Πέθανε στα 82 του χρόνια ο Αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του λεγόμενου «Νέου Χόλιγουντ». Ο θάνατος τον βρήκε στο σπίτι του στο Λος Άντζελες από φυσικά αίτια. 

Η φήμη του εδραιώθηκε τη δεκαετία του ’70 με δύο υπέροχες ταινίες που σκηνοθέτησε: το «The Last Picture Show» που έλαβε οκτώ υποψηφιότητες για Όσκαρ και το «Paper Moon» το οποίο χάρισε στην 9χρονη τότε Τέιτουμ Ο’Νιλ τη διάκριση της νεαρότερης νικήτριας του Όσκαρ Β΄Γυναικείου Ρόλου στην ιστορία. Ο Μπογκντάνοβιτς ήταν επίσης κριτικός και αφηγητής και αποτέλεσε τη «γέφυρα» ανάμεσα στο παλιό και το νέο Χόλιγουντ, περισσότερο από κάθε άλλον.

Άφησε επίσης πίσω του πλούσια ιστορία με κλασικές σειρές και ταινίες, όπως τα «What’s Up, Doc?», «Targets», «Saint Jack», «Daisy Miller» και «At Long Last Love». Η τελευταία του εμφάνιση ήταν ως σκηνοθέτης στο «She’s Funny That Way», το 2014.

Ως ηθοποιός, ενσάρκωσε μεταξύ άλλων και τον Ελιοτ Κούπφερμπεργκ στη μυθική σειρά «The Sopranos», μια από τις κορυφαίες στην ιστορία, ενώ συμμετείχε και στην τελευταία ταινία του Όρσον Γουέλς «The Other Side of the Wind». 

Ο πατέρας του ήταν σερβικής καταγωγής και η μητέρα του αυστροεβραϊκής. 

Η προσωπική του ζωή κόντεψε να επισκιάσει την καριέρα του πίσω από την κάμερα, καθώς ενεπλάκη σε ερωτικά σκάνδαλα με δύο πρωταγωνίστριές του όντας παντρεμένος, η μία εκ των οποίων ήταν η Σίμπιλ Σέπερντ και λίγο μετά η 20χρονη Playmate Ντόροθι Στράτεν, η οποία δολοφονήθηκε το 1980 από τον εν διαστάσει σύζυγό της ο οποίος στη συνέχεια αυτοκτόνησε. 

Ο φόνος αυτός τον ώθησε να διατηρήσει αποχή από το σινεμά για τέσσερα χρόνια, διάστημα στο οποίο έγραψε ένα βιβλίο με θέμα τον θάνατο της Στράτεν με τίτλο «The Killing of the Unicorn», πριν επιστρέψει το 1985 με μια ακόμη καλλιτεχνική επιτυχία, την ταινία «Mask».

Οκτώ χρόνια μετά τη δολοφονία της Ντόροθι, ο Μπογκντάνοβιτς, στα 49 του, παντρεύτηκε την 20χρονη Λουίζ Στράτεν. Ήταν η μικρότερη αδελφή της Ντόροθι.

Σε κάθε περίπτωση ο Μπογκντάνοβιτς, μαζί με τον Φράνσις Φορντ Κόπολα και άλλους εκείνης της γενιάς, πιστώθηκε την αλλαγή του αμερικανικού σινεμά. Όπως σημειώνει η Washington Post, κατάφερε να αλλάξει το στάτους και την ισχύ των στούντιο τα οποία είχαν χάσει την επαφή τους με το νεότερο κοινό και να δώσει νέες φόρμες.