Οικονομική βοήθεια από την ΕΕ σε τρίτες χώρες ώστε να καταστούν ανάχωμα των μεταναστευτικών ροών και να μην έρθουν στις χώρες της πρώτης γραμμής, ζητά με επιστολή του προς την Κομισιόν, ο υπουργός Εσωτερικών, Κωνσταντίνος Ιωάννου.  

Στην επιστολή του που στάλθηκε την περασμένη βδομάδα, ο κ. Ιωάννου φέρνει ως παράδειγμα αυτό που γίνεται με την Τουρκία, ώστε να επεκταθεί σε γειτονικές με την Ευρώπη χώρες, στις οποίες καταφεύγουν αρχικά Σύροι πρόσφυγες ως ασφαλή προορισμό. Στην επιστολή ο ΥΠΕΣ προτείνει, η ΕΕ να δώσει οικονομική ενίσχυση για τη δημιουργία δομών και υποδομών στις τρίτες αυτές χώρες οι οποίες θεωρούνται ασφαλείς για τους μετανάστες σε περίπτωση που επιζητούν προστασία. Αναφέρει συγκεκριμένα: «Όπως γνωρίζετε, κατά την τελευταία δεκαετία, τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη της Ανατολικής Μεσογείου αντιμετώπισαν δυσανάλογες μεταναστευτικές ροές ως αποτέλεσμα των πολιτικών εξελίξεων στην αραβική περιοχή και κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης κατάστασης στη Συρία. Η προαναφερθείσα πολιτική αστάθεια έχει δημιουργήσει μεγάλο αριθμό εισροών τόσο προς τα κράτη – μέλη πρώτης γραμμής, όσο και προς τις γειτονικές με τη Συρία χώρες, όπως η Τουρκία, ο Λίβανος, η Αίγυπτος και η Ιορδανία, οι οποίες πρέπει να ανταποκριθούν στην πρόκληση της παροχής φιλοξενίας σε ανθρώπους που εγκαταλείπουν το συριακό έδαφος.

Οι χώρες αυτές φιλοξενούν εκατομμύρια πρόσφυγες τα τελευταία 12 χρόνια, κάτι που αναμφισβήτητα έχει δημιουργήσει μεγάλα εσωτερικά οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Είναι κοινή αντίληψη ότι οποιαδήποτε πολιτική οπισθοδρόμηση σε οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες, μπορεί να συμβάλει σε ένα φαινόμενο ντόμινο και διάχυση, αναγκάζοντας τον συριακό πληθυσμό να μετακινηθεί από την προβληματική χώρα, σε άλλες περιφερειακές ή ευρωπαϊκές χώρες.

Ως Ένωση, έχουμε πολλές φορές συμφωνήσει ότι η ενδυνάμωση των χωρών της περιοχής και ο εφοδιασμός τους με τα απαραίτητα εργαλεία για την καλύτερη διαχείριση της πίεσης που προκαλεί ο μεταναστευτικός πληθυσμός που διαμένει σήμερα στο έδαφός τους θα είναι επωφελής για όλους. Η εξασφάλιση ότι οι χώρες αυτές θα αντέξουν την πολιτική και οικονομική θύελλα που προκαλεί το προσφυγικό ζήτημα είναι ζωτικής σημασίας, πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο τον προσφυγικό πληθυσμό, αλλά και για τη διατήρηση της σημερινής ισορροπίας στην περιοχή και στην ΕΕ γενικότερα».

Αυτό, σημειώνει ο κ. Ιωάννου, αναγνωρίστηκε στην περίπτωση της Τουρκίας, οδηγώντας στη δήλωση ΕΕ – Τουρκίας του 2016, για την παροχή επαρκούς βοήθειας για τη στήριξη των δυνατοτήτων φιλοξενίας της. «Αναγνωρίζοντας τη δυσμενή ισορροπία αυτής της κατάστασης, η Κυπριακή Δημοκρατία εισηγείται σθεναρά, όπως και στην περίπτωση της Τουρκίας, να διαπραγματευτεί και να υπογράψει παρόμοια συμφωνία και με τις υπόλοιπες προαναφερθείσες χώρες.

Συγκεκριμένα, κατά την τελευταία μου επίσκεψη στο Λίβανο τον Ιούλιο, ενημερώθηκα ότι η χώρα των 5 εκατομμυρίων κατοίκων, φιλοξενεί περίπου 2 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες, προσπαθώντας να παράσχει την απαιτούμενη στήριξη. Λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική ιδιαιτερότητα του Λιβάνου τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά και την οικονομική κατάσταση που βιώνει η χώρα, πιστεύουμε ότι πρέπει να θεωρηθεί ως χώρα προτεραιότητας όσον αφορά την εξωτερική διάσταση της μετανάστευσης και την υποστήριξη που παρέχεται στις γειτονικές χώρες», καταλήγει στην επιστολή του.

Στο μεταξύ, ολοκληρώθηκαν τα έργα για εγκατάσταση δεύτερης ενισχυτικής περίφραξης στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής «Πουρνάρα» για τον περιορισμό μετακινήσεων μεταναστών εκτός του Κέντρου μέχρι και την ολοκλήρωση των απαραίτητων διαδικασιών. Η εν λόγω περίφραξη στο ΚεΠΥ Κοκκινοτριμιθιάς, αναφέρει το ΥΠΕΣ, έχει τοποθετηθεί με στόχο να περιορίσει τους διαμένοντες εντός του Κέντρου, διασφαλίζοντας τον έλεγχο των εισδοχών και εξόδων τους, τόσο για την ασφάλεια των ιδίων όσο και για την ασφάλεια και ευημερία των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής. Με την ενίσχυση της περίφραξης στο Κέντρο επιτυγχάνεται η παρεμπόδιση της εξόδου και μετακίνησης των μεταναστών προς την κοινότητα της Κοκκινοτριμιθιάς ή προς άλλες περιοχές.

Αυτή τη στιγμή, οι διαμένοντες στο «Πουρνάρα» είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με την αντίστοιχη ημερομηνία πέρυσι. Συγκεκριμένα, χθες, οι διαμένοντες στο Κέντρο ήταν 692, ενώ πέρυσι, την ίδια ημέρα ανέρχονταν στους 1.698. Μειωμένες είναι και οι αιτήσεις ασύλου, αφού για την περίοδο Μαρτίου – Αυγούστου 2022 οι αιτήσεις ανέρχονταν στις 11.961, ενώ φέτος, οι αιτήσεις ήταν 5.866.