Περίμεναν την εταιρεία Kition Ocean Holdings τα μέλη της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μεταφορών αλλά δεν παρουσιάστηκε ποτέ στη σημερινή συνεδρία, παρόλον ότι προσκλήθηκε, με σκοπό τη συζήτηση των ζητημάτων που αφορούν το λιμάνι και τη μαρίνα Λάρνακας.

Στο περίμενε έμειναν επίσης ο υπουργός Μεταφορών και ο γενικός διευθυντής του υπουργείου, ο Γενικός Ελεγκτής, ο Δήμαρχος Λάρνακας, εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας και αρκετοί υπηρεσιακοί.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Μαρίνος Μουσιούττας επέκρινε την εταιρεία για την απουσία της και διερωτήθηκε τι πρέπει να αναμένεται από αυτήν στην υλοποίηση του έργου, όταν για μια βδομάδα αναζητούσε στο email της την πρόσκληση που της εστάλη, προκειμένου να εκπροσωπηθεί.

Ακόμη και αν είδαν το μήνυμα στις 11 το πρωί, μέχρι τις 12 το μεσημέρι που ήταν καθορισμένη η συνεδρία θα μπορούσαν κάλλιστα να έρθουν από τη Λάρνακα είπε ο κ. Μουσιούττας. Είπε επίσης πως το ύφος των ανακοινώσεων που εκδίδει η εταιρεία, δεν φανερώνει ότι είναι έτοιμη να συνεργαστεί για την υλοποίηση της σύμβασης. Παράλληλα, ανέφερε, ότι η όλη στάση της εταιρείας προσβάλλει όχι μόνο τη Βουλή αλλά και την πολιτεία, ως σύνολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι εκπρόσωποί της δεσμεύθηκαν ενώπιον και του ιδίου του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι θα συνεργαστούν με τις κρατικές υπηρεσίες προκειμένου να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να αρχίσει η υλοποίηση των έργων.

Πάντως, ο Δήμαρχος Λάρνακας ανέφερε ότι ο Δήμος εξέδωσε την άδεια οικοδομής που αφορά τα έργα υποδομής στο λιμάνι και στη μαρίνα και πρόσθεσε, πως αναμένει την εταιρεία με την έγκριση στο χέρι να την παραλάβει, αφού βεβαίως καταβάλει τις €680.000 που αποτελούν τα νενομισμένα τέλη.

Όσον αφορά την περιβόητη εγγυητική ύψους €10 εκατ., η οποία έληξε χωρίς να εξαργυρωθεί από το δημόσιο, ο υπουργός ανέφερε ότι το κράτος δεν θα χάσει χρήματα αλλά θα τα κρατήσει από όσα έχει να λαμβάνει η εταιρεία. Ανέφερε επίσης, ότι η κατάσχεση της εγγυητικής δεν είναι τόσο απλή, αφού για να γίνει κάτι τέτοιο υπάρχει διαδικασία. Μια από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το κράτος μπορεί να κατάσχει την εγγυητική είναι η καταγγελία της σύμβασης. Δηλαδή, αν προκύψουν αγεφύρωτες διαφορές το κράτος καταγγέλλει τη σύμβαση (κάτι το οποίο προς το παρόν δεν κρίθηκε ότι ενδείκνυται) και ακολούθως να προχωρήσει.

Το ύψος της εγγυητικής που έληξε είναι μεταβαλλόμενο, και όπως ελέχθη, το 2022 ήταν €7,5 εκατ, το 2023 €8,5 εκατ. ενώ η φετινή ήταν €10,4 εκατ.

Εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας υποστήριξε, πως το γεγονός ότι έληξε η εγγυητική δεν σημαίνει πως το κράτος θα χάσει χρήματα.

Όπως ελέχθη από βουλευτές, η εταιρεία εισπράττει ήδη εκατομμύρια από τη διαχείριση του λιμανιού. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης ελέχθη επίσης, ότι υπάρχουν άλλες δύο εγγυητικές που αφορούν περίπου €7 εκατ.

Ο υπουργός Μεταφορών ενημέρωσε τους βουλευτές, πως μέχρι χθες, και παρά τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης, η εταιρεία δεν κατέθεσε την εγγυητική. Όσον αφορά το ενδεχόμενο καταγγελίας της σύμβασης, ο υπουργός ανέφερε ότι υπάρχει διαδικασία η οποία θα ακολουθηθεί, αν τελικά αποφασιστεί ότι το κράτος δεν μπορεί να προχωρήσει με τη συγκεκριμένη εταιρεία.

Ο  υπουργός Μεταφορών Αλέξης Βαφεάδης είχε ενημερώσει την  Επιτροπή Ανάπτυξης Λάρνακας, πως ύστερα από τις τελευταίες  εξελίξεις, οι οδηγίες της Νομικής Υπηρεσίας δεν άφηναν άλλη επιλογή στο κράτος από την καταγγελία του συμβολαίου.

Σημειώνεται, πως κατά τη διάρκεια σύσκεψης στο Προεδρικό (Δευτέρα 15 Απριλίου) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ξεκαθαρίσει πως χωρίς την κατάθεση της εγγυητικής δεν μπορεί να βρίσκεται σε ισχύ η σύμβαση. Ωστόσο, στην προσπάθεια άρσης του αδιεξόδου συμφωνήθηκε όπως η εταιρεία καταθέσει εγγυητική ύψους €4,2 εκατ. (σύμφωνα με επιθυμία που είχε εκφράσει) και ακολούθως να διευθετηθεί το θέμα σε διαδικασία ταχείας επίλυσης διαφορών.

Στο παιγνίδι μπήκε και ο Γενικός Ελεγκτής, ο οποίος (με αφορμή πληροφορίες που έφεραν την εταιρεία να είχε ζητήσει όπως δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη γης, ώστε να έχει έσοδα προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για εκτέλεση έργων που αφορούν το υπόλοιπο μέρος της επένδυσης), ξεκαθάρισε πως τα έργα υποδομής σε λιμάνι και μαρίνα είναι υποχρεωτικά και αποτελούν ουσιώδεις όρους της συμφωνίας, γεγονός που δεν επιτρέπει την αλλαγή του σχεδιασμού.