Η επίθεση της Τεχεράνης, η οποία εξαπέλυσε μαζική επιδρομή εναντίον του ισραηλινού κράτους με πάνω από 300 drones, πυραύλους κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους τη νύχτα της 13ης Απριλίου προς τα ξημερώματα της 14ης, δεν ήταν έκπληξη. Η μακροχρόνια υφέρπουσα διαμάχη μεταξύ Ιράν και Ισραήλ ξέσπασε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε προειδοποιήσει μέρες νωρίτερα για τις πιθανές εξελίξεις, ενώ την επίθεση είχε προαναγγείλει και το Ιράν ως αντίποινα για το πλήγμα στη Δαμασκό, που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ανώτερων αξιωματούχων των Φρουρών της Επανάστασης. 

Η Τεχεράνη αγνόησε την έκκληση του Μπάιντεν να μην επιτεθεί στο Ισραήλ. Το Ισραήλ, οι Άραβες γείτονές του και οι δυτικοί σύμμαχοι κατέρριψαν με μια συντονισμένη επιχείρηση αεράμυνας πάνω από το 90% των ιρανικών πυραύλων. Το ισραηλικό σύστημα αεράμυνας, που περιλαμβάνει τα Arrow 2 και Arrow 3 του περίφημου Iron Dome, λειτούργησε με επιτυχία. Ήταν όμως μια ήττα για τους Αγιατολάχ;

Το Ιράν θεώρησε ότι δεν μπορούσε να αγνοήσει μια επίθεση από το Ισραήλ σε ένα φαινομενικά “διπλωματικό” κτίριο (η βάση των Φρουρών της Επανάστασης στη Δαμασκό βρισκόταν δίπλα στο ιρανικό προξενείο). Ωστόσο, η προειδοποίηση της Τεχεράνης επέτρεψε στο Ισραήλ και στους συμμάχους της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ να προετοιμαστούν και να συντονιστούν. Την επόμενη φορά, ίσως να μην υπάρξουν τέτοιες έγκαιρες προειδοποιήσεις.

Η Αμίνα Χασούνα, ένα 7χρονο κορίτσι Βεδουίνων, τραυματίστηκε σοβαρά, ενώ επτά άτομα τραυματίστηκαν ελαφρα. Η βάση της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας Nevatim υπέστη μερικές ζημιές. Το Ιράν έσπευσε να ανακοινώσει ότι οι στόχοι της αποστολής του ολοκληρώθηκαν, έχοντας “ανταποδώσει με επιτυχία” στο “παράνομο σιωνιστικό καθεστώς”, ενώ υποσχέθηκε περαιτέρω δράση εάν το Ισραήλ απαντήσει με επιθέσεις στο ιρανικό έδαφος.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν είπε στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να “πάρει τη νίκη” και ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποστηρίξουν μια ισραηλινή αντεπίθεση κατά του Ιράν. Το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο πολέμου αποφάσισε να προβεί σε αντίποινα, καθώς δεν γίνεται μια χώρα να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια μετά από μια μαζική επίθεση στο έδαφος της. Η φύση των ισραηλινών αντιποίνων και η ιρανική αντίδραση θα καθορίσουν εν πολλοίς τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.

Ένας ευρύτερος περιφερειακός πόλεμος στη Μέση Ανατολή εξακολουθεί να είναι πιθανός. Η μπάλα βρίσκεται τώρα στην πλευρά του Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος πρέπει να σταθμίσει, αν το Ισραήλ προχωρήσει σε χτύπημα κατά του Ιράν, τη συνεπακόλουθη πιθανή διπλωματική απομόνωση και ένα παγκόσμιο οικονομικό πλήγμα. Ο Νετανιάχου έχει εκκρεμότητες στη Γάζα, στον 6μηνο πόλεμο κατά της Χαμάς, αλλά και στον Λίβανο κατά της Χεζμπολάχ, η οποία συνεχίζει να βομβαρδίζει και να εκτοξεύει ρουκέτες προς το βόρειο Ισραήλ, με αποτέλεσμα περίπου 100.000 άνθρωποι να έχουν εκτοπιστεί.

Οποιαδήποτε περαιτέρω κλιμάκωση θα έχει επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Η οικονομική ανασφάλεια -λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών του πετρελαίου- θα ενταθεί, καθώς τυχόν κλιμάκωση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των Στενών του Ορμούζ από το Ιράν: μια θαλάσσια οδό με τεράστια σημασία για την ομαλή μεταφορά του πετρελαίου, από όπου διακινήθηκε πάνω από το 25% των παγκόσμιων εξαγωγών πετρελαίου το 2022 και το α’ εξάμηνο του 2023. Το Ιράν έδειξε τη διάθεσή του να “παρέμβει” στην περιοχή καταλαμβάνοντας ένα πλοίο που συνδεόταν με το Ισραήλ πριν εξαπολύσει την επίθεσή του.

Ο αυξημένος κίνδυνος διαταραχής της εφοδιαστικής αλυσίδας ώθησε τις τιμές του πετρελαίου ακόμη υψηλότερα. Στις 13 Απριλίου 2024, το Brent ξεπέρασε τα 90 δολάρια το βαρέλι και ο δείκτης φυσικού αερίου Henry Hub βρισκόταν στο επίπεδο των 1,77 δολαρίων/MMBtu. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι τιμές αυτές μπορεί να εκτοξευθούν δραματικά, ενώ ορισμένοι αναμένουν ότι το πετρέλαιο θα ξεπεράσει τα 100 δολ. το βαρέλι, εάν η σύγκρουση ενταθεί, ακόμη και αν δεν κλείσουν τα Στενά του Ορμούζ.

Τα αραβικά κράτη, που βρίσκονταν τελευταία σε διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων τους με το Ισραήλ, συμμετείχαν στην επιχείρηση αεράμυνας καταρρίπτοντας ιρανικά drones και πυραύλους και αφήνοντας ανοιχτό τον εναέριο χώρο τους για τις ενέργειες του Ισραήλ και των Δυτικών συμμάχων. Οι Άραβες προσπάθησαν να αποκλιμακώσουν την ένταση, με τη Σαουδική Αραβία να καλεί σε “διαβουλεύσεις”. Ενέργεια που υποδηλώνει τον φόβο και των Αράβων για τις επόμενες κινήσεις του Ιράν.

Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας ζήτησε ηρεμία και αποκλιμάκωση. Από τότε που η Κίνα μεσολάβησε για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν το 2023, το Πεκίνο προσπάθησε να βρει θέση ως ισότιμος εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών και να εγγυηθεί χαμηλές τιμές ενέργειας. Δεδομένου ότι η Κίνα είναι πλέον ο μεγαλύτερος αγοραστής πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή, μπορεί να αξιοποιήσει την επιρροή που της δίνει αυτή η εμπορική σχέση με την περιοχή. Επιπλέον η Κίνα έχει και άλλο κίνητρο να παρέμβει κατευναστικά: η άνοδος των τιμών ενέργειας θα εκτροχίαζε την εύθραυστη οικονομία του Πεκίνου και θα στεκόταν εμπόδιο στις φιλοδοξίες του για παγκόσμια ισχύ.

Ο μόνος “παίκτης” στον κόσμο που επωφελείται από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου είναι η Ρωσία. Μην δίνετε σημασία στα λόγια της Μόσχας που καλεί από αποκλιμάκωση, καθώς η Ρωσία είναι ίσως η μόνη χώρα στη διεθνή σκηνή που επωφελείται από αυτό το χάος. Η Ρωσία εξαρτάται από τα έσοδα των εξαγωγών ενέργειας για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμό της στην Ουκρανία και διατηρεί στενούς δεσμούς με το Ιράν, το οποίο παράγει drones που τα χρησιμοποιεί η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας. Άλλωστε η επίθεση του Ιράν φαίνεται να είχε ως έμπνευση τις στρατιωτικές τακτικές της Ρωσίας.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πίεση κατά της Ρωσίας και/ή της Κίνας ενέχει τον κίνδυνο οι δύο δυνάμεις να προβούν σε αντίποινα υποδαυλίζοντας τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή μέσω του Ιράν και των πληρεξουσίων του. Η δυσλειτουργία της Βουλής των Αντιπροσώπων σχετικά με τη βοήθεια προς το Ισραήλ και την Ουκρανία δεν βοηθάει καθόλου σε αυτό.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, οι προσπάθειες του Μπάιντεν για αποκλιμάκωση των εντάσεων αποσκοπούν στο να κρατήσουν χαμηλά τις τιμές του πετρελαίου, ενώ η κυβέρνησή του και οι προκάτοχοί της απέτυχαν να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. Από την άλλη, ο Μπάιντεν δεν μπορεί να εμφανιστεί πολύ ήπιος απέναντι στο Ισραήλ, καθώς αυτό αποξενώνει τους αριστερούς ψηφοφόρους και πολλούς μουσουλμάνους Αμερικανούς, ενώ οι Συντηρητικοί τον κατηγορούν ότι είναι πολύ χαλαρός απέναντι στο Ιράν.

Οι ΗΠΑ πιέζουν τον σύμμαχο Ισραήλ να περιορίσει την αμυντική του αντίδραση σε μια περιφερειακή σύγκρουση που ήδη σιγοβράζει και ενθαρρύνουν επίσης κράτη όπως η Κίνα, η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία να ασκήσουν παρόμοιες πιέσεις στο Ιράν. Ένας τέτοιος διεθνής συντονισμός είναι απαραίτητος για τη διατήρηση της πίεσης τόσο στο Ιράν όσο και στο Ισραήλ για την αποτροπή της κλιμάκωσης. Το να σταθμιστούν όλα αυτά τα αντικρουόμενα συμφέροντα κάθε άλλο παρά εύκολο είναι.

Δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για λάθη, δεδομένου ότι το προηγούμενο λάθος της κυβέρνησης Μπάιντεν ήταν η παρεμπόδιση των εξαγωγών LNG και η πρόωρη πώληση σημαντικού μέρους των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου των ΗΠΑ. Η πρόσφατη άνοδος των τιμών του αργού υπονομεύει την προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν υπενθυμίζοντας στους Αμερικανούς τον πληθωρισμό (ακόμη και αν αυτός παρουσιάζει πτωτικές τάσεις), ενώ τα “Bidenomics” παραμένουν για πολλούς μια υποτονική και ανεπαρκής πρόταση.

Αυτή η τελευταία κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή υπογραμμίζει τη σημασία της ενεργειακής γεωοικονομίας και της μεταβαλλόμενης φύσης του διεθνούς πολιτικού συστήματος. Η πορεία προς το μέλλον απαιτεί λεπτούς χειρισμούς ισορροπίας και κατά συνέπεια επιδέξια διπλωματία και στρατηγική αυτοσυγκράτηση για να αποφευχθεί το χάος. 

Απόδοση – επιμέλεια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος