακού και στην κάλυψη των διαφορών, ώστε μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση να τεθεί σε ξεχωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα”.

Η ήττα Ταλάτ από τον Έρογλου και η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, του Νίκου Αναστασιάδη, διαμόρφωσαν νέο σκηνικό στο Κυπριακό. Αναστασιάδης και Έρογλου μετά από  αμερικανική παρέμβαση κατέληξαν σε συμφωνία στις 11 Φεβρουαρίου 2014. Η στάση Έρογλου δεν ήταν, όπως αναμενόταν, υποβοηθητική, παρά το γεγονός ότι είχε συναινέσει στη συμφωνία.

Τα δεδομένα, ωστόσο, φάνηκε να είχαν αλλάξει, με την επιλογή του Ακιντζί στην ηγεσία του κατοχικού καθεστώτος.

Το 2015 έμοιαζε να ήταν χρονιά λύσης. Αναστασιάδης και Ακιντζί προχωρούσαν σε συζητήσεις. Όλα αυτά ανατράπηκαν όταν η Τουρκία αποφάσισε να φρενάρει την πορεία των διαπραγματεύσεων.

Παρόλα αυτά ο νέος απεσταλμένος του Γ.Γ. στο Κυπριακό, Έσπεν Μπαρθ Άιντε, στην προσπάθειά του να “ευθυγραμμίσει τα άστρα”, επιχείρησε να διαμορφώσει συνθήκες για συζητήσεις εκτός Κύπρου. Πραγματοποιήθηκαν δυο συναντήσεις στο Μοντ Πελαράν της Ελβετίας, τον Νοέμβριο του 2016. Παρά την αποτυχία των συνόδων, συγκλήθηκαν δυο Πενταμερείς Διασκέψεις, μια στη Γενεύη τον Ιανουάριο του 2017 και η δεύτερη  τον Ιούλιο στο Κραν Μοντανά.

Ήδη στο Κυπριακό κάτι είχε αλλάξει σε σχέση με την προσέγγιση της Αθήνας. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος, Νίκος Κοτζιάς, από το 2015 που ανέλαβε τα καθήκοντά του, υπό την Πρωθυπουργία Τσίπρα, διαμόρφωσε και κατέθεσε μια ολοκληρωμένη πρόταση για την ασφάλεια. Μια προσέγγιση, με προτάσεις για το κεφάλαιο αυτό, που καθιστούσε την Κύπρο κανονικό κράτος.

Σημαντική παράμετρος των εισηγήσεων είναι η κατάργηση της Συνθήκης Εγγυήσεων και η αντικατάσταση της Συνθήκης Συμμαχίας.

Οι προτάσεις Κοτζιά συνοψίζονται ουσιαστικά σε δυο Συμφωνίες:

To Σύμφωνο προσωρινής στάθμευσης ξένων στρατευμάτων στην Κύπρο
Το Σύμφωνο Φιλίας μεταξύ Κύπρου – Ελλάδας – Τουρκίας

Το Σύμφωνο Φιλίας θα έρθει ως αντικατάσταση της Συνθήκης Εγγυήσεων και της Συνθήκης Συμμαχίας, οι οποίες έχουν υπογραφεί και ισχύουν από το 1960.

 Στόχος του Συμφώνου Φιλίας θα είναι η αντιμετώπιση κοινών κινδύνων που αφορούν στην Κύπρο και τη γύρω περιοχή, αλλά, την ίδια ώρα, θα διασφαλίζει ότι καμιά χώρα δεν θα έχει δικαίωμα παρέμβασης ή επέμβασης στο εσωτερικό της άλλης για κανένα λόγο.

 Στη Γενεύη, Αναστασιάδης και Ακιντζί αντάλλαξαν χάρτες για το εδαφικό. Ο τουρκικός χάρτης αποσύρθηκε στη συνέχεια, πριν τις προεδρικές εκλογές του 2018. Η αποτυχία της Γενεύης είχε και συνέχεια. Ο Γενικός Γραμματέας με προτροπή του απεσταλμένου του, Έσπεν Μπαρθ Άιντε, συγκάλεσε νέα Διάσκεψη τον Ιούνιο του 2017. Στη διάρκεια της Διάσκεψης, ο Αντόνιο Γκουτέρες κατέθεσε πλαίσιο έξι σημείων.

Τα 6 σημεία του πλαισίου Γκουτέρες είναι:

ΑΣΦΑΛΕΙΑ: Πιστεύω ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε ότι στην Κύπρο χρειαζόμαστε νέο σύστημα ασφάλειας και όχι τη συνέχιση του υφιστάμενου. Πρέπει να τερματιστεί το δικαίωμα παρέμβασης, όπως επίσης και η συνθήκη εγγυήσεων. Το νέο σύστημα θα πρέπει να είναι ένα συμπαγές σύστημα που θα διασφαλίζει ότι όλοι οι Κύπριοι νιώθουν ασφαλείς

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ: Χρειαζόμαστε έναν γρήγορο μηχανισμό εφαρμογής ο οποίος να περιλαμβάνει και εξωτερικά στοιχεία από την Κύπρο (πχ τα Ηνωμένα Έθνη). Οι σημερινοί εγγυητές δεν μπορούν να συμμετέχουν στην εφαρμογή και εποπτεία των εαυτών τους. Πρέπει να υπάρξει ραγδαία μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη μέρα σε επίπεδα που προσομοιάζουν στην παλιά Συνθήκη Συμμαχίας. Υπάρχει διαφωνία μεταξύ των μερών για sunset clause (ρήτρα λήξης ισχύος) ή sunset review (ρήτρα επανεξέτασης). Αυτό θα πρέπει να συζητηθεί σε υψηλότερο επίπεδο. Θα πρέπει να δούμε τις λεπτομέρειες για το θέμα του οπλισμού.

ΕΔΑΦΙΚΟ: Χρειάζεται η τ/κ πλευρά να προσαρμόσει τον χάρτη που κατέθεσε ώστε να αντιμετωπίζει κάποιες ανησυχίες που εκφράστηκαν από την ε/κ πλευρά σχετικά με κάποιες περιοχές-τοποθεσίες.

ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟ: Έχουμε δύο καθεστώτα. Οι περιουσίες που εμπίπτουν στις υπό εδαφική αναπροσαρμογή και άρα θα επιστρέψουν υπό ε/κ διοίκηση, ο νόμιμος ιδιοκτήτης θα επικρατεί αλλά όχι 100%. Οι περιουσίες που θα εμπίπτουν στο τ/κ συνιστών κρατίδιο θα πρέπει να ρυθμιστούν ως προς τον χρήστη, όπως επίσης και ως προς τις περιουσίες που μεταπωλήθηκαν σε ξένους αγοραστές και πάλι όχι 100%.

Ισότιμη μεταχείριση: Σε ό,τι αφορά τη μόνιμη παρανομή Τούρκων υπηκόων να υπάρχει ένα ακριβοδίκαιο με τους Έλληνες καθεστώς. Περαιτέρω συζήτηση ώστε να διευκρινιστεί τι συνιστά ακριβοδίκαιο σε ό,τι αφορά τη διαμονή.

Αποτελεσματική συμμετοχή: Χρειάζεται να συζητηθεί περαιτέρω το αίτημα μιας πλευράς (τ/κ) για θετική ψήφο καθώς επίσης και άλλα στοιχεία του κεφαλαίου της διακυβέρνησης για εκ περιτροπής προεδρία.

Σύμφωνα με τα όσα διαδραματίσθηκαν, η τουρκική πλευρά μέχρι την τελευταία φορά άφηνε να εννοηθεί πως θα συναινούσε και θα αποδεχόταν το πλαίσιο. Στο περιβόητο δείπνο της τελευταίας ημέρας ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δήλωσε στον Γενικό Γραμματέα και στους υπόλοιπους συνδαιτυμόνες ότι δεν αποδέχεται απόσυρση στρατευμάτων και κατάργηση εγγυήσεων. Η τοποθέτηση Τσαβούσογλου κήρυξε και το τέλος της Διάσκεψης οδηγώντας την προσπάθεια σε αδιέξοδο.

Η ήττα Ακιντζί από τον Τατάρ, η επίσκεψη Ερντογάν στα κατεχόμενα και ειδικά στην περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, την οποία η τουρκική πλευρά θα εποικίσει, αλλάζουν το Κυπριακό. Η τουρκική πλευρά, επιθετικά και με μονομερείς ενέργειες, επιβάλλει τετελεσμένα.

Τι πρέπει να γίνει

Το  αδιέξοδο δεν είναι λύση. Ούτε η μη λύση. Για να μπορέσουν οι διαπραγματεύσεις να προσανατολισθούν προς τον στόχο της επίτευξης μιας συμφωνίας θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση της ακολουθούμενης στρατηγικής. Έτοιμες συνταγές δεν υπάρχουν.

Η συμβίωση Ε/κ, Τ/κ, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων έχει νόημα εάν δεν υπάρχουν εσωτερικοί φραγμοί και επεμβατικά δικαιώματα. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να πεισθούν οι Τ/κ ότι το μέλλον τους είναι στην ΕΕ και ότι αυτό μόνο μέσω Κύπρου μπορούν να το πετύχουν. Με την εξάρτησή τους από την Τουρκία εργάζονται, χωρίς να το θέλουν, για την εξαφάνισή τους ως κοινότητας.

Για να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε τους στόχους και τις επιδιώξεις μας θα πρέπει επειγόντως να διαμορφώσουμε αφήγημα. Ουσιαστικά να επαναδιατυπώσουμε το χαμένο αφήγημα, το οποίο δεν τόλμησε να διαμορφώσει η Κυπριακή Δημοκρατία, ο ελληνισμός στην Κύπρο το 1974. Κοντολογίς, να προβληθεί το αυτονόητο, που συνδέεται με την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης κατοχής. Και η αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης κατοχής δεν μπορεί να γίνει παρά με ανατροπή των κατοχικών δεδομένων και την απελευθέρωση.

Αυτός είναι ο στόχος, που θα προωθηθεί μέσα από τη διαμόρφωση ενός αφηγήματος, που θα έχει βασικά χαρακτηριστικά και θα διασφαλίζει την υλοποίησή του.

Η πρώτη διάσταση είναι η ιστορική. Η επιβεβαίωση, δηλαδή, του αφηγήματος ότι το Κυπριακό είναι θέμα εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και πως ο στόχος είναι η απελευθέρωση και όχι η νομιμοποίηση μέσα από μια συμφωνία των αποτελεσμάτων της παρανομίας. Η ενσωμάτωση των κατοχικών δεδομένων σε μια συμφωνία δεν αποτελεί μόνο στρέβλωση, αλλά και πολιτική ανορθογραφία. Δηλαδή, αποδοχή των αποτελεσμάτων της εισβολής και τετελεσμένων που επιχειρεί να επιβάλει η Τουρκία και να τα εδραιώσει διά των συνομιλιών.

Η δεύτερη διάσταση είναι η πολιτική και αφορά στην ανατροπή της μέχρι σήμερα τακτικής, της πολιτικής της πεπατημένης, που ακολουθείται. Δεν είναι εύκολο εγχείρημα καθώς θα επιχειρηθεί η ανατροπή μιας παγιωμένης αντίληψης, αν και λανθασμένης, η οποία έχει διαμορφώσει διεθνώς η κοινή γνώμη.

  Περισσότερο ακούγονται υποδείξεις “να τα βρουν” οι δυο κοινότητες στις συνομιλίες, παρά να αποχωρήσει η Τουρκία από την Κύπρο για να αρθεί η παρανομία και η κατοχή. Πώς προβάλλεται ένα αφήγημα για το Κυπριακό, τέσσερις και πλέον δεκαετίες μετά την εισβολή; Η απάντηση βρίσκεται στη θέση πως επιβάλλεται αλλαγή πλεύσης.

Επιβάλλεται η υιοθέτηση νέας στρατηγικής στο Κυπριακό. Αυτή η νέα στρατηγική δεν μπορεί να διαμορφωθεί με σκόρπιες ιδέες που ακούγονται κατά καιρούς, χωρίς να υποστηρίζονται πολιτικά και πρωτίστως όταν απουσιάζουν τρόποι εφαρμογής. Σίγουρα, η νέα πολιτική δεν στηρίζεται στα υλικά της παλιάς. Το πρώτο που θα μπορεί να αναγνωριστεί είναι η ανάγκη αλλαγής πολιτικής και πρακτικά να αρχίσει η διαμόρφωσή της. Μιας πολιτικής η οποία να συνάδει με το αφήγημα που διατυπώνει το αυτονόητο σε ό,τι αφορά το Κυπριακό. Ότι, δηλαδή, είναι θέμα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής. Ένα μοντέλο που μπορεί να λειτουργήσει είναι η συνεργασία στην κοινωνική βάση. Όταν αναγνωριστεί το αυτονόητο, ανατροπή κατοχικών δεδομένων, απελευθέρωση, απεξάρτηση από τρίτους, τότε μπορούν να γίνουν τα επόμενα βήματα.

Μια διέξοδος είναι η κοινή πορεία. Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να ασκούν πολιτική μαζί, σε ενιαία πολιτικά κόμματα ή κοινές πολιτικές πλατφόρμες συνεργασίας, τα οποία θα στηρίζονται σε θέσεις και ιδεολογίες και όχι στην εθνική καταγωγή. Αυτό μπορεί να ξεπεράσει τις όποιες στρεβλώσεις υπάρχουν σε σχέση με τη λεγόμενη πολιτική ισότητα αλλά και τα ελλείμματα δημοκρατίας που θα δημιουργούνται ενόψει επιλογών για διαχωρισμό στη βάση της εθνικής προέλευσης και όχι της πολιτικής.

Η επιλογή δεν μπορεί να οδηγεί στη διαιώνιση του εθνικισμού. Η νέα πορεία θα αναδεικνύει τις πολιτικές διαφορές, τις ιδεολογικές, και θα διαμορφώνει κοινές πλατφόρμες συνεργασίας. Επαφές μεταξύ κομμάτων ένθεν κακείθεν της κατοχικής γραμμής υπάρχουν εδώ και χρόνια. Αυτές οι επαφές για να αποκτήσουν νόημα θα πρέπει να επικεντρωθούν στη δημιουργία κοινών πλατφόρμων.

Δεν είναι ομαλοποίηση με τα κατοχικά δεδομένα που θα πρέπει να γίνει, αλλά ανατροπή της συνεχιζόμενης κατοχής και αποκατάσταση της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνεπώς, να αναδειχθούν πολιτικές και ιδεολογικές συγκλίσεις αλλά και διαφορές. Συνασπισμοί κομμάτων, συνένωση κομμάτων εκεί που είναι εφικτό στη βάση της πολιτικο-ιδεολογικής ταύτισης, υποβαθμίζοντας τον εθνικό διαχωρισμό. Με αυτή την προσέγγιση, που υπάρχει σε όλα τα κανονικά κράτη, θα εξουδετερωθούν οι εθνικισμοί και οι διαχωρισμοί. Δεν θα υπάρχει λόγος παρερμηνειών για τη λεγόμενη πολιτική ισότητα.

Οι Τουρκοκύπριοι κινητοποιούνται κατά της Τουρκίας και της εξάρτησης τους από αυτήν. Μπορεί σε αυτές τις κινητοποιήσεις να ενταχθεί και το αφήγημα της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας; Για  να επιτευχθεί τούτο, θα πρέπει να κινηθούν και οι Ελληνοκύπριοι.

* Για τους σκοπούς του αφιερώματος για τα 60χρονα της Κυπριακής Δημοκρατίας αντλήθηκαν πληροφορίες από σχετική έρευνα, την οποία διεξάγει το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος. Ευχαριστίες προς τον πρόεδρο, το Διοικητικό Συμβούλιο και το προσωπικό του Κέντρου.

Tου Κώστα Βενιζέλου (δημοσιογράφος)