Καλύπτονται τα νομικά κενά που υπήρχαν στη νομοθεσία για την επιβολή επιπλέον χρεώσεων στους καταναλωτές όταν πληρώνουν με πιστωτικές κάρτες.

Με νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής, ξεκαθαρίζεται πως κανένας δεν εξαιρείται από τον νόμο και θα καταγγέλλονται όσες επιχειρήσεις επιβάλλουν επιπλέον χρεώσεις όταν οι καταναλωτές πληρώνουν με πιστωτικές κάρτες για τις αγορές τους.

Πέρσι η Βουλή ενέκρινε πρόταση νόμου με την οποία καθορίζεται ως αρμόδια αρχή η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Εμπορίου για να δέχεται καταγγελίες και να εποπτεύει την αγορά όταν παραβιάζεται το νομικό πλαίσιο. Δηλαδή, οι καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν καταγγελία στην Υπηρεσία όταν κάποιες επιχειρήσεις τούς επιβάλλουν επιπλέον χρεώσεις όταν πληρώνουν με πιστωτικές κάρτες, καθώς το περιθώριο κέρδους των επιχειρηματιών, όπως υποστηρίζουν, είναι μικρό σε κάποια προϊόντα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Νέα θωράκιση από υπερχρεώσεις για μικρο-αγορές με πιστωτικές

Ωστόσο, παρά τη νομοθεσία, υπάρχουν κάποιες νομικές ασάφειες, τις οποίες επικαλούνται επιχειρηματίες του λιανικού εμπορίου και συνεχίζουν να επιβάλλουν επιπλέον χρεώσεις σε καταναλωτές ή τους υποχρεώνουν να αγοράζουν περισσότερα προϊόντα για να αυξηθεί το συνολικό κέρδος τους. Με το νομοσχέδιο τροποποιείται ο νόμος περί της Παροχής και Χρήσης Υπηρεσιών Πληρωμών και Πρόσβασης στα Συστήματα Πληρωμών. Η υπηρεσία διαπίστωσε πως δύο άρθρα στον νόμο συγκρούονται. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νομοσχέδιου, υπάρχει ερμηνευτική σύγκρουση του άρθρου 60(1) με το άρθρο 62(5).

Συγκεκριμένα, βάσει του άρθρου 60(1), όταν κατά τις πληρωμές με πιστωτικές κάρτες ένας επιχειρηματίας επιβάλλει επιπλέον χρεώσεις ή προσφέρει έκπτωση, θα πρέπει να ενημερώνει τον καταναλωτή πριν την έναρξη της πράξης πληρωμής. Βάσει του άρθρου 62(5), όμως, ο δικαιούχος δεν επιτρέπεται να ζητεί επιβαρύνσεις για τη χρήση του συγκεκριμένου μέσου πληρωμών (κάρτα). Όπως σημειώνεται, δεδομένου ότι η πρόθεση του νομοθέτη ήταν η καθολική και χωρίς εξαιρέσεις απαγόρευση της επιβολής επιβαρύνσεων από τον πωλητή, η τροποποίηση της νομοθεσίας κρίνεται σκόπιμη για σκοπούς νομικής σαφήνειας, γι’ αυτό και διαγράφεται το 60(1).