Αισίως την ερχόμενη Κυριακή η Κυπριακή Δημοκρατία θα γιορτάσει τα 63α γενέθλιά της (επισήμως τα συμπλήρωσε τον Αύγουστο αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία). Παρ’ όλα τα προβλήματα και δυσκολίες το κράτος της Κύπρου συνεχίζει να υφίσταται, να λειτουργεί και να ενίοτε να μεγαλουργεί.

Οι βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους στέκεται και αντέχει, παρά τις δυσκολίες και τις αμφισβητήσεις, η Κυπριακή Δημοκρατία – πέραν του ίδιου του λαού της – είναι το Σύνταγμα, η Κυβέρνηση και Βουλή (ή αν θέλετε Δικαστική, Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία). Οι τρεις αυτές εξουσίες – απ’ ότι ξέρω στα περισσότερα κράτη της υφηλίου κινούνται στη βάση ενός πλαισίου που καθορίζονται από το σύνταγμα της χώρας.

Πολλές φορές ο ενθουσιασμός που διακατέχει κάποιον σε θέση εξουσίας μπορεί να τον παρασύρει στο να επιζητήσει περισσότερες εξουσίες απ’ εκείνες που το ίδιο το Σύνταγμα του επιτρέπει. Καθημερινά, γινόμαστε μάρτυρες τοποθετήσεων και παρεμβάσεων από μέρους πολιτικών προσώπων τα οποία προσβλέπουν περισσότερο στο να κερδίσουν προσωπικούς πόντους μέσω των σελίδων της λεγόμενης κοινωνικής δικτύωσης, παρά σε οτιδήποτε άλλο.

Κατά κανόνα, όλοι μας ανεξαιρέτως, κρίνουμε και επικρίνουμε την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία. Και αυτό έχει μια λογική γιατί είναι οι πράξεις και ενέργειες της εκτελεστικής εξουσίας που μας διακυβερνούν και καθορίζουν εν πολλοίς τη ζωή μας. Λόγω ακριβώς αυτής της κεκτημένης ταχύτητας αφήνουμε στο απυρόβλητο τους άλλους πυλώνες εξουσίας.

Βεβαίως εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ευκολία με την οποία τοποθετούνται οι εκάστοτε κυβερνώντες, δίνει την ευκαιρία στους ασκούντες τη νομοθετική εξουσία να θεωρούν τους εαυτούς τους ως μια «υπέρτατη εξουσία» η οποία δεν αρέσκεται σε αμφισβήτηση. Που θυμώνει όταν της ασκείται κριτική!

Προτάσσοντας ένα πιασάρικο «άσκηση ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας» η βουλή, ενδεχομένως από υπερβάλλοντα ζήλο να δείξει στον κόσμο ότι αυτή είναι ο προστάτης των συμφερόντων του, ξεφεύγει από το όρια που το ίδιο το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατία καθορίζει. Και πολλές φορές αυτές οι πράξεις μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων διαφεύγουν της προσοχής μας ή ενδεχομένως κι εμείς ηθελημένα τα παραβλέπουμε. Γιατί όταν βάλεις έναν υπουργό και ένα βουλευτή μπροστά στο κοινό και τους πεις πως αμφότεροι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους, όλοι θα γυρίσουν προς την κατεύθυνση του υπουργού.

Γι’ αυτό είναι καλό, κατά διαστήματα, να ασκείται κριτική προς την κατεύθυνση του κοινοβουλίου. Και τις τελευταίες ημέρες οι αγαπητοί μας βουλευτές, μάς έδωσαν δύο παραδείγματα τα οποία δεν μπορούμε παρά να σχολιάσουμε και να τους υποδείξουμε ότι σφάλλουν. Η πρώτη περίπτωση αφορά τον βουλευτή του ΔΗΣΥ, Κυριάκο Χατζηγιάννη, ο οποίος μετά επιτάσεως βροντοφώναξε ότι θα φέρει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στη Βουλή ή ακόμα και στην επιτροπή Εμπορίου για να δώσει εξηγήσεις για τις τιμές. Ο κ. Χατζηγιάννης είναι στην τρίτη του κοινοβουλευτική θητεία και φαντάζομαι γνωρίζει πως το Σύνταγμα περιορίζει τις εμφανίσει του εκάστοτε ΠτΔ στο κοινοβούλιο!

Η δεύτερη περίπτωση αφορά την πρόταση νόμου που κατέθεσαν εφτά βουλευτές (Ειρήνη Χαραλαμπίδου-ΑΚΕΛ, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, Χρύσης Παντελίδης, Χρίστος Σενέκης, Χρύσανθος Σαββίδης-ΔΗΚΟ, Κωστής Ευσταθίου, και Σταύρος Παπαδούρης-Οικολόγοι). Σκοπός της πρότασης νόμου είναι να υπόκεινται σε έλεγχο περισσότερα πρόσωπα, δηλαδή αυτοί που καλούνται στη Βουλή. Πιο απλά πρόθεση της πρότασης είναι να καταστεί υποχρεωτική η παρουσία υπουργών σε όποια κοινοβουλευτική επιτροπή τους καλέσουν.

Στην πρόταση σημειώνει ότι «δεν είναι να στήνουμε λαϊκά Δικαστήρια στο Κοινοβούλιο» (εδώ να μου επιτραπεί να το αμφισβητήσω γιατί υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα που επιτροπές μετατράπηκαν σε λαϊκά δικαστήρια). Και ότι είναι «να εξασφαλίσουμε ότι θα γίνονται σεβαστές οι διαδικασίες της Βουλής».

Ένας μπορεί να δικαιολογήσει την προσπάθεια των βουλευτών να θέλουν να εξαναγκάσουν τους υπουργούς να πηγαίνουν στη Βουλή. Την ίδια ώρα δεν μπορεί να παραβλέψει κάποιος ότι αυτό που επιδιώκεται είναι εκτός του πλαισίου του Συντάγματος. Και όφειλαν να το γνωρίζουν αυτό. Όπως όφειλαν να γνωρίζουν ότι δεν είναι οι πρώτοι που το είχαν σκεφθεί. Είχαν προηγηθεί άλλες τρεις ανάλογες απόπειρες χωρίς αποτέλεσμα. Και προφανώς το ότι δεν έγινε κατορθωτό στο παρελθόν οι πρώτοι που έπρεπε να το γνωρίζουν είναι οι βουλευτές, που είναι, και οι νομοθέτες.