Όταν είχαν ξεσπάσει οι πρώτες αντιδράσεις από δημόσιους υπάλληλους και τις συντεχνίες τους για προβλήματα ή λάθη στην εφαρμογή του νέου συστήματος αξιολόγησης και έγινε γνωστό πως «το ξύλο έλειψε» σε κάποια τμήματα και υπηρεσίες λόγω των διαξιφισμών, οι περισσότεροι ορθώς είπαν πως όφειλε η Κυβέρνηση να εξετάσει τι συνέβαινε. Αν μη τι άλλο. Για να φωνάζουν τόσοι πολλοί και τόσο έντονα, υποστηρίζοντας πως πολλοί αξιολογητές ήταν μιλημένοι να κρατήσουν τις βαθμολογίες σε επίπεδα λίγο πάνω από τη βάση, ήταν λογικό να θεωρηθεί πως κάτι πήγε λάθος.

Κανένας δεν αμφισβήτησε, δημόσια τουλάχιστο, την ορθότητα της απόφασης της προηγούμενης Κυβέρνησης και της Βουλής να αλλάξουν ένα σύστημα που δεν αξιολογούσε, αλλά βάφτιζε σχεδόν όλους «εξαίρετους». Συμφώνησαν με αυτό και οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συντεχνίες τους.

Συνεπώς, δεν υπήρχε, στα πρώτα στάδια, εύλογη υποψία πως οι διαμαρτυρίες για πλημμελή εφαρμογή του νέου συστήματος αξιολόγησης ήταν πρόφαση κατόπιν συντονισμού για ανατροπή της αλλαγής που συνέβη. ίσως της μόνης εύκολα αντιληπτής αλλαγής που περιλαμβάνεται σε αυτό που ονομάστηκε μεταρρύθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας.

Όσο περνά, όμως, ο καιρός και συνεχίζονται οι συζητήσεις στη Βουλή και αλλού, όλο και περισσότερο δίνεται η εντύπωση πως μια χαρά θα δέχονταν πάρα πολλοί υπό αξιολόγηση λειτουργοί να επιστρέψουμε στο παλιό σύστημα «μέχρι να διορθώσουμε το νέο».

Χθες στη Βουλή οι συντεχνίες των δημοσίων υπαλλήλων επέμεναν σε προτάσεις που δεν πείθουν ότι αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν φέτος, στην πρώτη κιόλας πράξη υλοποίησης του νέου συστήματος (πάσα αρχή δυσκολία, δεν λέμε;), αλλά στον παραμερισμό του, έστω προσωρινά. Και στο μεταξύ, άλλοι λένε να γίνουν οι προαγωγές στη βάση των παλιών αξιολογήσεων (αλίμονο!) και άλλοι λένε να γίνουν οι προαγωγές με λίγη από την παλιά αξιολόγηση και λίγη από την καινούρια. Και με βασικό κριτήριο διάκρισης, πάλι, την αρχαιότητα.

Και όταν ο Σταύρος Παπαδούρης των Οικολόγων διερωτήθηκε χθες στην Επιτροπή Οικονομικών αν θα δέχονταν οι συντεχνιακοί -και τα μέλη τους- να μην ισχύσουν φέτος οι φρέσκες αξιολογήσεις, αφού τόσο πολύ αμφισβητούνται, αλλά να μην γίνουν ούτε προαγωγές, του είπαν όλοι «α, πα, πα, πα,». Δηλαδή, να μην ισχύσουν οι αξιολογήσεις που δεν βγάζουν όλους εξαίρετους, αλλά οι προαγωγές να γίνουν. Και στην ανάγκη, ας γίνουν με τις παλιές ψηλές – ισοπεδωτικές βαθμολογίες.

Η πιο ψύχραιμη ίσως τοποθέτηση στη χθεσινή συνεδρία της Επιτροπής Οικονομικών, όπως διαβάζουμε από τα ρεπορτάζ, προήλθε από τη διευθύντρια του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού Έλενα Αζίνα. Είπε -σε γενικές γραμμές- πως τα στοιχεία για τις φετινές αξιολογήσεις δεν έχουν ακόμα κατατεθεί στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, δεν έχουν αξιολογηθεί τα αποτέλεσματα και οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν και καλά-καλά κανένας δεν ξέρει (με στοιχεία και αριθμούς) αν επιβεβαιώνονται οι μύδροι ότι υπήρξαν κατά μεγάλη πλειοψηφία προκαθοριμένες ή προσυνεννοημένες χαμηλές ή μέτριες βαθμολογίες. Θα δοθούν στοιχεία, όταν μελετηθούν και από την ΕΔΥ, είπε η κ. Αζίνα, για να φανεί αν όντως υπήρξε ισοπεδωτική βαθμολόγηση. Εάν ένας στους δέκα έκανε ένταση, όπως υποστηρίζουν οι συντεχνίες, αυτό σημαίνει πως εννέα στους δέκα αποδέχθηκαν το νέο σύστημα, υπέβαλε η διευθύντρια.

Το νέο σύστημα αξιολόγησης πρέπει και αυτό να αξιολογηθεί. Σοβαρά και αντικειμενικά, διότι προφανώς υπάρχουν περιθώρια κάποιας στεγανοποίησης και βελτίωσης του. Όχι όμως βεβιασμένα και όχι με στόχο να ακυρωθούν οι φετινές βαθμολογίες, χωρίς καν να υποβληθούν ενστάσεις από τη συντριπτική πλειοψηφία όσων αξιολογήθηκαν. Όσοι είμαστε απέξω από το Δημόσιο το ξέραμε πως πάρα πολλοί θα έπαιρναν χαμηλότερους βαθμούς από τα προηγούμενα χρόνια. Πώς και δεν το κατάλαβαν οι ίδιοι;