Σημαντικές, αν όχι καθοριστικές, για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποδεικνύονται οι εισφορές των ξένων εργαζομένων, όπως επιβεβαιώνεται και στην τελευταία αναλογιστική μελέτη που διενήργησε ο Διεθνές Οργανισμός Εργασίας, το γνωστό ILO.

Η αναλογιστική μελέτη του ILO, με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου 2020, παρουσιάστηκε και επίσημα στο Συμβούλιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων τη Δευτέρα και την επομένη σε συνέντευξη Τύπου, όπου γνωστοποιήθηκε η διασφάλιση της βιωσιμότητας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ) έως και το 2080 τουλάχιστον.

Σε μεγάλο βαθμό, όπως καταγράφεται και στη μελέτη του ILO, η διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του ΤΚΑ οφείλεται στα μέτρα που λήφθηκαν στο σχετικά πρόσφατo παρελθόν. Συγκεκριμένα, στα μέτρα που λήφθηκαν το 2009 – για σταδιακή ανά πενταετία αύξηση των εισφορών – και σε αυτά που λήφθηκαν το 2012 – για την αναλογιστική μείωση του 12% για πρόωρη συνταξιοδότηση και για αναπροσαρμογή του ορίου συνταξιοδότησης (βάσει του προσδόκιμου ζωής), που για την ώρα μένει στο 65ο έτος.

Τα συγκεκριμένα μέτρα, βάσει και της μελέτης του ILO, είναι επαρκή για την ώρα και διασφαλίζουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του ΤΚΑ, καθιστώντας το χρηματοοικονομικά βιώσιμο πέραν του 2080. Χωρίς μάλιστα την ανάγκη στο προσεχές μέλλον να προκύπτει η ανάγκη είτε για αύξηση εισφορών, είτε για αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης.

Η συνεισφορά ξένων εργαζομένων

Όπως, πάντως, προκύπτει από την αναλογιστική μελέτη για τη βιωσιμότητα του ΤΚΑ, σημαντική συνεισφορά, με αύξηση των εσόδων του Ταμείου, προσφέρουν οι ξένοι εργαζόμενοι και συγκεκριμένα η υψηλή καθαρή μετανάστευση. Συνεισφορά που είναι αξιοσημείωτη, λαμβάνοντας υπόψη και τη γήρανση του πληθυσμού, που εκτιμάται μακροπρόθεσμα να ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στο ΤΚΑ.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στη μελέτη του ILO, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων πάνω των 65 ετών από εισφορές ατόμων μέχρι 65 ετών προβλέπεται να επιδεινώνεται συνεχώς στο μέλλον και από 25% το 2021 να φτάσει το 39% το 2060, με αποτέλεσμα έως το 2080 η Κύπρος να έχει 2,2 άτομα σε ηλικία εργασίας για κάθε άτομο ηλικίας 65 ετών και άνω.

Εντούτοις, σύμφωνα με όλα τα σενάρια ευαισθησίας που έτρεξε η τελευταία αναλογιστική μελέτη για το ΤΚΑ, το αποθεματικό του Ταμείου και η χρηματοοικονομική του σταθερότητα παραμένει θετική κατά την περίοδο 2021-2080, διασφαλίζοντας τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Σε μεγάλο βαθμό, όπως προκύπτει από την ίδια μελέτη, αυτό οφείλεται όπως αναφέρθηκε στα αυξημένα έσοδα/εισφορές του ΤΚΑ, ως αποτέλεσμα ευνοϊκών δημογραφικών στοιχείων, που οφείλονται κυρίως στην υψηλή καθαρή μετανάστευση, δηλαδή στην εργοδότηση ξένου προσωπικού αλλά και στις θετικές οικονομικές εξελίξεις που αναμένονται.

Στα ύψη η καθαρή μετανάστευση

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, η καθαρή μετανάστευση στην Κύπρο (δηλαδή, το πλεόνασμα της μετανάστευσης έναντι της μετανάστευσης εκτός Κύπρου) ήταν θετική και σχετικά σταθερή κατά την περίοδο 1995-2005, κυμαινόμενη μεταξύ 4.000 και 9.000 καθαρών μεταναστών ετησίως. Κατά την περίοδο 2006-2011, ο αριθμός των καθαρών μεταναστών ήταν εξαιρετικά υψηλός, φθάνοντας τους 18.142 το 2011. Εξαιτίας της οικονομικής κρίσης κατά τα έτη 2012-2014, ο αριθμός των καθαρών μεταναστών μειώθηκε σημαντικά και έγινε αρνητικός, αλλά το σκηνικό άλλαξε τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Συγκεκριμένα, κατά τα έτη 2015-2019 η καθαρή μετανάστευση σημείωσε έντονη αύξηση, φθάνοντας τα 8.797 άτομα το 2019. Η αύξηση αυτή αντιστράφηκε όμως το 2020, όπου η καθαρή μετανάστευση μειώθηκε σε 4.493, ως αποτέλεσμα της πανδημίας COVID-19. Εντούτοις, βάσει της μελέτης προβλέπεται ότι η καθαρή μετανάστευση θα σημειώσει έντονη αύξηση κατά την περίοδο 2021-2025 και θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα έως το 2030, με μέσο όρο περίπου τα 9.000 άτομα κατά την περίοδο 2021-2030.

Από το 2030 έως το 2050, η ετήσια καθαρή μετανάστευση αναμένεται, βάσει των προβλέψεων της αναλογιστικής μελέτης, να μειωθεί σταδιακά σε 7.800 το 2050.

Τα δύο βασικά συμπεράσματα

Σύμφωνα με τον υπουργό, εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου 2021-2080 που κάλυψε η εν λόγω μελέτη:

 – (α) κάθε χρόνο τα έσοδα του ΤΚΑ από εισφορές και εισοδήματα επενδύσεων επαρκούν για να καλύψουν τις αντίστοιχες ετήσιες δαπάνες συντάξεων και

– (β) το αποθεματικό του ΤΚΑ διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, το εκτιμώμενο ύψος του οποίου το 2080 διαμορφώνεται στο τριπλάσιο της ετήσιας δαπάνης του ΤΚΑ.

Όπως γράψαμε ξανά, η αναλογιστική μελέτη προβλέπει πως οι συνεισφορές από μόνες τους επαρκούν για την κάλυψη των ετήσιων δαπανών του ΤΚΑ κατά την περίοδο  2021-2061 και πως για την περίοδο 2062-2080 θα χρειαστεί και μέρος των επενδύσεων/αποθεματικού του Ταμείου για κάλυψη των δαπανών του.

Επενδύσεις εκτός Δημοσίου

Στο πλαίσιο αυτό, η αναλογιστική μελέτη, όπως ανέφερε σε δηλώσεις του και ο υπουργός Εργασίας, προβαίνει σε εισηγήσεις για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης του ΤΚΑ και συστήνει όπως εξεταστεί το ενδεχόμενο για αύξηση του ποσοστού των επενδύσεων σε στοιχεία εκτός δημοσίου, για διασφάλιση υψηλότερων αποδόσεων, στα πλαίσια χαμηλού και επιμετρημένου κινδύνου.

«Για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης του ΤΚΑ και κατ’ επέκταση της καλύτερης διασφάλισης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των ασφαλισμένων καθώς και της δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών, ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας εισηγείται όπως αναθεωρηθεί η επενδυτική πολιτική του ΤΚΑ, με κύριο στόχο την καλύτερη διασπορά του χαρτοφυλακίου επενδύσεων του ΤΚΑ.

Συγκεκριμένα, εισηγείται όπως εξεταστεί το ενδεχόμενο για αύξηση του ποσοστού των επενδύσεων σε στοιχεία εκτός δημοσίου, για διασφάλιση υψηλότερων αποδόσεων, στα πλαίσια χαμηλού και επιμετρημένου κινδύνου.

Με μέτρο η αλλαγή στην επενδυτική πολιτική

Ο κ. Παναγιώτου είπε, πάντως, πως σύμφωνα με τις εισηγήσεις «οποιαδήποτε αλλαγή στην επενδυτική πολιτική του ΤΚΑ θα πρέπει να είναι σταδιακή και τα ακριβή ποσά από τα ετήσια πλεονάσματα του ΤΚΑ, που θα μπορούν να επενδυθούν σε στοιχεία εκτός δημοσίου, καθώς επίσης και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους, θα πρέπει να καθοριστούν σε συνεργασία με τον υπουργό Οικονομικών, ο οποίος σύμφωνα με τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο έχει την αρμοδιότητα του καθορισμού της επενδυτικής πολιτικής του ΤΚΑ, με γνώμονα την ομαλή υλοποίηση του δημοσιονομικού προγραμματισμού», προφανώς αναφέροντας και στο υφιστάμενο «αποθεματικό» του ΤΚΑ, που σήμερα αφορά στην ουσία χρέος της Κυβέρνησης προς το Ταμείο, το οποίο φαίνεται να ξεπέρασε τα 10 δισ. ευρώ, χωρίς όμως να προσμετρά στο δημόσιο χρέος.

Βάση η μελέτη για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση

Η νέα αναλογιστική μελέτη για τη βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων εκ των πραγμάτων θα αποτελέσει και τη βάση για την επικείμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, που έχει ορίζοντα ολοκλήρωσής της το τέλος του νέο χρόνου.

Ο Γιάννης Παναγιώτου επιβεβαίωσε την περασμένη Τρίτη πως τα συμπεράσματα της αναλογιστικής μελέτης αποτελούν σημείο αναφοράς για την προγραμματισμένη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2025, αναφέροντας πως οι εισηγήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας θα αξιοποιηθούν εποικοδομητικά από την Κυβέρνηση «που διαθέτει την πολιτική βούληση για να τις υλοποιήσει, μέσα από τη δημόσια διαβούλευση, τον κοινωνικό διάλογο και τη συνεργασία με τις πολιτικές δυνάμεις».

Ο κ. Παναγιώτου ανέφερε ακόμα πως το ΤΚΑ συμπληρώνει φέτος 60 χρόνια καθολικότητας, κατά τα οποία όλοι οι εργαζόμενοι της χώρας απολαμβάνουν την προστασία της κοινωνικής ασφάλισης, όπως προνοήθηκε στο Άρθρο 9 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

«Είμαι σίγουρος, είπε, ότι η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2025, που θα υλοποιηθεί από την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, θα είναι εξίσου ιστορική, επειδή θα βασιστεί στην ασφαλιστική κληρονομιά μας και θα διασφαλίσει επαρκείς συντάξεις για τα παιδιά μας».

Στο πιο πάνω πλαίσιο, όπως γράψαμε ξανά, θα δοθεί έμφαση στην στήριξη και ενίσχυση του δεύτερου πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος, δηλαδή των ταμείων προνοίας και των συμπληρωματικών συνταξιοδοτικών σχεδίων. Ο υπουργός εξέφρασε τη συγκεκριμένη πρόθεση κατά την πρόσφατη παρουσίαση του έργου του Υπουργείου Εργασίας τον τελευταίο χρόνο, αναφέροντας πως η στήριξη του δεύτερου πυλώνα του συνταξιοδοτικού αποτελεί βασικό στόχο της συνολικής συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης και ότι προς αυτήν την κατεύθυνση θα επιχειρηθεί από φέτος ενίσχυση της εποπτείας του δεύτερου πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος.