Την Πρωτοχρονιά συμπληρώθηκαν δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωζώνη και την εισαγωγή του Ευρώ στην Κύπρο, τον Ιανουάριο του 2008, στην κορύφωση της πετυχημένης, πενταετούς διακυβέρνησης του Τάσσου Παπαδόπουλου (2003-2008).

Δεκαπέντε χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η κυπριακή Οικονομία πέρασε, χωρίς υπερβολή, από όλα τα στάδια της βιβλιογραφίας και αντιμετώπισε προκλήσεις, αλλά και γεγονότα, που ουδεμία άλλη ευρωπαϊκή Οικονομία χρειάστηκε ή αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει:

 από το δημοσιονομικό πλεόνασμα και το ιστορικά χαμηλό ποσοστό δημόσιου χρέους το 2007-2008, στον αντίποδα της χρεοκοπίας και των διαδοχικών υποβαθμίσεων το 2012 και του πρωτόγνωρου «κουρέματος» καταθέσεων το 2013 και

 από το Μνημόνιο, την οικονομική ανασύνταξη, τη διόγκωση του προβλήματος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων τη δεκαετία 2013-2023, την κρίση της Πανδημίας του Covid-19 και την κρίση λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, μέχρι την πρόσφατη επάνοδο στις επενδυτικές βαθμίδες των διεθνών Οίκων Αξιολόγησης και τις μεγάλες προοπτικές από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ο κυπριακός λαός δικαιούται να αισθάνεται κόπωση και ταλαιπωρία για τις δυσκολίες που βίωσε και για τις θυσίες που έκανε, θυμό και απογοήτευση για τις αποφάσεις και τα λάθη που προκάλεσαν αυτή την περιπέτεια, αλλά και ικανοποίηση και αυτοπεποίθηση για το γεγονός ότι κατάφερε να ξεπεράσει τις μεγάλες κρίσεις και βαδίζει προς ένα καλύτερο μέλλον με συγκρατημένη αυτοπεποίθηση, αλλά και διδακτική εμπειρία. Εμπειρία, η οποία ανέδειξε την αξία της ύπαρξης ενός ισχυρού νομίσματος, τη σημασία της ορθολογικής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών και την ανάγκη εξάλειψης του λαϊκισμού.

Η αξία της ύπαρξης ενός ισχυρού νομίσματος και μάλιστα σε μια μικρή Οικονομία, όπως η κυπριακή, είναι αδιαμφισβήτητη. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και των μεγάλων αλλαγών, η συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρωζώνη και η συμπερίληψή της στους σχεδιασμούς της κοινής νομισματικής πολιτικής είκοσι συνολικά χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι η εγγύηση για σταθερή και υγιή οικονομική ανάπτυξη χωρίς την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που θα προκαλούσε η χρήση ενός εγχώριου και αναπόφευκτα αδύναμου νομίσματος. Όσοι επιχειρούν, παρασυρόμενοι από ένα αθεράπευτο ευρωσκεπτικισμό, να συνδέσουν τα προβλήματα της κυπριακής Οικονομίας με τη συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωζώνη, δεν εκφράζουν απλώς μια ατεκμηρίωτη και λανθασμένη άποψη αλλά, το χειρότερο, παραγνωρίζουν εγχώρια λάθη και ντόπιες παθογένειες, που ήταν οι πραγματικές αιτίες των προβλημάτων που αντιμετωπίσαμε και εν πολλοίς αντιμετωπίζουμε ακόμα.

Η σημασία της ορθολογικής διαχείρισης των δημοσίων οικονομικών έχει επιβεβαιωθεί κατ’ επανάληψη. Για παράδειγμα, όταν το 2008 η διακυβέρνηση Τάσσου Παπαδόπουλου παρέδιδε ιστορικό χαμηλό δημόσιο χρέος 45.5% του ΑΕΠ και καθαρή αποταμίευση 538 εκατομμυρίων ευρώ, οι μετέπειτα κυβερνώντες που τα παρέλαβαν θεώρησαν, λανθασμένα, ότι αυτά τα επιτεύγματα ήταν λίγο-πολύ «δεδομένα». Το τί ακολούθησε είναι γνωστό: Πέντε χρόνια μετά, το δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε στο 103.7% του ΑΕΠ και η καθαρή αποταμίευση μετατράπηκε σε «τρύπα» 759 εκατομμυρίων ευρώ, λόγω ακριβώς της μη-ορθολογικής διαχείρισης, η οποία άγγιζε τα όρια της αλόγιστης σπατάλης.

Και εδώ ακριβώς είναι που προκύπτει η αδήριτη ανάγκη εξάλειψης του λαϊκισμού, καθώς η μη-ορθολογική διαχείριση και οι αλόγιστες σπατάλες χαρακτηρίζουν κάθε λαϊκίστικη άσκηση πολιτικής. Η οποία, πλειοδοτεί επί όλων των θεμάτων ωσάν να είναι αστείρευτα τα δημόσια ταμεία και χαϊδεύει τα αυτιά της κουρασμένης και ταλαιπωρημένης κοινωνίας με αχαλίνωτη παροχολογία, ανεφάρμοστες εισηγήσεις και επιπόλαιη ελαφρότητα. Το δήλωσα στη Βουλή, το έγραψα σε άρθρο μου πριν δύο βδομάδες, το επαναλαμβάνω και σήμερα: Έχουμε καθήκον να εξαλείψουμε τον λαϊκισμό. Και για να εξαλείψουμε τον λαϊκισμό, οφείλουμε, κατ’ αρχάς, να αναγνωρίσουμε και να παραδεχτούμε την ύπαρξή του, να τον εντοπίζουμε, να τον προσδιορίζουμε και να τον απομονώνουμε.

«Η Κύπρος, με την ένταξη στην Ευρωζώνη, έκανε πραγματικότητα τη φιλοδοξία της να βρεθεί οικονομικά και πολιτικά στο κέντρο της Ευρώπης γιατί το Ευρώ δεν είναι μόνο ένα νόμισμα αλλά ένα σύμβολο της ευρωπαϊκής ενότητας», δήλωσε τον Ιανουάριο του 2008 ο τότε Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, στη Λευκωσία, μετά τη συνάντησή του με τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Αυτό, λοιπόν, το ισχυρό σύμβολο, καλούμαστε ως Κύπριοι και Κύπριες να συνεχίσουμε να το αξιοποιούμε. Με ορθολογισμό, χωρίς λαϊκισμούς.

*Βουλευτής Λευκωσίας του ΔΗΚΟ