Συνέχεια στην άσκηση πίεσης στη ΡΑΕΚ και την Κυβέρνηση για προώθηση θεσμών ενεργειακής δημοκρατίας έδωσε στις 5 Μαρτίου το ΕΤΕΚ, ώστε οι πολίτες -φυσικά πρόσωπα αλλά επίσης αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης και μικρές επιχειρήσεις- να εμπλακούν άμεσα και αποτελεσματικά στην παραγωγή ηλεκτρισμού από φωτοβολταϊκά πάρκα που θα εγκαταστούν οι ίδιοι, μέσω συνεταιρισμών, για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες σε ηλεκτρικό ρεύμα και υπό προϋποθέσεις να μετατραπούν σε μικροπωλητές περιορισμένων ποσοτήτων ενέργειας, στις περιπτώσεις που θα υπάρχει περίσσευμα παραγωγής.

Εν ολίγοις, το ΕΤΕΚ ασκεί πιέσεις για τη διαμόρφωση, με ευθύνη της ΡΑΕΚ και του Υπουργείου Ενέργειας, του κανονιστικού πλαισίου για τη λειτουργία και στην Κύπρο, έστω με καθυστέρηση, του θεσμού των ενεργειακών κοινοτήτων πολιτών», κάτι που είναι μεν στις δηλωμένες προθέσεις της ρυθμιστικής Αρχής και της Κυβέρνησης, αλλά τα φαινόμενα οδηγούν σε πρόσθετη καθυστέρηση στη λήψη και εφαρμογή των τελικών αποφάσεων.

Η νέα παρέμβαση του ΕΤΕΚ στα ενεργειακά δρώμενα εκδηλώθηκε με επιστολή του προέδρου του Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνου Κωνσταντή, στον πρόεδρο της ΡΑΕΚ Ανδρέα Πουλλικκά, ημερομηνίας 5 Μαρτίου, την οποία αποκάλυψε το philenews στις 7/3. Η επιστολή στάλθηκε με αφορμή πρόσφατο άρθρο του κ. Πουλλικκά σε ΜΜΕ, με τίτλο «Η ρύθμιση των αγορών ηλεκτρισμού κατά την ενεργειακή μετάβαση».

Γράφει ο κ. Κωνσταντή: «Αγαπητέ κύριε Πουλλικκά, με αφορμή και το τελευταίο σας άρθρο, θα θέλαμε να μεταφέρουμε τη συμφωνία μας με την αναφορά σχετικά με τον αναβαθμισμένο ρόλο του πολίτη στο ενεργειακό μέλλον (ως συμμετέχοντας στην αγορά). Τολμούμε όμως να πάμε ένα βήμα παραπέρα, σημειώνοντας πως ο καταναλωτής πρέπει να είναι στο επίκεντρο και να του δοθούν στην πράξη ευκαιρίες να συμμετέχει ουσιαστικά στην αγορά ως ιδιοπαραγωγός ή ως ιδιοδιαχειριστής της ηλεκτρικής ενέργειας και γιατί όχι και ως μικροπωλητής τυχόν πλεονάζουσας ενέργειας.

Τι είναι οι ενεργειακές κοινότητες

Ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ κτίζει την επιχειρηματολογία του επισημαίνοντας στα αρχικά στάδια της επιστολής του βασικές πρόνοιες της νομοθεσίας για την ηλεκτρική ενέργεια.
Σε πρώτο στάδιο, κάνει αναφορά στον νόμο 130(Ι) του 2021, ο οποίος δημοσιεύθηκε στις 07.10.2021 και μεταξύ άλλων διαλαμβάνει τον ορισμό των ενεργειακών κοινοτήτων, ως εξής:

  • «2(1) «ενεργειακή κοινότητα πολιτών» σημαίνει τη νομική οντότητα που-
    (α) βασίζεται σε εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή και τελεί υπό τον ουσιαστικό έλεγχο εταίρων ή μελών που είναι φυσικά πρόσωπα, τοπικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των δήμων, ή μικρές επιχειρήσεις,
    (β) έχει ως πρωταρχικό σκοπό να παρέχει περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη σε επίπεδο κοινότητας για τα μέλη ή εταίρους της ή τις τοπικές περιοχές όπου δραστηριοποιείται και όχι να παράγει οικονομικά κέρδη, και
    (γ) δύναται να δραστηριοποιείται στην παραγωγή, περιλαμβανομένης της παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, στη διανομή και στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, στις υπηρεσίες κατανάλωσης, σωρευτικής εκπροσώπησης, αποθήκευσης ενέργειας, στις υπηρεσίες ενεργειακής απόδοσης, στις υπηρεσίες φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, ή στην παροχή άλλων υπηρεσιών ενέργειας στους εταίρους ή τα μέλη της·».
  • 123.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (λ) του εδαφίου (1) του άρθρου 5, η ΡΑΕΚ καθορίζει με ρυθμιστική απόφασή της ευνοϊκό κανονιστικό πλαίσιο για τις ενεργειακές κοινότητες πολιτών.
  • νόμος 107(Ι) του 2022, ο οποίος δημοσιεύθηκε στις 15.07.2022 και μεταξύ άλλων διαλαμβάνει πως: 37.-(1) Οι τελικοί πελάτες, ιδίως οι οικιακοί, έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε κοινότητα (σ.Φιλ. εν είδει συνεταιρισμού δηλαδή) ανανεώσιμης ενέργειας, διατηρώντας παράλληλα τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που έχουν ως τελικοί πελάτες και χωρίς να υπόκεινται σε όρους ή διαδικασίες που δεν αιτιολογούνται ή εισάγουν διακρίσεις και θα απέτρεπαν τη συμμετοχή τους σε κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας, εφόσον, στην περίπτωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, η συμμετοχή τους δεν συνιστά την κύρια εμπορική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα.
  • (2) Για τους σκοπούς των διατάξεων του εδαφίου (1), καθώς και για την παροχή ευνοϊκού πλαισίου για την προώθηση και διευκόλυνση της ανάπτυξης κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας, η ΡΑΕΚ εκδίδει ρυθμιστική απόφαση.

Ας μην αργούμε άλλο

Υπό το φως των πιο πάνω προβλέψεων της νομοθεσίας και των καθηκόντων που επιφυλάσσει για τη ΡΑΕΚ ως προς τη δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων, ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ αναφέρει προς τον πρόεδρο της ρυθμιστικής Αρχής: «Παρακαλώ όπως μας ενημερώσετε για την τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων, καθώς επίσης και για χρονοδιαγράμματα για την ολοκλήρωση των διαδικασιών, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο και να ενθαρρυνθεί η δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων, οι οποίες για το ΕΤΕΚ είναι σημαντικό μέρος της λύσης που ψάχνουμε στην πορεία μας προς την πράσινη μετάβαση».

Επισημαίνει ακόμα ότι, «σε σχέση με την αναφορά σας στο άρθρο σας στις συμβάσεις επί διαφορά (σ.Φιλ. CfDs, για καθορισμό προκαθορισμένης τιμής πώλησης ενέργειας ανά κιλοβατώρα) δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε, καθώς αυτή ήταν βασική πρόταση του ΕΤΕΚ από το 2020, ως μεσοπρόθεσμο μέτρο για να επιτευχθεί η κοστοστρέφεια στις τιμές ηλεκτρισμού που παράγονται από ΑΠΕ. Αυτό που αναμένουμε είναι να μην καθυστερήσουμε άλλο στην αξιοποίηση αυτού του σημαντικού εργαλείου, για να πέτυχουμε πιο προσιτές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στο μέσο καταναλωτή».

Η ενέργεια στα χέρια μας

Το ΕΤΕΚ θεωρεί μέσω της επιστολής Κωσνταντή πως «τεχνολογικά είμαστε πολύ πιο κοντά -από ό,τι εκτιμούσαμε πριν 5 ή και 10 χρόνια- στην εποχή της διάσπαρτης μικροπαραγωγής, ιδιοκατανάλωσης και ιδιοδιαχείρισης της ηλεκτρικής ενέργειας, μέσα και από τον θεσμό των ενεργειακών κοινοτήτων. Ο στόχος, πια, οφείλει να επικεντρωθεί στη χρονική και χωρική ταύτιση της τοπικής (μικρο) παραγωγής και της κατανάλωσης με ευέλικτους τρόπους, που θα προσφέρουν στο ενεργειακό δίκτυο πολλά οφέλη, μεταξύ άλλων και την ευελιξία στη χρήση, κάτι που τεχνολογικά πλέον μπορεί να υποστηριχθεί».

«Τολμούμε δε να πούμε», προσθέτει το Επιμελητήριο «πως θα πρέπει να μας προβληματίσουν έντονα τα πιο πάνω και να δείξουμε θάρρος και ευελιξία για να ενθαρρύνουμε να αναπτυχθούν οι ενεργειακές κοινότητες με ταχύτητα αλλά και με πλήρεις δικαιοδοσίες, έτσι ώστε να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη προς τα μέλη τους αλλά και την κοινωνία γενικότερα».

Επέκταση δικτύου διανομής ηλεκτρισμού, αλλά πώς;

Το ΕΤΕΚ θέτει προς τη ΡΑΕΚ και το καυτό θέμα της αδυναμίας του υφιστάμενου δικτύου διανομής να εξυπηρετήσει τις αυξανόμενες ανάγκες σύνδεσης φωτοβολταϊκών συστημάτων, δεδομένης της αύξησης της διασποράς της παραγωγής πράσινου ηλεκτρισμού. «Προς αυτή την κατεύθυνση», σημειώνει ο κ. Κωνσταντή, «θα πρέπει να γίνουν με γρήγορους ρυθμούς οι επενδύσεις στο Δίκτυο Διανομής για στήριξη των ενεργειακών κοινοτήτων και συμμετοχή τους στο ενεργειακό ισοζύγιο, χωρίς να περιμένουμε πλήρη ανάπτυξη της ανταγωνιστικής αγοράς (σ.Φιλ. τοποθετείται στα τέλη του 2025).

Αυτή η λογική της ανάπτυξης των ενεργειακών κοινοτήτων συνάδει επίσης με τον ορθολογιστικό σχεδιασμό του δικτύου, για να μην κατασκευάζονται δίκτυο και υποσταθμοί Μεταφοράς με μεγάλα κεντρικά συστήματα, που πιθανόν θα αποδειχθούν μη αναγκαία, εάν οι κοινότητες αξιοποιήσουν τους δικούς τους πόρους πιο αποδοτικά.

Το να δοθεί η δέουσα σημασία και προσοχή στον θεσμό, για τις προοπτικές και τα δυνητικά πολλαπλά οφέλη των ενεργειακών κοινοτήτων και της περαιτέρω προώθησης της ιδιοκατανάλωσης είναι πλέον επιτακτικό, καθώς οι ενεργειακές κοινότητες κρίνονται ως σημαντικό εργαλείο προώθησης της ενεργειακής δημοκρατίας και καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας».

Οι ελπίδες για κοστοστρεφείς χρεώσεις

Και καταλήγει ως εξής η επιστολή του προέδρου του ΕΤΕΚ προς τον πρόεδρο της ΡΑΕΚ, θέλοντας ίσως να επισημάνει την ανάγκη να αποφευχθεί η δημιουργία πρόσθετων «ενεργειακών τετελεσμένων» επί του εδάφους, με τη δημιουργία επιπλέον μεγάλων φωτοβολταϊκών κέντρων για εμπορική χρήση:

«Προσεγγίσεις ή και σχεδιασμοί κεντρικής ή και συγκεντρωμένης παραγωγής, μακριά από την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι η πεπατημένη σήμερα, είναι τουλάχιστον μια φάση πίσω από τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις και τάσεις. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, να αναπτύσσονται κεντρικά συστήματα που δεν είναι η προτεραιότητα σε αυτό το στάδιο της ενεργειακής μετάβασης και να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας για κοστοστρεφείς τιμές ηλεκτρισμού από ΑΠΕ, αλλά και γενικότερα, στη λειτουργία των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς».