Νήσος τις έστι και Αμμόχωστος εσαεί Ελληνική έσται, αενάως υπέρμαχος της Ελληνικότητας της Κύπρου, διασαλπίζει στον ομώνυμο τίτλο του νεοεκδοθέντος βιβλίου του ο πρώην Συνδικαλιστής και γνωστός από τη μαχητική του αρθρογραφία στον Τύπο Ανδρέας Βασιλείου. Και η εναγώνια φωνή του εντείνεται στη διαπασών και επιμόνως αφυπνίζει τις αλγεινές αυτές μέρες, που ανακαλώντας τη νεότερη τραγωδία του Ελληνισμού συμπληρώνουν 48 ολάκερα χρόνια από την άλωση της Αμμοχώστου της δεύτερής της τουρκοκρατίας.

Εξόχως συγκινητικές οι φωτογραφίες στο εξώφυλλο και στο οπισθόφυλλο, καθώς και όσες εμβληματικές της ιστορίας, αρχαιολογίας και των πολιτισμικών της επιτευγμάτων διανθίζουν το ολιγοσέλιδο πλην σημαντικό πόνημα. Ένα ανέμελο καλοκαίρι στην κοσμοπολίτικη χρυσή αμμουδιά της Αμμοχώστου με τους λουόμενους να απολαμβάνουν κάτω από πολύχρωμες ομπρέλες είτε σεργιανίζοντας ή κολυμπώντας την σμαραγδένια της θάλασσα με τα επιβλητικά ξενοδοχεία να δεσπόζουν στο βάθος της παραλίας. Η ακροτελεύτια εικόνα αποτυπώνει ένα επιτοίχιο σύνθημα σε δρόμο στο Ηράκλειο της Κρήτης το καλοκαίρι του 1993: «η Ελλάδα αρχίζει από την Αμόχωστο και τελειώνει στη Β. Ήπειρο». Έστω και αν ο Κρητικός ή Κύπριος «τοιχογράφος» ανορθογραφεί το όνομα της πόλης με ένα «μ», δεν παύει να απηχεί τη διαχρονική αλήθεια του έθνους.

Στην ονοματολογική, εντούτοις, ταυτότητά της ενδιατρίβει ο Αμμοχωστιανός συγγραφέας, ανατρέχοντας σε ιστορικές πηγές αδιάψευστης τεκμηρίωσης και μη παραλείποντας προσέτι την αναφορά στους θρύλους της αγιολογικής μας παράδοσης. Πρόκειται για τη συγκομιδή των άρθρων μιας δεκαετίας, από το 2010 μέχρι το 2020, που επικεντρώνονται στη θαλασσοφίλητη πολυζητημένη πόλη. Επώδυνο το αείποτε προσκήνιο των ψευδεπίγραφων υποσχέσεων, των ανυπόστατων οθωμανικών βακουφίων και των έμπρακτων αποικιστικών απειλών από τους  εγκάθετους του θηριώδους τουρκικού αναθεωρητισμού.   

Κατ’ αρχήν, τα προϊδεαστικά κεφάλαια παραπέμπουν εν συντομία σε κομβικές επισημάνσεις των προγονικών πόλεων, προτάσσοντας ετεροχρονικά την περιώνυμη Κωνσταντία ή Κωνστάντεια της Πρωτοβυζαντινής περιόδου, τη διάδοχο της αρχαίας Σαλαμίνας, που κατά το «Πάριο Χρονικό» ιδρύθηκε το 1202/1 π.Χ. Τόσο μετά τις εξεγέρσεις των Εβραίων το 116 μ.Χ. και την ανοικοδόμησή της από τον Αδριανό το 117 μ.Χ. όσο και μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 332 και 342 μ.Χ. ανοικοδομήθηκε υπό τη νέα ονομασία προς τιμήν του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνστάντιου. Η γαλλική αρχαιολογική 

σκαπάνη στην Έγκωμη έφερε στο φως την Αλάσια, σπουδαίο κέντρο εξαγωγής χαλκού κατά την περίοδο 1600-1200 π.Χ. της μεγάλης ακμής της. Όσον αφορά στην Αρσινόη των Ελληνιστικών Χρόνων, που ονομάστηκε προς τιμήν της φερώνυμης αδελφής και συζύγου του Πτολεμαίου Β΄ Φιλάδελφου (285-246 π.Χ.), είχε αντικαταστήσει το λιμάνι της Σαλαμίνας λόγω προσχώσεων, αλλά ύστερα από τέσσερις αιώνες ζωής αφανίστηκε, καθότι δεν μνημονεύεται από τον Πτολεμαίο τον 2ο μ.Χ. αιώνα. 

Ο συγγραφέας, φωτίζοντας τους κυριότερους σταθμούς κατά την πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή της Αμμοχώστου, αποκηρύσσει με έμφαση ιστορικής συνείδησης τη χρήση του τουρκογενούς όρου «Βαρώσια», από το «varos», που σύμφωνα με σουλτανική διαταγή του 1573 κατονομάζεται το προάστιο τής εκτός των τειχών Αμμοχώστου, όπου εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες κάτοικοί της μετά την εκδίωξή τους από τους Τούρκους κατακτητές. Η τοποθεσία δεν έπρεπε να έχει στρατηγική σημασία, ήτοι να μην αποτελεί «μετερίζ», κατά τη φρασεολογία του εγγράφου. Εξάλλου, σε χάρτες επί Αγγλοκρατίας το τοπωνύμιο «Varosha», δεν είναι παρά μια περιοχή- συνοικία της ευρύτερης πόλης. Επομένως, θεωρεί ύποπτη την ονομασία «Βαρώσια», που κατά κόρον χρησιμοποιείται από τον ΟΗΕ και τους ξένους και άκρως επικίνδυνη να την επαναλαμβάνουμε εμείς από ανιστόρητη συνήθεια.

Προς επίρρωση της ενστάσεώς του επικαλείται το αρχαίο εγχειρίδιο προς ναυτιλλομένους ανώνυμου συγγραφέως «Σταδιασμός, ήτοι Περίπλους της Μεγάλης Θαλάσσης» (3ος-4ος αιώνας μ.Χ.), όπου γίνεται η πρώτη αναφορά της ονομασίας Αμμόχωστος: «Από το Πηδάλιον [το ακρώτηριο Κάβο Γκρέκο] μέχρι τα νησάκια η απόσταση είναι 80 στάδια [περίπου 14 χιλιόμετρα]. Υπάρχει εκεί έρημη πόλη που λέγεται Αμμόχωστος. Έχει λιμάνι για κάθε άνεμο, υπάρχουν όμως ξέρες στην είσοδο. Πρόσεχε…». Σε σχέση με η μεσαιωνική ονομασία Φαμακούστα, οι παλαιότεροι περιηγητές μιλούσαν για τη φημισμένη πόλη του Κώνσταντος, που εσφαλμένα ο θρύλος τον συνδέει με τον ομώνυμο πατέρα της Αγίας Αικατερίνης. 

Τα ψηφίσματα του Σ.Α., που επιτάσσονται στο βιβλίο, παραμένουν γράμμα κενό για την επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της.