Η πρώτη υπόθεση σφετερισμού ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα στα 50 χρόνια κατοχής που έφτασε στα Δικαστήρια, είχε άδοξο τέλος και αυτό αποδίδεται εν πολλοίς σε κακούς και λανθασμένους χειρισμούς από τις Αρχές.

Η αναστολή ποινικής δίωξης του Τ/κ δικηγόρου Ακάν Κιουρσιάτ προχθές στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας από τον Γενικό Εισαγγελέα, αποτελεί την επισφράγιση μιας υπόθεσης που ξεκίνησε το 2004 με καλούς οιωνούς, ωστόσο ξέφτισε με την πάροδο των χρόνων, ξεχάστηκε από τις Αρχές και μας την θύμισαν οι Ιταλοί στις 30/12/2023 όταν συνέλαβαν τον Τ/κ δικηγόρο. Εκτέλεσαν ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που εδώ στις ελεύθερες περιοχές κανείς δεν θυμόταν, αφού ο Κιουρσιάτ φερόταν να μπαινόβγαινε από τα κατεχόμενα χωρίς ποτέ να τον σταματήσει κανένας.

Δεν εξηγείται διαφορετικά το γεγονός ότι το 2014 είχε ανανεώσει το κυπριακό του διαβατήριο χωρίς να διαπιστώσει κανείς πως εναντίον του εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης για σφετερισμό τ/κ περιουσιών.

Παρόλο που αρχικά οι διωκτικές Αρχές είχαν κινηθεί σωστά με την υπόθεση και κατάφεραν να εκδοθεί από τις βρετανικές Αρχές ο Γκάρυ Ρομπ, ο οποίος και καταδικάστηκε, στη συνέχεια τίποτα δεν έγινε με τους άλλους φερόμενους ως εμπλεκόμενους. Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος φιάσκου άρχισε προ ετών, αφού καμιά Αρχή ασφαλείας (Αστυνομία, ΚΥΠ, οδοφράγματα) δεν είχαν εντοπίσει πως εναντίον του Τ/κ δικηγόρου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης.

Αίφνης, παραμονή Πρωτοχρονιάς ο Κιουρσιάτ που είχε μεταβεί στη Ρώμη μαζί με τη σύζυγό του λεγόμενη βουλευτή και αντιπρόεδρο της ψευδοβουλής στα κατεχόμενα, συνελήφθη κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

> 2 Ιανουαρίου 2024 ενημερώνονται οι κυπριακές Αρχές για τη σύλληψη και αμέσως ξεκινά η διαδικασία έκδοσής του. Στην Αστυνομία ξύπνησαν και ανέσυραν την παλαιά υπόθεση που εκκρεμούσε από το 2004 για την υπόθεση του σφετερισμού δεκάδων στρεμμάτων ε/κ γης στην κατεχόμενη Κλεπίνη της επαρχίας Κερύνειας.

> Στις 6/1/2024 ο Τ/κ οδηγείται σε δικαστήριο στη Ρώμη όπου και αποφασίζεται η κράτησή του.

> Στις 16/1/2024 εμφανίζεται ξανά στο δικαστήριο και εκεί δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν συγκατατίθεται στην έκδοσή του. Η υπόθεση ορίζεται για τις 8/2/2024 οπόταν θα άρχιζε η διαδικασία ακρόασης για έκδοσή του.

> Από εδώ ξεκινούν να αλλάζουν τα δεδομένα. Ξαφνικά ο Τ/κ δικηγόρος στις 2/2/2024 αποφασίζει ν’ αλλάξει στάση και δηλώνει ότι συγκατατίθεται να έρθει στην Κύπρο για τη δίκη του.

> Ανακριτές του ΤΑΕ Αρχηγείου σπεύδουν στη Ρώμη, παραλαμβάνουν τον εκζητούμενο και στις 8/2/24 μεταφέρεται στην Κύπρο. Περνά από ανάκριση στο Αρχηγείο Αστυνομίας και δίνει κάποιες εξηγήσεις, ενώ όπως φαίνεται δεν υπάρχει έγγραφο που να φέρει την υπογραφή του.

> Την επόμενη ημέρα δηλαδή 9/2/24 καταχωρήθηκε εναντίον του ποινική υπόθεση με 20 κατηγορίες που αφορούσαν μεταξύ άλλων, αδικήματα συνωμοσίας, απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, αδικήματα συγκάλυψης, καθώς και παράνομης κατοχής και χρήσης γης.

Από την πρώτη εμφάνιση διαφάνηκε ότι κάτι άλλαξε. Και εξηγούμαστε: Υπήρξε ως φαίνεται, προσυνεννόηση της Νομικής Υπηρεσίας με τον δικηγόρο του Ρίκκο Μαππουρίδη, ως προς τους όρους απόλυσής του. Συμφωνήθηκαν όλα και όλοι οι όροι εκπληρώνονται και ο Τ/κ αφήνεται ελεύθερος.

> Στις 29 Φεβρουαρίου εμφανίζεται ξανά στο Δικαστήριο προκειμένου ν’ αρχίσει η ακρόαση της υπόθεσης.

Αντί αυτού, η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής Μάρω Χαραλάμπους με μια δήλωσή της αιφνιδίασε τους πάντες, ή σχεδόν τους πάντες, γιατί κάποιοι φαίνεται να γνώριζαν για την εξέλιξη. Η κ. Χαραλάμπους ανέγνωσε στο δικαστήριο δήλωση του Γενικού Εισαγγελέα, παραθέτοντας τα γεγονότα και όπως είπε, η βασική μαρτυρία που ενέπλεκε τον Κιουρσιάτ στην πώληση ε/κ περιουσίας στα κατεχόμενα λήφθηκε το 2006 από Βρετανό, που αγόρασε κατοικία σε ε/κ κατεχόμενη γη, με βάση την οποία καταχωρήθηκε η ποινική δίωξη εναντίον του Τ/κ δικηγόρου κι άλλων προσώπων.

Όπως είπε, αμέσως μετά τη σύλληψη του κατηγορούμενου στην Ιταλία έλαβαν χώρα ενέργειες εντοπισμού του προαναφερθέντος Βρετανού υπηκόου, ώστε να κληθεί κατά την ακρόαση της ποινικής υπόθεσης ως μάρτυρας κατηγορίας.

> Μόλις στις 19/2/24 και μετά από πολλές προσπάθειες η Αστυνομία ενημερώθηκε επίσημα από τις βρετανικές Αρχές ότι ο προαναφερθείς έχει αποβιώσει.

Δεδομένου του θανάτου του προαναφερθέντος μάρτυρα δεν υφίσταται πλέον άλλη μαρτυρία ικανή να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε αδίκημα εναντίον του κατηγορούμενου στο πλαίσιο της υφιστάμενης ποινικής υπόθεσης. Η μαρτυρία του αποβιώσαντος ήταν η μοναδική που τον ενέπλεκε και του απέδιδε ενεργό ρόλο κατά τη διαδικασία αγοραπωλησίας κατοικιών που ανεγέρθηκαν παράνομα στα κατεχόμενα. Ως εκ τούτου, ο Γενικός Εισαγγελέας είναι υποχρεωμένος να αναστείλει την παρούσα ποινική δίωξη. Ακυρώνονται όλα τα περιοριστικά μέτρα για τον κατηγορούμενο, κατέληξε η κ. Χαραλάμπους.

Σημειώνεται ότι ο μάρτυρας που απεβίωσε ήταν ο Κέννεθ Γουόλτερ Χόκκινς που πέθανε τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Από αυτή την εξέλιξη άρχισαν να γεννιούνται ερωτηματικά γιατί οι Αρχές δεν γνώριζαν για το γεγονός, πότε υποβλήθηκε το αίτημα στους Βρετανούς για τον μάρτυρα και αν όντως η μαρτυρία στηριζόταν μόνο σ’ αυτόν. Μάλιστα, ο νομικός και τέως πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου Χρίστος Κληρίδης δήλωσε στον «Φ» ότι η υπόθεση ήταν στημένη εξ’ αρχής λόγω της πολιτικής πτυχής της υπόθεσης.

Γ. Εισαγγελέας: Σαφής η δήλωσή μου

Λόγω των επικρίσεων, ο Γενικός Εισαγγελέας Γιώργος Σαββίδης, με χθεσινή δήλωσή του ανέφερε ότι «η Νομική Υπηρεσία αξιολόγησε την υπάρχουσα μαρτυρία και όπως συνηθίζει, ανέφερε στο Δικαστήριο λεπτομερώς τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση για την αναστολή της ποινικής δίωξης. Θεωρώ ότι ήταν απόλυτα σαφής και επεξηγηματική η δήλωση που κατατέθηκε στο Δικαστήριο και θα εισηγούμουν σε όλους όσους προβαίνουν σε κριτικές για τον τρόπο με τον οποίο έτυχε χειρισμού από την Νομική Υπηρεσία η υπόθεση, να διαβάσουν, τουλάχιστον, το τι λέχθηκε στο Δικαστήριο».

Παρενθετικά αναφέρουμε ότι το Εφετείο στην απόφασή του στις 10/12/2012 απορρίπτοντας την έφεση του Γκάρυ Ρομπ που παραπονείτο για υπέρμετρη ποινή 10 μηνών φυλάκισης είχε αναφέρει και τα εξής: Η προσπάθεια που έγινε, από τον εφεσείοντα (Βρετανό) να πείσει προτιθέμενους Άγγλους «αγοραστές» των επαύλεων, στο χώρο που κατακρατούσε, με σεμινάριο που έγινε με τη βοήθεια δικηγόρου στα κατεχόμενα στις 14 Ιανουαρίου, 2005, ιδιαιτέρως ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της γης, καταδεικνύει την εμπλοκή του εφεσείοντα, και τη συνειδητή ενέργεια στέρησης της εν λόγω γης από τους νόμιμους ιδιοκτήτες της, υποστηρίζει την ορθότητα του είδους και του ύψους της επιβληθείσας ποινής. Θα προσθέταμε ότι θα μπορούσε να κριθεί, η επιβληθείσα ποινή, μάλλον επιεικής, αλλά δεν υπάρχει αντέφεση ώστε να εξεταστεί περαιτέρω.

Η αναφορά σε δικηγόρο, χωρίς να κατονομάζεται, αφήνεται να νοηθεί ότι είχε εμπλοκή στην υπόθεση και δικηγόρος.

Άγνωστο τι θα γίνει με τους άλλους δύο

Σημειώνεται ότι το 2004 οι κυπριακές Αρχές είχαν εκδώσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης για τον πατέρα του Ακάν Κιουρσιάτ, Ταλάτ Κιουρσιάτ. Όμως, αυτό το ένταλμα είχε ακυρωθεί αργότερα «για να μην πλήξει τη δικοινοτική ειρήνη και προσέγγιση», όπως έγραψε ο Σενέρ Λεβέντ στην εφημερίδα Αβρούπα.

Με βάση το ένταλμα σύλληψης του 2007 με το οποίο συνελήφθη στη Ρώμη ο Ακάν Κιουρσιάτ, καταζητούνταν συνολικά τέσσερα πρόσωπα: Ο Βρετανός Γκάρι Ρομπ, ο Τ/κ δικηγόρος Ακάν Κιουρσιάτ, ο Τ/κ εργολάβος Τουντζέλ Ταχίρ Σοϊκάν και ο Τ/κ μηχανικός Κουτσάλ Τοκατλίογλου, που είχαν σχέση με την AGA Developments, εταιρεία η οποία εκμεταλλεύτηκε την ε/κ γη στην Κλεπίνη, πάνω στην οποία θα χτίζονταν επαύλεις που άρχισαν να πωλούνται σε Βρετανούς.

Μετά την εξέλιξη αυτή παραμένει άγνωστο κατά πόσον τα άλλα δύο ανεκτέλεστα εντάλματα θα παραμείνουν σε ισχύ ή θα ακυρωθούν.