Υπό στενή παρακολούθηση έχουν οι τραπεζικές διοικήσεις τα χαρτοφυλάκια δανείων τα οποία επηρεάζονται από την  ενεργειακή κρίση και τα οποία περνά χωρίς καθυστέρηση στην αγορά, ασκώντας ολοένα και μεγαλύτερη πίεση στο διαθέσιμο εισόδημα των δανειοληπτών, είτε πρόκειται για νοικοκυριά είτε για επιχειρήσεις. Τα δάνεια που βρίσκονται στο «πορτοκαλί», εκείνα δηλαδή που βρίσκονται μία ανάσα πριν το κόκκινο, έχουν αρχίσει να προβληματίζουν ιδιαίτερα τις τράπεζες. Τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Κεντρική Τράπεζα δείχνουν ότι τα περισσότερα δάνεια που βρίσκονται στο κόκκινο είναι αυτά που έχουν καθυστέρηση πληρωμής πάνω από 3 μήνες (90 μέρες) και δεν μπορούν να μειωθούν. Συγκεκριμένα, το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων τέλος Απριλίου ήταν €2,93 δισ. από €2,96 δισ. τέλος του 2021 και οι συνολικές χορηγήσεις με καθυστέρηση άνω των 90 ημερών ήταν €2,11 δισ. παραμένοντας στα ίδια επίπεδα με τον Δεκέμβριο του 2021.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πιο δύσκολα τα δάνεια – Ακόμη πιο αυστηρά κριτήρια

Τα ρυθμισμένα δάνεια, δηλαδή αυτά που αναδιαρθρώθηκαν είναι €3,32 δισ. και οι τράπεζες τα παρακολουθούν στενά θέλοντας να αποφύγουν το ενδεχόμενο οι οφειλέτες να ξαναβρεθούν σε αδυναμία πληρωμών. Από αυτά τα δάνεια €1,42 δισ. παραμένουν στις μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις καθώς δεν έχει παρέλθει ένας χρόνος από τότε που ρυθμίστηκαν. Με βάση την ανάλυση στοιχείων που δίνει η Κεντρική Τράπεζα, οι μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις των εταιρειών είναι €1,18 δισ. εκ των οποίων τα €924 εκατ. ανήκουν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Από συνολικό δανεισμό €13,07 δισ. σε επιχειρήσεις  οι συνολικές χορηγήσεις που αναδιαρθρώθηκαν είναι €2,10 δισ. Ο δανεισμός των νοικοκυριών τέλος Απριλίου είναι €10,63 δισ., εκ των οποίων οι μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις είναι €1,47 δισ., οι χορηγήσεις με καθυστέρηση άνω των 90 ημερών €1,17 δισ. και οι χορηγήσεις που αναδιαρθρώθηκαν €965 εκατ.

Σημειώνεται ότι τον κώδωνα του κινδύνου για το ζήτημα έκρουσε και ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου στην τελευταία του έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα τον προηγούμενο μήνα. Το σημαντικό που καταγράφεται στην έκθεση είναι ότι «δυσμενείς εξελίξεις και η αβεβαιότητα δύναται να επιδεινώσουν σημαντικά τους κινδύνους για τους ισολογισμούς των νοικοκυριών και των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων, κυρίως μέσω της επίδρασης της αύξησης των τιμών της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων». Ενώ ο αντίκτυπος στην ανάπτυξη, σημειώνεται στην έκθεση, «εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την εξέλιξη και τη διάρκεια του πολέμου, διαβλέπονται κίνδυνοι για τις μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας. Ο κίνδυνος αύξησης των αφερέγγυων μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων ενδέχεται να ενισχυθεί, λόγω του υπέρμετρου χρέους αλλά και της πιθανής μείωσης στον κύκλο εργασιών τους».