Πριν λίγες μέρες, στη διάρκεια μιας φιλικής συζήτησης με δύο στελέχη του Δημοκρατικού Συναγερμού, η στήλη άκουσε με ενδιαφέρον τον ένα εξ αυτών να αναγνωρίζει πως ναι, από ένα σημείο και μετά, το κόμμα είχε μετατραπεί σε σούπερ μάρκετ. Με την έννοια ότι διέθετε απ’ όλα! Ας μην τα ξαναλέμε επί αυτού, γιατί, στο κάτω-κάτω, δεν είναι μόνο ο ΔΗΣΥ που μετατράπηκε σε σούπερ μάρκετ.

Αυτό που ενοχλεί γενικά με τα πολιτικά σούπερ μάρκετ είναι που δεν προέκυψαν από ατύχημα. Δεν έτυχε, πέτυχε, που λέμε συχνά.

Πολιτικές ηγεσίες επιδίωξαν με σθένος να καταστήσουν τα κόμματά τους πολυσυλλεκτικά, παρόλο που ήταν ή ήθελαν να φαίνονται κόμματα αρχών.

Η δημιουργία των κομματικών υπεραγορών (είναι πολύ πιο ουσιαστική και παραστατική η αναφορά Αβέρωφ σε αχταρμά, έστω και αν την είχε κάνει για άλλο μπακάλικο) άνοιξε τις πόρτες σε ψηφοφόρους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα πλησίαζαν. Ανέβασαν ή συγκράτησαν ποσοστά (κι ας μεγαλώνει η αποχή ή επειδή μεγαλώνει η αποχή), εξασφάλισαν μεγάλες ή μικρές θέσεις εξουσίας.

Έχουμε λοιπόν δικαίωμα να πιστεύουμε πως η στροφή κάποιων κομμάτων στην πολυσυλλεκτικότητα ήταν συνειδητή επιλογή και συνέπεσε με τη δημιουργία απόστασης -που όλο μεγαλώνει- από τις αρχές στις οποίες στηρίχθηκαν κάποια κόμματα στα πρώτα τους βήματα ή και στα μετέπειτα.

Δεν μπορείς να ισχυρίζεσαι -και να το κάνεις, αφού δεν πληρώνεις φόρο, δεν γίνεσαι πιστευτός- πως υπηρετείς αρχές και την ίδια ώρα να υποδέχεσαι κάθε καρυδιάς καρύδι. Και μετά να μετράς τα λόγια σου στις ομιλίες και στις ανακοινώσεις, μπας και θυμώσεις κάποιους από αυτούς που πάσχισες να κουβαλήσεις στο κόμμα αρχών. Και σιγά – σιγά, αντί να ψηφίζεις με παρρησία (και με κομματική περηφάνεια ακόμα) αυτό που επιβάλλουν οι αρχές σου και όποιος θέλει ας δυσαρεστηθεί ή ας αποστασιοποιηθεί, πας με το ρεύμα ή τηρείς μια περιποιημένη αποχή ή και καταψηφίζεις χωρίς ψυχή και επιχειρήματα, αφού ούτως ή άλλως θα ψηφίσουν οι άλλοι και η δουλειά (νομοθετικό έργο) θα γίνει.

Στη φιλική κουβέντα που αναφέρθηκε ανωτέρω, το στέλεχος του ΔΗΣΥ που είχε μιλήσει για τη… σουπερμαρκετοποίηση του κόμματος, ήταν σαφές πως απαξιώνει αυτή την εξέλιξη. Την απορρίπτει ως επιλογή. Δεν θέλει να είναι υπεραγορά πολιτικών θέσεων το κόμμα του.

Στην εξέλιξη της συζήτησης, όμως, και όταν το ‘φερε η κουβέντα να μιλήσουμε για τις εκλογές του Ιουνίου, το ύφος σοβάρεψε. Διότι το κόμμα, μετά τα όσα συνέβησαν πριν και μετά τις προεδρικές του ’23, πρέπει, λέει, να δώσει ενωμένο (αχ αυτή η λέξη!) την εκλογική μάχη και να διατηρήσει την πρωτιά. Διαφορετικά, αλίμονο.

Με λίγα λόγια, δεν είναι καλές οι κομματικές υπεραγορές, αλλά… πριν τις εκλογές. Όταν μπαίνουμε σε δύσκολη προεκλογική περίοδο, να μας συγχωρούν οι πολιτικές αρχές και τα πιστεύω μας, αλλά δεν βγαίνεις πρώτος (ή δεν διατηρείς τις έδρες σου) αν δεν ανοίξεις τις αγκάλες σου στον πάσα ένα. Αλλά για να μπει στις αγκάλες σου ο πάσα ένας, θα πρέπει να κατεβάσεις τον πήχη των αρχών σου. Αν τις θυμάσαι.

ΥΓ Και να ακούμε και πολλούς να ασκούν κριτική όχι για τα παρδαλά ακροατήρια κάποιων κομμάτων και τον πολιτικό αποπροσανατολισμό τους, αλλά για τις αγκυλώσεις, λέει, των ηγεσιών που δεν ανοίγουν τις πόρτες του κόμματος «στην κοινωνία». Ναι, για να γίνει εντελώς «του Κασσελάκη».