Φρένο στα φαινόμενα εργασιακής εκμετάλλευσης των νέων επιχειρεί να βάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τη θεσμοθέτηση αυστηρότερων κανονισμών για την πρακτική άσκηση, οι οποίοι θα περιλαμβάνουν σαφείς διατάξεις για την αμοιβή, τη διάρκεια και την κοινωνική προστασία των ασκούμενων στα κράτη – μέλη. Στο πλαίσιο αυτό, την περασμένη εβδομάδα, η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υιοθέτησε με 42 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 6 αποχές, έκθεση που τροποποιεί τους κανόνες της Ε.Ε για τις πρακτικές ασκήσεις. Τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι πρέπει να είναι περιορισμένης διάρκειας και να περιλαμβάνουν εργασία εισαγωγικού επιπέδου, διευκολύνοντας τη μετάβαση από την εκπαίδευση στην απασχόληση. Στόχος είναι όλες οι πρακτικές ασκήσεις να συμπεριληφθούν στους νέους κανόνες, εκτός από τις υποχρεωτικές πρακτικές που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των σπουδών ή των μαθητειών.

Η πρωτοβουλία αυτή έρχεται ως απάντηση σε χρόνιες καταγγελίες ότι πολλές εταιρείες στην Ευρωπαϊκή Ένωση χρησιμοποιούν την πρακτική άσκηση ως μέσο φθηνής ή απλήρωτης εργασίας. Με βάση τα στοιχεία της Κομισιόν, σχεδόν το 50% των ασκούμενων στην Ευρώπη δεν λαμβάνουν καμία αμοιβή, ενώ λιγότεροι από τους μισούς έχουν κοινωνική κάλυψη. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα το γεγονός ότι και η Κύπρος συγκαταλέγεται στις χώρες με αυξημένες καταγγελίες για απλήρωτη πρακτική, ειδικά στους κλάδους της νομικής, της επικοινωνίας και του τουρισμού. Για χιλιάδες νέους που επιδιώκουν ένταξη στην αγορά εργασίας, η νέα οδηγία υπόσχεται ότι η πρακτική δεν θα είναι πλέον παγίδα εκμετάλλευσης αλλά σκαλοπάτι για σταθερή απασχόληση.

Υποχρεωτική η γραπτή σύμβαση

Κεντρικό στοιχείο της νέας πρότασης είναι η απαίτηση για γραπτή σύμβαση, με την οποία θα καθορίζεται το ύψος της αμοιβής του κάθε ασκούμενου, τα καθήκοντα, οι μαθησιακοί στόχοι, η διάρκεια και τα δικαιώματά του. Η μέγιστη διάρκεια της πρακτικής άσκησης ορίζεται στους έξι μήνες, ενώ θα πρέπει να διασφαλίζεται και η πρόσβαση σε κοινωνική προστασία, με ασφάλιση υγείας, συνταξιοδοτικές εισφορές και επιδόματα ανεργίας. Οι ευρωβουλευτές τονίζουν ότι η πρακτική χωρίς αμοιβή, χωρίς εκπαιδευτικό χαρακτήρα ή χωρίς καθοδήγηση και αξιολόγηση ισοδυναμεί με καταχρηστική εργασιακή πρακτική. Ως εκ τούτου, έχουν εισάγει ειδικές δικλείδες που προβλέπουν ότι όταν ένας ασκούμενος πραγματοποιεί πολλαπλές ή διαδοχικές πρακτικές στον ίδιο εργοδότη θα θεωρείται σημάδι παρατυπίας.

Για να διασφαλιστεί η εφαρμογή των νέων κανόνων, οι εταιρείες θα υποχρεούνται να παρέχουν, κατόπιν αιτήματος, στοιχεία για τον αριθμό και τη διάρκεια των πρακτικών, τις συνθήκες και την αμοιβή. Παράλληλα, θα θεσπιστούν μηχανισμοί ανώνυμης καταγγελίας, ώστε οι ασκούμενοι να μπορούν να αναφέρουν κακές πρακτικές χωρίς φόβο αντιποίνων. Κάθε οργανισμός θα πρέπει επίσης να ορίζει υπεύθυνο στον οποίο θα μπορούν να απευθύνονται οι νέοι για καθοδήγηση και στήριξη. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων ψήφισε την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων, με 41 ψήφους υπέρ, 14 κατά και μία αποχή. Εάν δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις στην επερχόμενη σύνοδο της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορούν να ξεκινήσουν οι συνομιλίες με το Συμβούλιο σχετικά με την τελική μορφή της οδηγίας.

Τα ποσοστά της νεανικής ανεργίας στην Ε.Ε

Η ανεργία των νέων παραμένει διαχρονικό πρόβλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τα ποσοστά των ανέργων κάτω των 25 ετών να είναι υπερδιπλάσια σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ποιοτικές πρακτικές ασκήσεις θεωρούνται σημαντικό εργαλείο ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις, οι πρακτικές είναι χαμηλής ποιότητας, χωρίς αμοιβή ή με ελάχιστη αμοιβή, χωρίς πρόσβαση σε κοινωνική προστασία και με ανεπαρκές μαθησιακό περιεχόμενο. Επιπλέον, υφίστανται κοινωνικά εμπόδια που οδηγούν σε άνιση πρόσβαση σε τέτοιες ευκαιρίες. Αν και η πρακτική άσκηση αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών-μελών, η ΕΕ θέσπισε το 2014 ένα κοινό πλαίσιο προτύπων για την προώθηση ποιοτικών πρακτικών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αξιολόγησε την εφαρμογή των κανόνων αυτών το 2022, διαπιστώνοντας πρόοδο προς τη βελτίωση των συνθηκών, αλλά και την ανάγκη για περαιτέρω δράση ώστε να αντιμετωπιστούν προβληματικές και παράνομες πρακτικές που εξακολουθούν να εμφανίζονται.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, βασισμένες στην Ευρωπαϊκή Έρευνα Εργατικού Δυναμικού, το 2019 καταγράφηκαν περίπου 3,1 εκατομμύρια ασκούμενοι στην ΕΕ, εκ των οποίων 1,6 εκατομμύρια συμμετείχαν σε αμειβόμενες πρακτικές. Ωστόσο, σύμφωνα με την Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου του 2024, δεν υπάρχουν επίσημα συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των πρακτικών στην ΕΕ. Αυτό οφείλεται στις μεγάλες διαφορές των εθνικών νομοθετικών πλαισίων, ενώ 16 κράτη-μέλη εξακολουθούν να μην έχουν θεσπίσει νομικό ορισμό της πρακτικής άσκησης. Το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι περίπου 3,7 εκατομμύρια νέοι στην ΕΕ ξεκινούν πρακτική άσκηση κάθε χρόνο και υπογραμμίζει ότι για να υπάρξει συστηματική συλλογή δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ, τα κράτη-μέλη θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν σε έναν κοινό ορισμό.