Η εικόνα της 79χρονης γυναίκας που καλούσε σε βοήθεια πίσω από μια κλειδωμένη πόρτα, σε μια γειτονιά της Λάρνακας, δεν είναι απλώς ένα συγκλονιστικό στιγμιότυπο ανθρωπίνου δράματος. Είναι, πρωτίστως, η αντανάκλαση της θεσμικής ανεπάρκειας ενός κράτους που αποτυγχάνει να προστατεύσει τους πιο ευάλωτους πολίτες του. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, αντί να αποτελούν το προπύργιο πρόληψης και στήριξης, εμφανίζονται για ακόμη μια φορά ως ένας μηχανισμός εγκλωβισμένος στα γραφειοκρατικά γρανάζια που αντιδρά εκ των υστέρων, όταν το πρόβλημα έχει ήδη μετατραπεί σε τραγωδία.
Στην υπόθεση της ηλικιωμένης, η οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες, παρέμενε εγκλωβισμένη για μήνες, τα ερωτήματα είναι περισσότερα από τις απαντήσεις. Οι γείτονες υποστηρίζουν ότι είχαν απευθυνθεί τόσο στην Αστυνομία όσο και στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας πολύ πριν από τις 29 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία, σύμφωνα με τις ΥΚΕ, έγινε η πρώτη και μοναδική αναφορά. Αν οι καταγγελίες αυτές πράγματι έγιναν, τότε η αλυσίδα της κρατικής ευθύνης έχει σπάσει σε ένα κρίσιμο σημείο: εκεί όπου η υποψία κακοποίησης όφειλε να σημάνει συναγερμό, κυριάρχησε η αδράνεια.
Η υφυπουργός Πρόνοιας, Μαριλένα Ευαγγέλου, υπεραμύνθηκε των χειρισμών, εξηγώντας πως οι ΥΚΕ δεν είχαν καμία επίσημη ενημέρωση για βία ή κακομεταχείριση και πως η διαδικασία μετακίνησης της ηλικιωμένης σε στέγη ήταν σε εξέλιξη. Όμως η ουσία δεν βρίσκεται στις ημερομηνίες και στα τυπικά πρωτόκολλα. Βρίσκεται στο γεγονός ότι μια γυναίκα έφτασε να φωνάζει «βοήθεια» για να κινητοποιηθεί το κράτος. Ότι η παρέμβαση ήρθε μόνο αφού το περιστατικό δημοσιοποιήθηκε από τον Φιλελεύθερο. Κι αυτό από μόνο του συνιστά αποτυχία.
Η ανακοίνωση του Κλάδου Λειτουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών από την άλλη επιμένει πως δεν υπήρξε ποτέ επίσημη καταγγελία για κακοποίηση και πως οι λειτουργοί ενήργησαν «άμεσα και με ενσυναίσθηση»! Το επιχείρημα, όμως, δεν απαντά στο θεμελιώδες ερώτημα: πώς γίνεται μια γειτονιά να γνωρίζει, να βλέπει, να καταγγέλλει και η κρατική δομή που έχει ως αποστολή την κοινωνική προστασία να δηλώνει άγνοια; Αν οι μηχανισμοί ειδοποίησης και καταγραφής δεν λειτουργούν, τότε το πρόβλημα δεν είναι οι «ανακριβείς πληροφορίες», αλλά το ίδιο το σύστημα.
Η διαχρονική αδυναμία των ΥΚΕ να λειτουργήσουν προληπτικά δεν οφείλεται μόνο σε έλλειψη προσωπικού ή φόρτο εργασίας. Οφείλεται στη θεσμική κουλτούρα μιας υπηρεσίας που παραμένει αντιδραστική, χωρίς ευελιξία, χωρίς μηχανισμούς άμεσης παρέμβασης και χωρίς ουσιαστικό συντονισμό με την Αστυνομία και άλλους φορείς πρόνοιας. Το κράτος πρόνοιας δεν μπορεί να περιορίζεται σε δηλώσεις «ευαισθησίας» μετά από κάθε τραγωδία. Πρέπει να είναι παρόν εκεί όπου δεν υπάρχουν κάμερες.
Το περιστατικό της Λάρνακας δεν είναι μεμονωμένο. Είναι ένα ακόμη κομμάτι ενός μοτίβου αποτυχίας που επαναλαμβάνεται: κάθε φορά οι ΥΚΕ αποδίδουν ευθύνες στην Αστυνομία, η Αστυνομία στις ΥΚΕ και όλοι μαζί στο «σύστημα». Εν τω μεταξύ, πίσω από τις στατιστικές και τις ανακοινώσεις, υπάρχουν άνθρωποι που ζουν και πεθαίνουν μόνοι, χωρίς φωνή και δίχως στήριξη.
Η περίπτωση της 79χρονης γυναίκας δεν χρειάζεται άλλες δικαιολογίες. Αυτό που χρειάζεται είναι μια ριζική επανεξέταση του τρόπου λειτουργίας των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, με έμφαση στη λογοδοσία, στη διαφάνεια και στην άμεση δράση. Γιατί αν ένα κράτος δεν μπορεί να προστατεύσει τους αδύναμους, τότε έχει πάψει να είναι κράτος πρόνοιας κι έχει μετατραπεί σε παρατηρητή της ίδιας του της ανεπάρκειας.
panayiota.charalambous@phileleftheros.com