Ούτε ο Κώστας Κώστα ούτε η Ειρήνη Χαραλαμπίδου. Πρόκειται για τους δύο δημοφιλέστερους βουλευτές του ΑΚΕΛ, με βάση τους σταυρούς προτίμησης που έλαβαν. Ο Κώστα είχε συγκεντρώσει το 2021 συνολικά 6.212 σταυρούς, αναδεικνυόμενος πρώτος στο ψηφοδέλτιο του κόμματος στη Λεμεσό. Δεύτερος ήταν ο Άντρος Καυκαλιάς με 5.838 ψήφους, ο οποίος επίσης δεν θα είναι στο ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ στις επερχόμενες εκλογές. Από την άλλη, η Ειρήνη Χαραλαμπίδου είχε λάβει 14.008 ψήφους.

Όπως και να το δει κάποιος, η μη συμμετοχή των δύο στο ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ αποτελεί δεδομένο που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Δεν σημαίνει βέβαια ότι οι 14 χιλιάδες ψήφοι της Ειρήνης ή οι 6 χιλιάδες του Κώστα είναι προσωπική «ιδιοκτησία» τους. Ωστόσο, αποτελούν αναμφίβολα αντανάκλαση της δημοφιλίας τους και μέρος αυτών είναι σίγουρα προσωπικοί. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η απουσία τους από το ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ, ακόμη και αν οφείλεται σε καταστατική πρόνοια που περιορίζει το όριο θητειών με στόχο την ανανέωση, θα έχει κόστος.

Το θέμα, όμως, δεν εξαντλείται στην απόφαση για συμμετοχή ή όχι στο ψηφοδέλτιο. Αντίθετα, τώρα ανοίγει νέο μέτωπο για το ΑΚΕΛ. Η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής ελήφθη με βάση συγκεκριμένα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψη λεπτές εσωκομματικές ισορροπίες. Εδώ που τα λέμε, δεν θα ήταν εύκολο για τον Στέφανο Στεφάνου να μείνουν εκτός ψηφοδελτίου ο Γιώργος Λουκαΐδης και ο Άριστος Δαμιανού ώστε να δοθεί χώρος σε άλλους. Ούτε πολιτικά θα μπορούσε να δικαιολογηθεί προς τα έξω μια απόφαση που δεν θα έδινε εξαίρεση στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κόμματος και σε μέλος της Γραμματείας και του Πολιτικού Γραφείου, ενώ θα την έδινε σε κάποιον άλλο βουλευτή.

Πρακτικά, αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο εάν κάποιος από τους δύο –ή και οι δύο– δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν στα κοινοβουλευτικά έδρανα. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να αφαιρεθεί από το καταστατικό του κόμματος η πρόνοια για δικαίωμα εξαιρέσεων. Από τη στιγμή που το σκεπτικό είναι η ανανέωση, θα μπορούσε να μην υπάρχει καμία εξαίρεση. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι το όριο θητειών ανοίγει άλλα κεφάλαια στα κόμματα και, σε κάποιες περιπτώσεις, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει.

Το ίδιο συνέβη και στον ΔΗΣΥ, όπου το όριο των θητειών προκάλεσε ζητήματα. Εδώ τίθεται πλέον ζήτημα κατά πόσο τα κόμματα πρέπει να βρουν άλλους μηχανισμούς ανανέωσης πέραν από τις ρήτρες θητειών. Δεν λειτουργεί πάντα δημιουργικά το όριο. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να αποτρέπει κάποιον από το να ασχοληθεί με την πολιτική. Γιατί, για παράδειγμα, ένας νέος, επιτυχημένος επιστήμονας ή επαγγελματίας, ή κάποιος που κατέχει θέση στο δημόσιο, να εγκαταλείψει την καριέρα του για να είναι βουλευτής για δέκα χρόνια και έπειτα να βρεθεί επαγγελματικά ξεκρέμαστος; Ενώ, χωρίς όριο, θα μπορούσε να συνεχίσει να προσφέρει και οι πολίτες να του έδιναν αυτό το δικαίωμα με την ψήφο τους.

Ο Κώστας Κώστα είναι μόλις 54 ετών και έχει δηλώσει ότι δεν προτίθεται να πάει σε άλλο κόμμα. Γιατί όμως να θελήσει να παραμείνει κοντά σε ένα κόμμα του οποίου το ανώτατο συλλογικό όργανο έκρινε ότι, παρότι ήταν πρώτος σε σταυρούς προτίμησης στην επαρχία του, δεν μπορεί να τύχει εξαίρεσης επειδή δεν θεωρείται «πολιτικός πυρήνας»;

Από την άλλη, ποια σχέση συνεργασίας μπορεί να διατηρήσει η Ειρήνη Χαραλαμπίδου με το ΑΚΕΛ εκτός Βουλής; Γιατί να περιοριστεί σε έναν ρόλο υπευθύνου για θέματα διαφθοράς, όταν θα μπορούσε να είναι ξανά στη Βουλή;

Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αποδοχή ενός προσώπου από την κοινωνία –όπως των δύο βουλευτών– δεν είναι απλώς ζήτημα δημοφιλίας αλλά βαθύτερης κοινωνικής αποδοχής. Και στις δύο περιπτώσεις, η δυναμική τους μέσα στον κόσμο του ΑΚΕΛ είναι σαφώς διαφορετική, αλλά εξίσου χαρακτηριστική.