Χωρίς γιατρό με ειδικότητα την ογκολογία στο καθήκον αναμονής κατά τις νυκτερινές ώρες, λειτουργεί το Τμήμα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού και, μάλιστα, όπως καταγγέλλουν οι ίδιοι οι γιατροί, από τον Φεβρουάριο του 2025 που αφυπηρέτησε δεύτερος γιατρός του Ογκολογικού Τμήματος, ο Οργανισμός Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας προκήρυξε τη θέση τον Σεπτέμβριο, επειδή, «έπρεπε πρώτα να ετοιμαστούν οικονομικά δεδομένα που να καταδεικνύουν ότι υπάρχει ανάγκη για να γίνει πρόσληψη».

«Αν είναι δυνατό, να πρέπει να αποδείξουμε με οικονομικά στοιχεία την ανάγκη για κάλυψη των καρκινοπαθών με γιατρό σε 24ωρη βάση», ανέφερε στον «Φ» ο πρόεδρος της Παγκύπριας Συντεχνίας Κυβερνητικών Ιατρών, Σωτήρης Κούμας, με τον εκπρόσωπο Τύπου της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου, Δημήτρη Λαμπριανίδη, να τονίζει με τη σειρά του πως «είναι απαράδεκτο ακόμα και που συζητάμε για αυτά τα ζητήματα. Τα οικονομικά δεδομένα με την ανάγκη για κάλυψη των αναγκών σοβαρά ασθενών δεν είναι δυνατόν να μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά».

«Είναι ο δεύτερος συνεχόμενος μήνας που στο πρόγραμμα τον εφημεριών υπολείπονται οι εφημερίες από ογκολόγο», ανέφερε ο πρόεδρος της ΠΑΣΥΚΙ, εξηγώντας ότι «αυτό σημαίνει πως όταν προκύψει περιστατικό στο ΤΑΕΠ, δεν υπάρχει γιατρός σε καθήκον αναμονής για να ανταποκριθεί στην κλήση». Οι γιατροί του Ογκολογικού Τμήματος, είπε ο κ. Κούμας, «ανταποκρίνονται εννοείται σε περιπτώσεις επιπλοκών ή ανάγκης για ασθενείς που νοσηλεύονται στο Τμήμα τους, αλλά όταν πρόκειται για ασθενείς οι οποίοι κανονικά παρακολουθούνται από γιατρούς άλλων νοσοκομείων που προσφέρουν ογκολογικές υπηρεσίες και καταλήγουν στο ΤΑΕΠ του νοσοκομείου Λεμεσού, υπάρχει πρόβλημα».

Όπως ανέφερε ο κ. Κούμας, «τα άλλα νοσηλευτήρια λένε ότι δεν έχουν κλίνες όταν προκύψει περιστατικό και καταλήγουν όλα στον δημόσιο τομέα, όπως γίνεται σε πολλές περιπτώσεις. Εμείς, ως δημόσιος τομέας, σαφώς και δεν μπορούμε να πούμε “δεν έχουμε κλίνη, να πάτε αλλού”, αλλά αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο ζήτημα». Το Ογκολογικό Τμήμα του νοσοκομείου Λεμεσού, εξήγησε ο πρόεδρος της ΠΑΣΥΚΙ, «στελεχωνόταν από 5 γιατρούς. Ο ένας αφυπηρέτησε το 2024 και ο δεύτερος τον Φεβρουάριο του 2025. Έκτοτε, δεν έγινε κάποια πρόσληψη και η θέση προκηρύχθηκε τον Σεπτέμβριο. Έξι μήνες, δηλαδή, δεν έγινε τίποτα, επειδή –και το λέμε ξεκάθαρα– ο ΟΚΥπΥ ήθελε να αποδειχθεί με οικονομικά δεδομένα ότι υπάρχει ανάγκη για να προσληφθεί γιατρός. Η κάθε κλινική πρέπει να διαθέτει τον ελάχιστο αριθμό γιατρών που χρειάζονται προκειμένου να προσφέρει 24ωρη κάλυψη», είπε ο Σωτήρης Κούμας.

Παρόμοια με το Ογκολογικό Τμήμα του νοσοκομείου της Λεμεσού, είναι και η κατάσταση στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, ανέφερε ο κ. Κούμας προσθέτοντας ότι «η κλινική βρίσκεται στα όρια του αποδεκτού με το ιατρικό προσωπικό να λειτουργεί με εξαντλητικά ωράρια και προγραμματισμό εφημεριών. Οι ασθενείς και οι οικογένειες τους δεν μπορούν να ταλαιπωρούνται με αυτό τον τρόπο και σίγουρα εκείνοι που καλούμαστε στο τέλος να μιλήσουμε μαζί τους, να τους καθησυχάσουμε, να ακούσουμε την αγωνία τους είμαστε εμείς οι γιατροί οι οποίοι δεν έχουμε τις απαντήσεις να τους τις δώσουμε διότι κάποια πράγματα δεν εξαρτώνται από εμάς».

Με απλά λόγια, είπε καταλήγοντας ο πρόεδρος της ΠΑΣΥΚΙ, «οι ασθενείς και οι οικογένειές τους βιώνουν την ανασφάλεια και την καθυστέρηση στη λήψη βασικών υπηρεσιών φροντίδας. Αυτό είναι μια αλήθεια που πρέπει να την παραδεχτούμε. Δυστυχώς, ο ΟΚΥπΥ αυτοεγκλωβίζεται στη γραφειοκρατία και την αναβλητικότητα για ζητήματα που έπρεπε να διευθετούνται χωρίς καθυστερήσεις».

«Δεν είναι δυνατό να συζητάμε αυτά τα ζητήματα»

«Είναι απαράδεκτο να μαθαίνουμε ότι δεν υπάρχει ογκολόγος στο πρόγραμμα εφημεριών ενός νοσοκομείου του μεγέθους του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού», ανέφερε στον «Φ» ο εκπρόσωπος Τύπου της ΟΣΑΚ. «Είναι απαραίτητο να καλυφθεί αυτό το μεγάλο κενό προς το συμφέρον των ασθενών. Για κάποια πράγματα δεν πρέπει καν να γίνεται συζήτηση και εμείς ακούμε τώρα για οικονομικά δεδομένα και άλλα σχετικά ζητήματα. Η απαίτηση μας αυτή δεν αφορά μόνο τον ΟΚΥπΥ. Οι υπηρεσίες προς τους ασθενείς πρέπει να δίνονται την στιγμή που οι ασθενείς τις χρειάζονται. Ούτε την επομένη το πρωί, ούτε στη βάση της καλής θέλησης των γιατρών, ούτε με λύσεις ανάγκης», τόνισε ο Δημήτρης Λαμπριανίδης.

Σκληρή ανακοίνωση των γιατρών

Η ΠΑΣΥΚΙ είχε εκδώσει πρόσφατα ανακοίνωση για την υποστελέχωση των κρατικών νοσοκομείων σε ό,τι αφορά τους γιατρούς με ειδικότητα την ογκολογία. Χθες, η συντεχνία επανήλθε με νέα σκληρή ανακοίνωση καταγγέλλοντας τον ΟΚΥπΥ ότι αφήνει τις ογκολογικές υπηρεσίες στον δημόσιο τομέα να καταρρεύσουν.

Αφορμή για τη νέα τοποθέτηση των γιατρών αποτέλεσε η ανακοίνωση του Ογκολογικού Κέντρου της Τράπεζας Κύπρου για επέκταση του στην επαρχία Λάρνακας.

«Η ανακοίνωση για την ανέγερση του νέου Ογκολογικού Κέντρου Τράπεζας Κύπρου στη Λάρνακα αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα για την αποκέντρωση και αναβάθμιση της ογκολογικής φροντίδας στην Κύπρο. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που στηρίζεται σε όραμα, σχεδιασμό και αποφασιστικότητα, τρεις έννοιες που δυστυχώς απουσιάζουν ολοένα και περισσότερο από τη διοίκηση του ΟΚΥπΥ», ανέφερε στην ανακοίνωση της η ΠΑΣΥΚΙ.

«Την ώρα που ο ογκολογικός τομέας της χώρας κάνει ένα ακόμη άλμα προς τα εμπρός με ιδιωτική πρωτοβουλία και κοινωνική στήριξη, ο ΟΚΥπΥ, ο μεγαλύτερος πάροχος υπηρεσιών εντός του ΓεΣΥ και διαχειριστής των δημόσιων νοσηλευτηρίων, παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις, επικαλούμενος για ακόμη μία φορά “εκκρεμούσα μελέτη βιωσιμότητας” για την επέκταση των ογκολογικών υπηρεσιών του».

Συνεχίζοντας, η συντεχνία των κυβερνητικών γιατρών κάνει αναφορά στην απουσία εφημεριών γιατρών της Ογκολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού αλλά και στην οριακή κατάσταση στην οποία, όπως υποστηρίζει η ΠΑΣΥΚΙ, βρίσκεται το αντίστοιχο Τμήμα το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, στρέφοντας τα πυρά της προς τον Οργανισμό και καλώντας το υπουργείο Υγείας να δώσει, με τη σειρά του, απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα:

>> «Πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει άμεσο σχέδιο ενίσχυσης των ογκολογικών κλινικών στα δημόσια νοσηλευτήρια;

>> Ποια είναι η στρατηγική του ΟΚΥπΥ για την ογκολογική φροντίδα, όταν οι ίδιες του οι κλινικές βρίσκονται στα όρια λειτουργικής κατάρρευσης;

>> Και πώς δικαιολογείται η αδράνεια αυτή, την ώρα που άλλοι φορείς προχωρούν με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, χρηματοδότηση και επενδύσεις για το καλό των ασθενών;»

«Η κατάντια αυτή δεν είναι απλώς διοικητική ανεπάρκεια, είναι θεσμική και ηθική αποτυχία. Είναι η αποτύπωση ενός Οργανισμού που, ενώ έχει αναλάβει τη διαχείριση των νοσηλευτηρίων του κράτους, αδυνατεί να προστατεύσει ακόμη και τις πιο κρίσιμες υπηρεσίες υγείας».

Η δημόσια ογκολογική φροντίδα, αναφέρει η ΠΑΣΥΚΙ, «πρέπει να παραμείνει πυλώνας του συστήματος υγείας, με πλήρη στελέχωση, συνεχή εκπαίδευση και λειτουργική επάρκεια σε όλα τα επίπεδα. Οι ιατροί των δημόσιων νοσηλευτηρίων επιτελούν καθημερινά έργο ζωτικής σημασίας κάτω από αντίξοες συνθήκες, και δεν μπορούν να συνεχίσουν να καλύπτουν με αυταπάρνηση τα κενά μιας διοίκησης που αδυνατεί να πράξει τα αυτονόητα. Η κοινωνία και οι ασθενείς αξίζουν καλύτερα. Και κάποιος πρέπει, επιτέλους, να αναλάβει ευθύνη».