Τις τελευταίες ημέρες άρχισε για πολλοστή φορά μία συζήτηση που αφορά το θέμα του κρατικού μισθολογίου. Πρόκειται για ένα κορυφαίο ζήτημα, το οποίο ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών προσπαθεί να χειριστεί και να διαχειριστεί. Πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα που μεταβιβάζεται, (υπό μορφή σκυταλοδρομίας), από τη μία κυβέρνηση στην άλλη. Πρόκειται για μία τεράστια κληρονομιά, στη δημιουργία της οποίας υπάρχουν τεράστιες και ασήκωτες πολιτικές ευθύνες και τούτο γιατί, όλα τα πολιτικά κόμματα χρησιμοποίησαν την κρατική μηχανή ως χώρο ρουσφετιού και εξυπηρέτησης ποικίλων κομματικών και άλλων συμφερόντων.

Με αφορμή λοιπόν το ύψος του κρατικού μισθολογίου, που ανέρχεται στο 29% του κρατικού προϋπολογισμού αλλά και το μέγεθος της κρατικής μηχανής, (σ.σ. το δεύτερο τρίμηνο του 2023 το σύνολο των εργαζομένων στον ευρύ δημόσιο τομέα ήταν 73.326, ενώ στη γενική κυβέρνηση η απασχόληση ανήλθε στα 67.515 άτομα), πρέπει να λεχθούν και άλλα πράγματα εξίσου δύσκολα, επικίνδυνα και ενοχλητικά.

Λοιπόν:

(α) Όσο κινδυνεύουν, (αν κινδυνεύουν), τα δημόσια οικονομικά και τα κρατικά ταμεία από το ύψος του κρατικού μισθολογίου, άλλο τόσο, (κατ’ αναλογία βέβαια), κινδυνεύουν και από τους μισθούς και τα ωφελήματα που απολαμβάνουν εκατοντάδες κρατικοί και πολιτειακοί αξιωματούχοι, τα οποία ουδέποτε αξιολογήθηκαν στη βάση της απόδοσης ή της παραγωγικότητας τους.

(β) Οι κατά καιρούς αποφάσεις κομμάτων και πολιτικών να ευλογούν τα γένια τους, είτε με τη συνταξιοδότηση τους στο 60ον έτος όταν ο κόσμος αφυπηρετεί στο 65ον, (και αν αφυπηρετήσει στο 63% τιμωρείται, με αποκοπή του 12%), είναι προκλητικές. Όπως προκλητικά είναι και άλλου είδους αφορολόγητα ωφελήματα, τα οποία προκαλούν ελλείμματα στα κρατικά ταμεία και τραυματίζουν το δημόσιο αίσθημα. Όπως προκλητικές είναι και οι πολλαπλές συντάξεις.

(γ) Ανησυχούν κάποιοι πολιτικοί για την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας, ανησυχούν για το ύψος του κρατικού μισθολογίου, μέμφονται αδιάκοπα και ασύστολα την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ), αλλά την ίδια ώρα αλώνουν εκ των έσω τα δημόσια ταμεία. Πώς τα αλώνουν; Με την άρνηση τους π.χ. να επιστρέψουν στα δημόσια ταμεία λεφτά που πήραν για προεκλογικούς σκοπούς και όπως αποφάνθηκε και απέδειξε η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν τους ανήκουν. Και ενώ δεν τους ανήκουν αρνούνται να τα επιστρέψουν.

Όπως δημοσιεύθηκε στον «Φιλελεύθερο» στις 3 Οκτωβρίου 2023, αλλά και στην «Αλήθεια» στις 29 Σεπτεμβρίου 2023 τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν ανά κόμμα είναι τα εξής: ΔΗΣΥ €813.222, ΑΚΕΛ €206.000, ΔΗΚΟ €383.955, ΕΔΕΚ €163.757, Συμμαχία Πολιτών €159.000, Αλληλεγγύη €138.849 και Οικολόγοι €127.455.

Φρονούμε πως, είναι κροκοδείλια τα κομματικά δάκρυα για τα δημόσια οικονομικά. Τα πολιτικά κόμματα καλούνται αυτή την ώρα να διορθώσουν τη σχέση τους με τα δημόσια ταμεία, επιστρέφοντας τα χρήματα που δεν τους ανήκουν και να δουν πως μπορούν να βοηθήσουν τον υπουργό Οικονομικών Μάκη Κεραυνό, να συγκρατήσει το κρατικό μισθολόγιο, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τα μισθολογικά, συνδικαλιστικά και ανθρώπινα δικαιώματα όλων των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Παράλληλα, τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να καταργήσουν τις πολλαπλές συντάξεις που απολαμβάνουν πλήθος πολιτειακοί και κρατικοί αξιωματούχοι, να συμβάλουν στην πάταξη της φοροδιαφυγής, στην αύξηση της εισπραξιμότητας του κράτους, αφού τα ανείσπρακτα ξεπέρασαν αισίως τα €3 δισ, να περιορίσουν το σπάταλο κράτος, να τιθασεύσουν την κακοδιαχείριση και γενικά να βοηθήσουν το κράτος να βρει και να ενισχύσει την ευρωστία του μέσα από σωστές πολιτικές αποφάσεις.

Όλα αυτά πρέπει να γίνουν… χθες για να αρχίσει να αποκαθίσταται – έστω και με καθυστέρηση – η αξιοπιστία των πολιτικών δυνάμεων που βρίσκεται ήδη στο ναδίρ, με αποτέλεσμα οι πολίτες να απομακρύνονται από τις κάλπες. Και αυτή η απομάκρυνση αποτελεί σοβαρό πλήγμα κατά της δημοκρατίας.

*Οικονομολόγος – Δημοσιογράφος