Ο υγιής ανταγωνισμός σε μια φιλελεύθερη οικονομία αποτελεί προϋπόθεση για την ευημερία των καταναλωτών και η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού Κύπρου (ΕΠΑ) είναι ο θεματοφύλακας του. Σε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε στο Insider η πρόεδρος της ΕΠΑ, Εύα Παντζαρή, περί του ανταγωνισμού στην Κύπρο, αναφέρει μεταξύ άλλων πως η δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων στο πλαίσιο των απαγορευτικών κανόνων του δικαίου του ανταγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για την ευημερία των καταναλωτών. Χαρακτήρισε το νομοθετικό πλαίσιο εφαρμογής του δικαίου του ανταγωνισμού που έχουμε στη διάθεσή μας πλήρες, καθώς δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να επιτελέσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα καθήκοντά της. Μόνο το 2023, ανέφερε ενδεικτικά, η Επιτροπή εξέδωσε 43 αποφάσεις.

Σημείωσε, επίσης, πως το ερώτημα κατά πόσο μια επιχείρηση κατέχει δεσπόζουσα θέση τίθεται αρκετά συχνά και διευκρινίζει ότι από μόνη της η κατοχή δεσπόζουσας θέσης δεν απαγορεύεται από τους κανόνες του ανταγωνισμού. Σχολίασε επίσης και την απόφαση της ΕΠΑ για την επικείμενη εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας από την EUROBANK, που τη χαρακτήρισε πολύ σημαντική.

Λίγο περισσότερο από έξι μήνες στη θέση της Προέδρου της Επιτροπής, ποια εικόνα έχετε σχηματίσει για τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην Κύπρο; Ποια ήταν η εικόνα που είχατε για τον ανταγωνισμό στην Κύπρο πριν αναλάβετε;

Ως Πρόεδρος της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού αντιλαμβάνομαι ότι ο υγιής ανταγωνισμός ή, για να το θέσουμε πιο απλά, η δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων στο πλαίσιο των απαγορευτικών κανόνων του δικαίου του ανταγωνισμού, αποτελεί προϋπόθεση για την ευημερία των καταναλωτών. Σίγουρα ως Πρόεδρος έχω σχηματίσει μία πληρέστερη εικόνα για τους διάφορους τομείς της οικονομίας και το επίπεδο του ανταγωνισμού σε αυτούς. Η Επιτροπή έχει έναν αριθμό εργαλείων για να γίνεται σοφότερη προς αυτή την κατεύθυνση, όπως για παράδειγμα μέσα από την εξέταση καταγγελιών, τη διενέργεια αυτεπάγγελτων ερευνών, την εξέταση κοινοποιήσεων συγκεντρώσεων και την πραγματοποίηση κλαδικών ερευνών.

Η εικόνα που είχα για τον ανταγωνισμό πριν αναλάβω τη θέση της Προέδρου εστιαζόταν  κυρίως στην τεράστια σημασία του για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Είναι αυτό που μου δίνει και σήμερα το κίνητρο να εργάζομαι με σκοπό την περαιτέρω ανάπτυξη και βελτίωσή του.

Υπάρχουν σήμερα τα εργαλεία, νομοθετικά και άλλα, για να μπορεί να επιτελεί το έργο της η ΕΠΑ με ταχύτητα και ακρίβεια; Πιστεύετε πως έχουν ξεπεραστεί τα προβλήματα που παλαιότερα προκαλούσαν ακύρωση αποφάσεων της ΕΠΑ μέσω δικαστηρίου;

Θεωρώ πως το νομοθετικό πλαίσιο εφαρμογής του δικαίου του ανταγωνισμού που έχουμε στη διάθεσή μας, με κύρια εργαλεία τον περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμο του 2022 και τον περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμο του 2014, είναι πλήρες και δίνει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να επιτελέσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα καθήκοντά της. Ζητήματα ταχύτητας διεκπεραίωσης υποθέσεων δεν έχουν να κάνουν τόσο με το νομοθετικό πλαίσιο όσο με ζητήματα στελέχωσης της Υπηρεσίας της Επιτροπής και της φύσης της εκάστοτε υπόθεσης. Για να μείνω λίγο παραπάνω σε αυτό το ζήτημα, θα ήθελα να σημειώσω ότι υπάρχουν υποθέσεις όπου ο όγκος των συλλεχθέντων στοιχείων, τα οποία πρέπει να μελετήσει και να αξιολογήσει η Επιτροπή για να σχηματίσει ορθή κρίση, είναι τεράστιος και αυτό απαιτεί χρόνο.   

Στόχος της Επιτροπής είναι να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος αλλά δεν πρόκειται ποτέ να τοποθετήσει την ποιότητα των αποφάσεών της σε δεύτερη μοίρα, για χάρη της ταχύτητας. Υπάρχουν διαδικασίες και δικονομικά δικαιώματα των διαφόρων εμπλεκομένων μερών τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά και αυτό πολλές φορές σημαίνει επιπλέον χρόνο.

Εξάλλου, έχοντας υπόψη τις πιο πάνω αντικειμενικές δυσκολίες, θεωρώ ότι η Επιτροπή έχει λάβει έναν ελπιδοφόρο αριθμό αποφάσεων τα τελευταία χρόνια και αναφέρω ενδεικτικά ότι το 2023 εξέδωσε 43 αποφάσεις.

Ως προς το σκέλος της ακύρωσης αριθμού αποφάσεων της Επιτροπής από τα αρμόδια δικαστήρια, μπορώ να πω ότι κατά κύριο λόγο δεν ήταν απόρροια του νομοθετικού πλαισίου, ούτε αφορούσε το ουσιαστικό κομμάτι της δουλειάς της Επιτροπή αλλά αφορούσε κυρίως διαδικαστικά ζητήματα. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, οι αποφάσεις των δικαστηρίων πρέπει να γίνονται σεβαστές και σε ό,τι αφορά την Επιτροπή εργαζόμαστε για το καλύτερο, καθώς πάντα υπάρχει περιθώριο βελτίωσης τυχόν αδυναμιών.

Θεωρείτε ότι χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση το νομικό πλαίσιο που διέπει τις αρμοδιότητες και τις αποφάσεις της Επιτροπής;

Όπως ανέφερα, είμαστε ικανοποιημένοι από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο άλλωστε συνεχώς αναθεωρείται και βελτιώνεται. Πρόκειται, μάλιστα, να αναθεωρηθεί εκ νέου ο περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 2022, για να αντικατοπτρίζει και πρόσφατες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο (βλ. DMA), ενώ υπάρχουν σκέψεις και για τροποποίηση στο μέλλον και του περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμου του 2014. Πέρα, όμως, από τους προαναφερόμενους εθνικούς νόμους, υπάρχει και το σχετικό ευρωπαϊκό δίκαιο του ανταγωνισμού και η νομολογία των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Να σημειώσω ότι η Επιτροπή μέσα από τη συμμετοχή της στα τεκταινόμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως μέσα από την ενεργό δράση της στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού, έχει την ευκαιρία να εκθέτει τις απόψεις της και να προβαίνει σε σχετικές εισηγήσεις.

Από πλευράς ανθρώπινου δυναμικού και πόρων θεωρείτε ότι ως Επιτροπή έχετε αυτά που χρειάζεστε για να κάνετε σωστά τη δουλειά σας;

Το ζήτημα της υποστελέχωσης της Επιτροπής είναι κάτι το οποίο έχει τονιστεί κατ’ επανάληψη και αποτελεί πάγιο αίτημα, τόσο της δικιάς μου Επιτροπής όσο και της προηγούμενης. Αναμένουμε, λοιπόν, σε αυτό το πλαίσιο να πληρωθούν έξι θέσεις λειτουργών. Είναι σημαντικό για τη βέλτιστη λειτουργία της Επιτροπής και της Υπηρεσίας της να διαθέτει το απαραίτητο προσωπικό για να φέρει εις πέρας το έργο της, κάτι το οποίο απορρέει και από την Οδηγία 1/2019 και από τον Κανονισμό 1/2003. Ο αριθμός των λειτουργών που η Υπηρεσία της Επιτροπής έχει στη διάθεσή της είναι εξαιρετικά περιορισμένος, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς τον όγκο των υποθέσεων και άλλων συναφών εργασιών που καλείται να φέρει εις πέρας τόσο η Επιτροπή όσο και η Υπηρεσία της. Επιπλέον, εξίσου σημαντικό είναι και το ζήτημα των πόρων της Επιτροπής, ώστε, μεταξύ άλλων, να έχει τα απαραίτητα μέσα για τη συνεχή εκπαίδευση του προσωπικού της και την προώθηση της κουλτούρας ανταγωνισμού στην Κύπρο.

Συνεπώς, όσο περνάει από το χέρι μας κάνουμε τις απαραίτητες ενέργειες για να υπενθυμίζουμε αυτά τα θέματα στους αρμόδιους φορείς της Πολιτείας, καθώς σε τελική ανάλυση η εύρυθμη λειτουργία της Επιτροπής είναι προς το συμφέρον και των πολιτών.

Υπάρχουν ακόμα περιπτώσεις εταιρειών που κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά; Έχετε ενώπιον σας καταγγελίες ότι τέτοιες εταιρείες κάνουν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης τους;

Το ερώτημα της κατοχής δεσπόζουσας θέσης τίθεται αρκετά συχνά και θεωρώ σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι από μόνη της η κατοχή δεσπόζουσας θέσης δεν απαγορεύεται από τους κανόνες του ανταγωνισμού. Οι επιχειρήσεις είναι φυσικό να ρέπουν προς την αύξηση της ισχύος τους και μία φιλελεύθερη οικονομία δεν μπορεί να τους το στερήσει. Πρέπει όμως να λειτουργούν θεμιτά, συνεπώς αυτό που απαγορεύεται από τους κανόνες του δικαίου του ανταγωνισμού είναι η κατάχρηση τέτοιας θέσης και είναι από που επεμβαίνει για να καταστείλει η Επιτροπή. Βεβαίως, πρέπει να σημειωθεί ότι επιχειρήσεις οι οποίες κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά όπου δραστηριοποιούνται έχουν αυτό που αποκαλεί η νομολογία την «ειδική ευθύνη» να μην προβαίνουν σε κατάχρηση της εν λόγω θέσεως τους.

Ως προς το δεύτερο σκέλος τους ερωτήματος, φυσικά η Επιτροπή εξετάζει υποθέσεις καταγγελιών με κατ’ ισχυρισμό παραβάσεις των σχετικών διατάσεων του Νόμου που εδράζονται σε καταχρήσεις δεσποζουσών θέσεων από επιχειρήσεις, όπως επίσης σε πολλές περιπτώσεις δρα και αυτεπαγγέλτως για την καταστολή τέτοιων πρακτικών.

Υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ότι η Κύπρος είναι μία μικρή χώρα, της οποίας η δυναμική της οικονομίας «δεν σηκώνει» πολλές εταιρείες σε κλάδους όπως αερομεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, τράπεζες. Πώς το σχολιάζετε αυτό;

Καταρχάς να τονίσω ότι η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητες ρυθμιστικών παρεμβάσεων στην κυπριακή οικονομία αλλά λειτουργεί θέτοντας το πλαίσιο απαγορευτικών κανόνων, με άλλα λόγια τα όρια συμπεριφοράς και δράσης των επιχειρήσεων. Δεν θεωρώ λοιπόν ότι θα πρέπει να υποδείξω έναν βέλτιστο αριθμό των εταιρειών που θα πρέπει να δραστηριοποιούνται στους εν λόγω κλάδους αλλά οφείλω από τη θέση μου να διασφαλίσω, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μου, ότι η δραστηριότητά τους είναι σύμφωνη με τους κανόνες τους δικαίου του ανταγωνισμού. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δυναμική της οικονομίας της Κύπρου πρέπει να ιδωθεί μέσα από τη συμμετοχή της στην ΕΕ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Σε θεωρητικό επίπεδο, βέβαια, όσες περισσότερες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε μία αγορά, τόσο πιο πιθανό είναι να αυξάνεται ο ανταγωνισμός και εν τέλει οι επιλογές και κατ’ επέκταση η ευημερία του καταναλωτή, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί αναγκαία συνθήκη ύπαρξης υγιούς ανταγωνισμού. Δηλαδή, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αγορές με λιγότερες επιχειρήσεις να λειτουργούν εξίσου αποτελεσματικά, εφόσον ανταγωνίζονται έντονα και επί ίσοις όροις.

Πρέπει να καταστεί σαφές ότι παρότι η Επιτροπή ελέγχει πρακτικές και συμπεριφορές επιχειρήσεων, το εξ αντανακλάσεως αποτέλεσμα είναι σε τελική ανάγνωση το όφελος των καταναλωτών.      

Τους προηγούμενους μήνες η ΕΠΑ συγκέντρωσε πάνω της τα φώτα του ενδιαφέροντος, κατά την εξέταση της αίτησης της Eurobank για εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας. Ήταν μία δύσκολη διαδικασία η λήψη απόφασης από την Επιτροπή;

Η συγκέντρωση της Eurobank με την Ελληνική Τράπεζα ήταν μία εξαιρετικά σημαντική υπόθεση για την Επιτροπή, καθώς αφορούσε θέματα που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα και δεν σας κρύβω ότι η διαδικασία ήταν αρκετά δύσκολη, καθώς υπήρχε μεγάλος όγκος στοιχείων, που έπρεπε να εξεταστούν από την Επιτροπή. Πιο συγκεκριμένα, έγιναν εκτενείς οικονομικές αναλύσεις και λήφθηκαν στοιχεία τόσο από τα εμπλεκόμενα μέρη όσο και από όλες τις υπόλοιπες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο αλλά και από άλλους φορείς, ώστε να σχηματιστεί πλήρης εικόνα ως προς τον βαθμό επηρεασμού ή όχι της αγοράς. Η Επιτροπή κατά την αξιολόγησή της βασίστηκε στο κυπριακό και ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού.

Εφόσον ολοκληρωθεί η εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας από την Eurobank, πιστεύετε ότι θα επηρεαστεί δυσμενώς ή άλλως πως ο ανταγωνισμός εντός του τραπεζικού συστήματος;

Καταρχάς, η ανάλυση που πραγματοποιείται σε κοινοποιήσεις συγκεντρώσεων αποσκοπεί ακριβώς στο να διαπιστωθεί τυχόν δυσμενής επηρεασμός του ανταγωνισμού. Στην εν λόγω συγκέντρωση θα ήθελα να σημειώσω ότι από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν και αναλύθηκαν κατέστη εμφανές ότι υφίσταται ήδη σημαντικός αριθμός τραπεζικών ιδρυμάτων στην Κύπρο τα οποία, παρότι κατέχουν μικρά μερίδια αγοράς, αναμένεται, όπως κατέδειξε η ανάλυσή μας, ότι τόσο αυτά όσο και η παρουσία της Τράπεζας Κύπρου θα είναι σε θέση να απορροφήσουν τυχόν αυξημένη ζήτηση σε τραπεζικά προϊόντα, καθώς εξ’ όσων διαφάνηκε η ρευστότητά τους είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η ενδεχόμενη αυτή αύξηση στη ζήτηση των τραπεζικών προϊόντων των υπόλοιπων τραπεζικών ιδρυμάτων ενδέχεται να λάβει χώρα στην περίπτωση που τα τραπεζικά προϊόντα που θα προσφέρονται από τη νεοσυσταθείσα τραπεζική οντότητα γίνουν λιγότερο ελκυστικά από αυτά των υπόλοιπων τραπεζικών ιδρυμάτων και ως εκ τούτου οι καταναλωτές θα κατευθύνουν τις καταναλωτικές τους προτιμήσεις στις υπόλοιπες τράπεζες.

Από το περιοδικό Insider τεύχος Μαρτίου